Εκ πρώτης, ίσως και εκ δευτέρας, όψεως δεν θα έλεγε κανείς ότι ως κοινωνία μοιραζόμαστε πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τους νησιώτες της Μ. Βρετανίας –και τώρα πλέον ούτε το εντευκτήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ωστόσο, με του καιρού τα γυρίσματα, και συγκεκριμένα τα τελευταία δύο περίπου χρόνια, εμείς, επιβάτες της μεσσιανικής υπερταχείας του ΣΥΡΙΖΑ, και εκείνοι, στον δρόμο της μεγάλης Εξόδου, συνέβη να περιέλθουμε σε βίους παράλληλους. Ετσι, για παράδειγμα, όπως φάνηκε από την κάθε άλλο παρά φλεγματική επόμενη μέρα του βρετανικού δημοψηφίσματος και από την αμηχανία των «εξοδιστών», συντεταγμένο σχέδιο για το πώς και το πότε του διαζυγίου δεν υπήρχε, ακριβώς όπως οι εκδρομείς της πρώτη φορά Αριστεράς αντί για πολιτικό σχέδιο αρκέστηκαν σε μια επίνοια με την κωδική ονομασία «Γιάνης Βαρουφάκης». Επίσης, και στη Βρετανία και εδώ το αποτέλεσμα κρίθηκε από υποσχεσιολογικές νεφελοκοκκυγίες, με μόνη διαφορά ότι εκείνοι ορέγονταν «πίτα εν ουρανοίς» (a pie in the sky) ενώ εμάς μας έταζαν τους παραδοσιακούς λαγούς με τα πετραχήλια. Εκεί τα επιχειρήματα των «μένουμε Ευρώπη» καταγγέλθηκαν συλλήβδην ως εκστρατεία κατατρομοκράτησης και, όταν δέκα νομπελίστες οικονομολόγοι υπέγραψαν ανοικτή επιστολή υπέρ της παραμονής, ένας από τους πλέον προβεβλημένους υποστηρικτές της εξόδου, αφού τους παρομοίασε με τους Ναζί επιστήμονες που δάνεισαν το κύρος τους στον Αδόλφο, απεφάνθη: «Χορτάσαμε από εξπέρ». Ανάλογες «τρομοκρατικές μαφίες» (μερίδα του Τύπου, συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι και κανάλια) εντοπίστηκαν και εδώ. Οσο για τους εξπέρ, στη χώρα μας, ως γνωστόν, αφθονούν ακριβώς επειδή η αφθονία τους περιλαμβάνει ελάχιστους γνήσιους εξπέρ.
Σε παλαιότερες, πιο «ντόμπρες», εποχές η συγκεκριμένη ελληνοβρετανική σύγκλιση θα ερμηνευόταν νέτα σκέτα ως αποτέλεσμα ανεδαφικής ή δόλιας ψευδολογίας. Οχι σήμερα. Η αρμόδια επιτροπή εκδοτών των λεξικών της Οξφόρδης ανακήρυξε ως λέξη της χρονιάς για το 2016 το «post-truth». Καλώς ήλθαμε στον αστερισμό της «μετα-αλήθειας». Για την πρόληψη παρερμηνειών, εδώ το «μετα» δεν δηλώνει αυτό που έπεται χρονολογικά της αλήθειας (όπως, ας πούμε, στη λέξη «μεταπολεμικός») αλλά προσδιορίζει μια αντίληψη σύμφωνα με την οποία η αλήθεια, όπως μπορεί να συναχθεί από μια ρεαλιστική εκτίμηση των γεγονότων, έχει πολύ μικρότερη σημασία για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης από ό,τι οι εκκλήσεις στο συναίσθημα και στο θυμικό. Είναι προφανές ότι η χάρη είναι από παλιά δική μας και ας έχουν βρει το όνομα οι Βρετανοί.
Στη ζώνη της μετα-αλήθειας το γεγονός χάνει τη σημασία του. Μιλάει ο σημαντικότερος χρηματοδότης της εκστρατείας του Brexit: «Η εκστρατεία υπέρ της παραμονής στην ΕΕ προέβαλε γεγονότα, γεγονότα, γεγονότα. Τα γεγονότα απλώς δεν φέρνουν αποτέλεσμα (facts just don’t work). Θα πρέπει να κάνεις συναισθηματική επαφή με τον κόσμο. Αυτό ήταν και η επιτυχία του Τραμπ». Θα έπρεπε να ξέρει ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχε προηγηθεί.
