Αντιπαράθεση εσωτερικής κατανάλωσης ή επικίνδυνη υποβάθμιση των ευρωατλαντικών σχέσεων; Οι δονήσεις στις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης, και κυρίως Γερμανίας, είχαν αρχίσει ήδη να γίνονται αισθητές προτού καν ο Ντόναλντ Τραμπ επιστρέψει στις ΗΠΑ από την πρώτη επίσημη περιοδεία του στο εξωτερικό: στο στόχαστρο μπήκαν το ΝΑΤΟ, το διεθνές εμπόριο και η κλιματική αλλαγή. Ο πόλεμος δηλώσεων μεταξύ της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ και του προέδρου Τραμπ κλιμακώθηκε στη διάρκεια της περασμένης εβδομάδας, με εκατέρωθεν «απειλές» και με τον πλανήτη μουδιασμένο να αναμένει την απόφαση των ΗΠΑ για τη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή.

«Τη μοίρα μας στα χέρια μας»

«Οι καιροί που μπορούσαμε να στηριχθούμε ανεπιφύλακτα σε άλλους έχουν παρέλθει σε κάποιον βαθμό»
δήλωσε η Μέρκελ. «Αυτό έχω βιώσει τις τελευταίες ημέρες και επομένως το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι εμείς, οι Ευρωπαίοι, πρέπει να πάρουμε τη μοίρα μας στα χέρια μας» προσέθεσε, χωρίς να κατονομάσει ευθέως τον αμερικανό πρόεδρο.
Ο Τραμπ δεν άργησε να επαναλάβει, μέσω Twitter φυσικά: «Εχουμε ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμμα με τη Γερμανία και επιπλέον πληρώνουν πολύ λιγότερα από όσα πρέπει στο ΝΑΤΟ. Πολύ κακό για τις ΗΠΑ. Αυτό θα αλλάξει» έγραψε, για να προσθέσει λίγο αργότερα ότι σύντομα θα ανακοίνωνε την απόφασή του σχετικά με τη συμμετοχή των ΗΠΑ στη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Η Μέρκελ είχε από την αρχή της εβδομάδας εκφράσει την απαισιοδοξία της για τη δέσμευση της αμερικανικής κυβέρνησης στη διαχείριση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής, ενώ ο πρόεδρος της ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ προειδοποίησε τον Τραμπ ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν απλώς να αποσυρθούν από τη συμφωνία για την προστασία του περιβάλλοντος καθώς αυτή η διαδικασία θα πάρει χρόνια.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η μεταπολεμική σχέση συνεργασίας ΗΠΑ και Ευρώπης κλονίζεται. Το 2003 και ενώ οι ΗΠΑ ετοιμάζονταν να εισβάλουν στο Ιράκ εν μέσω αντιδράσεων από τον γαλλογερμανικό άξονα, η Κοντολίζα Ράις, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του τότε προέδρου Τζορτζ Μπους, φέρεται να τον είχε συμβουλέψει «να τιμωρήσει τη Γαλλία, να αγνοήσει τη Γερμανία και να συγχωρήσει τη Ρωσία». Αυτήν τη φορά η «τιμωρία» πλήττει το Βερολίνο και οι διαφωνίες είναι περισσότερες.
Είναι όμως ικανές να οδηγήσουν σε ολική ρήξη τις σχέσεις ΗΠΑ – ΕΕ; Και αν ναι, είναι πραγματικά έτοιμη η Ευρώπη να πορευθεί χωρίς τις ΗΠΑ και η Γερμανία να αναλάβει επίσημα τη σκυτάλη του θεματοφύλακα της παγκόσμιας φιλελεύθερης τάξης; Οπως αναφέρουν γερμανοί και ευρωπαίοι αξιωματούχοι, η καγκελάριος γνωρίζει ότι υπάρχει μικρό περιθώριο συνεννόησης με τον αμερικανό πρόεδρο. Ωστόσο, οι δηλώσεις της δεν πρέπει να ερμηνεύονται ανεξαρτήτως συγκυριών.

Προεκλογικές κορόνες
Οπως εκτιμούν, οι κυριότεροι λόγοι που η Μέρκελ επιδίδεται σε αυτή την ευθεία αντιπαράθεση με τον Τραμπ είναι δύο. Πρώτον, η Γερμανία βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο και η Μέρκελ δεν θέλει να επιτρέψει στον κυριότερο αντίπαλό της, τον Σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σουλτς, να παίξει το χαρτί του υποψηφίου που αντιμάχεται τον Τραμπ, κατηγορώντας παράλληλα την καγκελάριο ότι τηρεί υποχωρητική στάση προς τον αμερικανό πρόεδρο –οι δηλώσεις του Τραμπ στη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στην Ευρώπη ενόχλησαν πολύ τους Γερμανούς.
Επίσης η Μέρκελ αισθάνεται περισσότερο ενισχυμένη μετά την εκλογή του φιλοευρωπαίου Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία, στο πρόσωπο του οποίου βλέπει έναν αξιόπιστο σύμμαχο στην Ευρώπη, παρά τις αμφιβολίες που διατηρεί για εκείνον η πιο συντηρητική πτέρυγα των Χριστιανοδημοκρατών (στέλνοντας παράλληλα το εσωκομματικό μήνυμα ότι ενδεχομένως η Γερμανία θα πρέπει να συμβιβαστεί με κάποιες από τις πιο ριζοσπαστικές ιδέες του γάλλου προέδρου για την ευρωζώνη).

