Ο αρτινός Νικόλαος Σκουφάς υπήρξε ένας από τους πρωτεργάτες της ίδρυσης της Φιλικής Εταιρείας, μαζί με τον Εμμανουήλ Ξάνθο και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ.

Ο Νικόλαος Κουμπάρος, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στο Κομπότι της Άρτας το 1779.

Το χωριό του και η γύρω περιοχή, πριν από την Επανάσταση, ήταν τσιφλίκι του Μουχτάρ πασά, γιού του Αλή πασά.

Ο Σκουφάς προερχόταν από οικογένεια της μεσαίας τάξης και διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα στο Κομπότι από τον μοναχό Θεοχάρη Ντούια και στη συνέχεια στην Άρτα με δάσκαλο τον Κ. Δενδραμή.

Το «Σκουφάς» ήταν παρατσούκλι, που του αποδόθηκε επειδή στα πρώτα του επιχειρηματικά βήματα στην Άρτα ασχολήθηκε με την κατασκευή σκούφων και καπέλων.

Το 1813 μετανάστευσε στη Ρωσία, όπου επιδόθηκε στο εμπόριο και συνδέθηκε με άλλους εμπόρους.

Στενότερη φιλία ανέπτυξε στην Οδησσό με τον Αθανάσιο Τσακάλωφ και τον Εμμανουήλ Ξάνθο, με τους οποίους συναποφάσισε την ίδρυση μιας οργάνωσης που θα είχε ως σκοπό την απελευθέρωση της πατρίδας.

Είναι η γνωστή Φιλική Εταιρεία, η οποία ιδρύθηκε στην Οδησσό, στις 14 Σεπτεμβρίου 1814.

Αμέσως μετά οι τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας επιδόθηκαν στο έργο της προετοιμασίας του Αγώνα.

Ο Ξάνθος αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη, με σκοπό να προετοιμάσει το έδαφος για τη μύηση των ομογενών στη Φιλική Εταιρεία, ενώ ο Σκουφάς και ο Τσακάλωφ μετέβησαν στη Μόσχα, όπου, αφού τελειοποίησαν τον κανονισμό της, δοκίμασαν να αρχίσουν και αυτοί τις μυήσεις τών εκεί ομογενών.

Στην αρχή αντιμετώπισαν τη δυσπιστία και την άρνηση πολλών, οι οποίοι θεωρούσαν το εγχείρημα ανεδαφικό και ανέφικτο.

Όταν όμως, στις 13 Δεκεμβρίου 1814, ο Σκουφάς μύησε τον Γεώργιο Σέκερη, που ανήκε σε ευκατάστατη και σεβαστή οικογένεια της Ρωσίας, οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας θεώρησαν ότι αυτή η μύηση θα ανέτρεπε το δυσμενές κλίμα.

Ο Σκουφάς, «άνθρωπος με πολλήν ευαισθησίαν και πατριωτισμόν», σύμφωνα με το χαρακτηρισμό του ιστορικού Ιωάννη Φιλήμονος, συνέχισε με ενθουσιασμό το έργο του.

Όταν ο Τσακάλωφ, ιδιαίτερα απογοητευμένος από τη βραδύτητα τής εξάπλωσης της Φιλικής Εταιρείας, πρότεινε στον Σκουφά να εγκαταλείψουν τα σχέδιά τους, ο Σκουφάς θεώρησε ότι ήταν προτιμότερο να μεταφερθεί η έδρα της στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο μεγάλος αριθμός των Ελλήνων και η εξέχουσα θέση πολλών ομογενών αποτελούσαν, κατά την άποψή του, ευνοϊκό παράγοντα για την προετοιμασία του Αγώνα.

Από τον Απρίλιο του 1818, όταν και οι τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας βρέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, η δράση του Σκουφά υπήρξε καθοριστική για την πορεία της οργάνωσης.

Με δική του απόφαση και του Ξάνθου εντάχθηκε στη Φιλική Εταιρεία, και μάλιστα σε ηγετική θέση, ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος από την Ανδρίτσαινα.

Ο Σκουφάς υποστήριζε ότι η Πελοπόννησος ήταν η καταλληλότερη περιοχή και για την ανάπτυξη της Εταιρείας αλλά και για την έναρξη του Αγώνα, κι έτσι, παρά τις επιφυλάξεις των δύο άλλων συνιδρυτών της, προγραμμάτιζε ταξίδι στη Μάνη για το συντονισμό και την προετοιμασία της Επανάστασης.

Όμως, δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει τα σχέδιά του, καθώς, ύστερα από βραχύχρονη ασθένεια, άφησε την τελευταία του πνοή στην Κωνσταντινούπολη, στις 31 Ιουλίου 1818.

Ο θάνατός του υπήρξε βαρύ πλήγμα για τη Φιλική Εταιρεία, για την επιτυχία της οποίας ο Νικόλαος Σκουφάς είχε αφιερώσει όλες του τις δυνάμεις.

Το έργο του εκτιμήθηκε από τους συγχρόνους του και από τους μεταγενέστερους ιστορικούς του Αγώνα.

Κατά τον Ιωάννη Φιλήμονα, «η Φιλική Εταιρεία υπέστη το δυστύχημα της αποβιώσεως του Σκουφά».

Εξάλλου, στο επίγραμμα που συνέταξε αμέσως μετά το θάνατο του Σκουφά, ο λόγιος κληρικός Ζαχαρίας Αινιάν τον συγκρίνει με τον αρχαίο Καλλικράτη.

(Πηγή πληροφοριών: sansimera.gr)