Τις φιλοσοφικές και επιστημολογικές προϋποθέσεις που προετοίμασαν την εξάρθρωση των «γεγονότων» και την έλευση της μετα-αλήθειας θα μπορούσε κανείς να τις ιχνηλατήσει στη μετανεωτερική σχετικοποίηση του «γεγονοκεντρικού». Το βέβαιο είναι ότι αυτές οι εξελίξεις πηγαίνουν χέρι χέρι με την τροπική ευδοκίμηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τις δομικές αλλαγές που φέρνει η τεχνολογική δυναμική τους στον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνουμε και αντιλαμβανόμαστε την πληροφόρηση. 1,6 δισ. χρήστες σήμερα ενημερώνονται σχεδόν αποκλειστικά μέσω του Facebook. Ουδείς ψόγος. Το υψηλής τεχνολογίας μέλλον φυγείν αδύνατον. Είναι εξάλλου μάταιο και απρόσφορο να στεκόμαστε με λουδιτικό πείσμα απέναντι στον τεχνολογικό Λεβιάθαν, ο οποίος όμως έχει βρει μεταξύ τόσων άλλων και τον επιτήδειο αλγόριθμο που κάνει πιο εύκολα προσβάσιμο το είδος της πληροφόρησης που ταιριάζει με τα γούστα σου, τις πεποιθήσεις σου ή και τις προκαταλήψεις σου –άριστη συνταγή όχι για να κερδίσεις συνολική εποπτεία των γεγονότων αλλά για να τα βλέπεις όπως θέλεις εσύ και οι παρέες των ομοφρόνων σου· και ο καλύτερος τρόπος να θεωρείς είδηση οτιδήποτε σου προωθούν με μανική συχνότητα οι συν-θαμώνες σου.

Ετσι τα «λοιμώδη» (viral) διεκδικούν κύρος γεγονότος και αλήθειας μόνο και μόνο επειδή είναι λοιμώδη. Το δέλεαρ του κλικ δεν αντιστοιχεί αναγκαστικά στην επιθυμία να πληροφορηθείς αυθεντικά γεγονότα και να σταθμίσεις την αλήθεια τους. Το λέει ένα υψηλά ιστάμενο σαΐνι της κουλτούρας των viral: «Η αλήθεια δεν έχει σημασία. Σημασία έχει να δελεάσεις τον άλλο να κάνει κλικ» (το λεγόμενο clickbait). Και δεν θυμάμαι αν είναι ο ίδιος ή κάποιος ομότεχνός του που διδάσκει το «too good to check», τουτέστιν, είναι πολύ πιασάρικο για να ελέγξεις εάν είναι και αληθινό.

Κάπου εδώ ελλοχεύει και το αντάρτικο της αντισυστημικότητας. Απέναντι στη νέα σπορά του Facebook και του Twitter η προηγούμενη μιντιακή γενιά, τηλεοπτική και έντυπη, είναι πιο εύκολο να φαντάζει συνένοχη του κατεστημένου, αν όχι βρώμικη. Η συνυποψήφια της Τερέζα Μέι για την αρχηγία των βρετανών Συντηρητικών είπε στους «Times» ότι είναι πιο κατάλληλη για την πρωθυπουργία επειδή είναι μητέρα. Μετά που αναγκάστηκε να το αρνηθεί, μίλησε για «gutter journalism», που σε ελεύθερη, αλλά σε εμάς πολύ οικεία, απόδοση σημαίνει «βοθροδημοσιογραφία».
Και, βέβαια, ο άλλος σωσίας της μετα-αλήθειας είναι ο πολύ γνωστός μας πλέον λαϊκισμός. «Χωρίς σοβαρή έρευνα των γεγονότων και χωρίς εξειδικευμένη επιχειρηματολογία, τα Μέσα» γράφει ο Γιούργκεν Χάμπερμας «δεν μπορούν να αντισταθούν στον λαϊκισμό και δεν λειτουργούν στο πλαίσιο μιας συντεταγμένης δημοκρατικής πολιτείας». Αλλο τώρα που, όταν ακριβώς αυτό θέλουν να κάνουν, οι κρατούντες τα προτιμούν κλειστά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός τα χαρακτηρίζει «φούσκα».
O κ. Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής είναι ακαδημαϊκός, καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