«Η ευρωατλαντική συνεργασία θα συνεχιστεί»

«Η Μέρκελ, εν όψει των γερμανικών εκλογών, δεν θέλει να δείξει ότι υποχωρεί μπροστά στις εκβιαστικές μεθόδους του Τραμπ» είπε στο «Βήμα» ο Ντόμινικ Τόλκσντoρφ, διευθυντής του προγράμματος Εξωτερικής Πολιτικής και Ασφάλειας του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ Βόρειας Αμερικής, που πρόσκειται στο κόμμα των Πρασίνων της Γερμανίας.

Πώς η προσέγγιση του Τραμπ στις ευρωατλαντικές σχέσεις μπορεί να αλλάξει την παραδοσιακή συνεργασία Αμερικής – Ευρώπης;
«Δεν είναι απίθανο οι ευρωατλαντικές σχέσεις να γίνουν πιο «κανονικές» ή ισορροπημένες ως αποτέλεσμα της διακυβέρνησης Τραμπ. Εξαιτίας του Ψυχρού Πολέμου, όλες οι αμερικανικές κυβερνήσεις αισθάνονταν ότι είχαν ιδιαίτερη ευθύνη για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Αλλά μετά τη δεκαετία του 1990, πολλοί Ευρωπαίοι έκριναν ότι δεν χρειάζονταν πλέον προστασία έναντι της Ρωσίας και κάποιες φορές ενοχλούνταν από την αμερικανική έμφαση στο ΝΑΤΟ. Ακριβώς τη στιγμή που η Ευρώπη (και όχι μόνο τα βαλτικά κράτη) αισθάνθηκε και πάλι τη ρωσική απειλή, ο Τραμπ στην πραγματικότητα αρνείται να επανεπιβεβαιώσει τη δέσμευση των ΗΠΑ στο Αρθρο 5 της συνθήκης του ΝΑΤΟ για τη συλλογική αντιμετώπιση των απειλών. Για αυτόν τον λόγο οι ευρωπαίοι ηγέτες μπορεί να θελήσουν να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη στο ζήτημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Στο διεθνές εμπόριο, επειδή ο Τραμπ αντιμετωπίζει την Ευρώπη ως ανταγωνιστή, αναμένεται να υπάρξουν τριβές και είναι δύσκολο να συναφθεί κάποια συνεκτική συμφωνία συνεργασίας, όπως η TTIP. Αλλά πέρα από αυτά τα ζητήματα, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη χρειάζονται η μία την άλλη προκειμένου να διατηρήσουν την παγκόσμια επιρροή τους, όπως για παράδειγμα στο ΔΝΤ ή στην Παγκόσμια Τράπεζα, και πολλά στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης γνωρίζουν ότι οι στενές σχέσεις με την Ευρώπη εξυπηρετούν το αμερικανικό στρατηγικό συμφέρον».

Αυτές οι εξελίξεις σε συνδυασμό με το Brexit συνιστούν υπαρξιακό κίνδυνο για την ΕΕ ή αντίθετα μια ευκαιρία, όπως δήλωσε η Μέρκελ;
«Δεν πιστεύω ότι η κυβέρνηση Τραμπ ή το Brexit απειλούν την ΕΕ με αφανισμό. Αλλά το σοκ του Brexit μπορεί να κάνει τους ευρωπαίους ηγέτες να συνειδητοποιήσουν ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν στην ίδια κατεύθυνση αν θέλουν να αποφύγουν αυτό να λειτουργήσει ως προηγούμενο για άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ΕΕ πρέπει να επιστρέψει κάποιον βαθμό κυριαρχίας πίσω στα κράτη-μέλη. Από την άλλη, φαίνεται ότι πολλοί ευρωπαίοι πολίτες θέλουν η ΕΕ να υιοθετήσει κοινή προσέγγιση σε ορισμένα κοινά προβλήματα, όπως ο έλεγχος των συνόρων. Επομένως θα είναι δύσκολο για τους ευρωπαίους ηγέτες να τετραγωνίσουν τον κύκλο. Οι δηλώσεις της Μέρκελ για τις ευρωατλαντικές σχέσεις δεν θα πρέπει να υπερτονίζονται καθώς η καγκελάριος βρίσκεται σε προεκλογική εκστρατεία και δεν επιθυμεί να δώσει την εντύπωση ότι υποχωρεί μπροστά στις εκβιαστικές μεθόδους του Τραμπ. Ο ίδιος ο Τραμπ είναι ο πρώτος που θα έπρεπε να κατανοεί τη φύση αυτής της ρητορικής. Παρότι οι σχέσεις των δύο ηγετών θα παραμείνουν ψυχρές, η ευρωατλαντική συνεργασία θα συνεχιστεί σε πολλούς τομείς».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