Η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις που θα λυγίσουν την ελληνική κοινωνία, όποιες κι αν είναι οι πιέσεις των δανειστών, τόνισε ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης σε συνέντευξη που παραχώρησε στο διεθνές τηλεοπτικό δίκτυο Russia Today κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Μόσχα.

Ο κ. Βούτσης απαντώντας στις διαφωνίες μεταξύ της ελληνικής πλευράς, του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών και του ΔΝΤ, εξήγησε πως πρόκειται στην ουσία για διαφορετική πολιτική προσέγγιση σε ποια κατεύθυνση θα βαδίσει η ΕΕ για να γίνει μια οικονομική δύναμη, ανταγωνιστική και υπολογίσιμη.

Παράλληλα, ο κ.Βούτσης προέβλεψε πως αν και το 2017 θα είναι πολύ κρίσιμο έτος, θα υπάρξει ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας.

Συγκεκριμένα σε ερώτηση για τη θέση του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, ότι η Ελλάδα δεν έχει θέση στην ευρωζώνη χωρίς μεταρρυθμίσεις, ο πρόεδρος της Βουλής εξήγησε πως πρόκειται για αντιπαράθεση στην ΕΕ με ακραίους «φονταμενταλιστές της νεοφιλελεύθερης οικονομίας» που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα ή το Νότο, αλλά και το εσωτερικό κεντροευρωπαϊκών χωρών που μέχρι πρότινος βαθμολογούνταν με τρία «Α» από τους διεθνείς οίκους.

Πρόσθεσε πως η απαίτηση για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% για πολλά χρόνια «είναι μια αυτοκαταστροφική έλικα». Και δήλωσε χαρακτηριστικά «ο ρυθμός και ο αριθμός των μεταρρυθμίσεων που γίνονται σε μεγάλους τομείς της οικονομίας στην Ελλάδα θα ακολουθήσει μια πορεία έτσι ώστε η κοινωνία να μείνει όρθια. Δεν είμαστε διατεθειμένοι, προφανώς, να λυγίσει η κοινωνία και να φύγουν και όλοι οι νέοι άνθρωποι για να μείνουν οι υπόλοιποι, οι συνταξιούχοι, να μοιράσουμε το τι θα έχει μείνει από αυτά που θεωρούν άλλοι από τους δανειστές ότι θα πρέπει να γίνει. Αυτή είναι και η αντιπαράθεση».

Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Βουλής «δεν είναι στο συμφέρον της Γερμανίας η πολιτική που ακολουθεί. Διότι, το μεγαλύτερο ποσό από αυτό που έχει δανειστεί η Ελλάδα έχει επιστραφεί με άμεσους ή έμμεσους τρόπους στους δανειστές και στους εταίρους, στις τράπεζές τους και ιδιαίτερα στη Γερμανία. Άρα αυτά τα χρόνια να είναι θετικό το πρόσημο του τι έχει κερδίσει η Γερμανία σε σχέση με αυτά που έχει δανείσει».

Ενώ, όσον αφορά στη θέση του ΔΝΤ, επισήμανε πως οι περισσότερες από τις μέχρι τώρα θεραπείες που έχει προτείνει είναι σε λανθασμένη κατεύθυνση, διότι μεταξύ άλλων είναι «copy-paste» από αντίστοιχες θεραπείες σε υπανάπτυκτες χώρες.

Ο κ. Βούτσης παραδέχτηκε ότι η κυβέρνηση για να εφαρμόσει το πρόγραμμα -το οποίο έθεσε υπόψη του ελληνικού λαού σε δεύτερες εκλογές- αναγκάστηκε να προχωρήσει σε ισχυρούς συμβιβασμούς και δέχτηκε πλήγμα στην εικόνα της, καθώς μόνο με την υπογραφή αυτής της συμφωνίας θα μπορούσε η Ελλάδα να προχωρήσει.

Μάλιστα, όπως είπε ο κ. Βούτσης: «Δεν κινδυνεύουμε από την πολιτική αντιπολίτευση ή από τα media που είναι στραμμένα απέναντί μας, ίσως ούτε καν και από τους διεθνείς εταίρους-δανειστές με τους οποίους συνομιλούμε. Διακινδυνεύουμε τη σχέση μας με την κοινωνία. Αυτό είναι το ευαίσθητο σημείο για μια δύναμη της αριστεράς, το πώς η κοινωνία αντιλαμβάνεται τους συμβιβασμούς που γίνονται ή πόση ελπίδα παραμένει σε αυτή την κοινωνία ότι τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν. Αυτό είναι το πεδίο στο οποίο δοκιμαζόμαστε».

Ωστόσο αναφέρθηκε στις μείζονες διαφορές με το πρόγραμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λέγοντας «πως η κυβέρνηση δεν απολύει κανέναν και αυτή είναι η διαφορά με το πολιτικό πρόγραμμα του νεοφιλελευθερισμού που εκπροσωπεί ο κ. Μητσοτάκης. Η δυσθεώρητη ανεργία μειώθηκε κατά 3,5%».

Ο κ. Βούτσης εξέφρασε, παράλληλα, την ελπίδα ότι στο τέλος του 2017 η χώρα μας θα βγει στις αγορές, καθώς «αυτό λένε όλοι οι διεθνείς οίκοι και η εκτίμηση είναι για 2,7% ανάπτυξη, και τα spreads κάτω από 5%, όπως έγινε και με την Πορτογαλία ή άλλες χώρες και πως με νέα λαϊκή εντολή το 2019 θα ανασυσταθούν μερικά από τα δικαιώματα που τώρα έχουν περισταλεί».

Αναφερόμενος στα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, ο κ. Βούτσης εκτίμησε ότι θα υπάρξει συμφωνία έως το 2018 και για τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα που θα αφορούν στο χρέος, τα οποία, όπως είπε, κυρίως καθησυχάζουν επενδυτές, αλλά «ο λαός, η κοινωνία, θα αντιληφθεί καλυτέρευση μέσα από την καλυτέρευση της πραγματικής οικονομίας, για την οποία εργαζόμαστε».