Οι προεδρικές εκλογές στην Αυστρία και το δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος στην Ιταλία την προσεχή Κυριακή 4 Δεκεμβρίου απειλούν να ανοίξουν στην Ευρώπη ένα νέο κεφάλαιο πολιτικής αβεβαιότητας. Στην Αυστρία ο ακροδεξιός υποψήφιος Νόρμπερτ Χόφερ που προηγείται με μικρή διαφορά στις δημοσκοπήσεις του ανεξάρτητου αντιπάλου του Αλεξάντερ φαν ντερ Μπέλεν δηλώνει ότι εφόσον εκλεγεί θα εξετάσει το ενδεχόμενο διεξαγωγής δημοψηφίσματος για τη συμμετοχή ή όχι της χώρας του στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ). Και στην Ιταλία, αν το στρατόπεδο του «Οχι» επικρατήσει –όπως επίσης δείχνουν οι δημοσκοπήσεις –ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι θα παραιτηθεί και ενδέχεται να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές. Την ίδια στιγμή στη Γαλλία, οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις εναποθέτουν τις ελπίδες τους στον σημερινό δεύτερο γύρο των προκριματικών εκλογών των Ρεπουμπλικανών, με τον υποψήφιο Φρανσουά Φιγιόν να θεωρείται από πολλούς αναλυτές ως το μοναδικό πρόσωπο που θα μπορούσε να εμποδίσει την προέλαση της Μαρίν Λεπέν του Εθνικού Μετώπου στο Μέγαρο των Ηλυσίων. Με τις κυβερνητικές ελίτ σε κατάσταση νευρικής κρίσης, μπορεί η Ευρώπη να ανακόψει το κύμα ακροδεξιού λαϊκισμού που σαρώνει τις δυτικές δημοκρατίες;
Αν ο Χόφερ επικρατήσει στις προεδρικές εκλογές θα γίνει πρώτος ακροδεξιός αρχηγός κράτους στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μιλώντας στο BBC, o 45χρονος πολιτικός του Κόμματος Ελευθερίας της Αυστρίας (FPO) δήλωσε ότι επιθυμεί «μια καλύτερη Ευρωπαϊκή Ενωση» και ότι αν μετά το Brexit η ΕΕ γίνει πιο συγκεντρωτική θα πιέσει για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος που θα αφορά στη συμμετοχή της Αυστρίας σε αυτή. Ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών που διεξήχθη τον περασμένο Μάιο στην Αυστρία και στον οποίο νίκησε ο Φαν ντερ Μπέλεν με διαφορά μόλις 30.863 ψήφων ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο εξαιτίας παρατυπιών στην καταμέτρηση των ψήφων.
Ενισχυμένος από την εκλογή του Τραμπ


Τώρα, όπως δείχνουν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις, ο Χόφερ –ενισχυμένος και αυτός από τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής –διατηρεί ένα μικρό αλλά σταθερό προβάδισμα έναντι του Φαν ντερ Μπέλεν. Παρότι το αξίωμα του προέδρου στην Αυστρία είναι κατά βάση συμβολικό, μια ενδεχόμενη νίκη του Χόφερ εκτιμάται ότι θα ενίσχυε τόσο τη Λεπέν στη Γαλλία όσο και άλλες δημαγωγικές, ξενοφοβικές δυνάμεις στην Ευρώπη, όπως τον Γκέερτ Βίλντερς στην Ολλανδία (όπου επίσης θα διεξαχθούν εκλογές το 2017).
Ο δεύτερος γύρος των προκριματικών εκλογών για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών που διεξάγεται σήμερα στη Γαλλία κρίνεται από πολλούς αναλυτές ως καθοριστικής σημασίας για τις προεδρικές εκλογές την ερχόμενη άνοιξη. Και αυτό γιατί αν ο δεξιός Φρανσουά Φιγιόν επικρατήσει του περισσότερο κεντρώου Αλέν Ζιπέ κρίνεται ότι πιθανώς να ανακόψει τη δυναμική των ψηφοφόρων της Λεπέν.
Στη γειτονική Ιταλία τα πράγματα είναι επίσης ρευστά: αν ο Ρέντσι χάσει στο δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος, η χώρα κινδυνεύει να εισέλθει σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας, με τα λαϊκιστικά κόμματα της αντιπολίτευσης (το Κίνημα των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, το Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι και την ξενοφοβική Λέγκα του Βορρά) να καραδοκούν.
Ψηφοφόροι στα δίχτυα του αυταρχικού λαϊκισμού


Πρόσφατη δημοσίευση του βρετανικού ινστιτούτου δημοσκοπήσεων YouGov είναι αποκαλυπτική: σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 12 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης διαπιστώθηκε ότι σε τέσσερις από αυτές (Ρουμανία, Πολωνία, Γαλλία, Ολλανδία) η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος υποστηρίζει τις θέσεις του «αυταρχικού λαϊκισμού». Και ενώ τα αποτελέσματα σε Ρουμανία και Πολωνία ήταν αναμενόμενα, στη Γαλλία ένα εντυπωσιακό 63% των ψηφοφόρων δήλωσε ότι συμφωνεί με τη λαϊκιστική ατζέντα κατά της παγκοσμιοποίησης, της μετανάστευσης και υπέρ της ενίσχυσης της εθνικής ταυτότητας και του οικονομικού προστατευτισμού. Σε Φινλανδία, Δανία, Βρετανία και Ιταλία, τα αντίστοιχα ποσοστά κυμαίνονται μεταξύ του 47% και του 50%. Αντίθετα στη Γερμανία, το ποσοστό των ψηφοφόρων που συντάσσεται στο πλευρό λαϊκιστικών, ακροδεξιών δυνάμεων είναι μόλις 18%, παρά τα εκλογικά κέρδη που σημείωσε το εθνικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) στις τοπικές εκλογές.
ΙΤΑΛΙΑ
«Το μέλλον του ευρώ δεν εξαρτάται από το δημοψήφισμα του Ρέντσι»
Την εκτίμηση ότι το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος δεν θα επηρεάσει αρνητικά την Ευρωπαϊκή Ενωση και την ευρωζώνη εξέφρασαν μιλώντας στο «Βήμα» δύο ειδικοί στο πολιτικό σύστημα της Ιταλίας. Παρότι αμφότεροι αναγνωρίζουν πως ο ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι λανθασμένα ανήγαγε το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση σε προσωπική υπόθεση, λέγοντας ότι αν επικρατήσει το «Οχι» θα παραιτηθεί, θεωρούν πως τα δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο που θέλουν το μέλλον του ευρώ να εξαρτάται από την έκβαση του ιταλικού δημοψηφίσματος είναι «υπερβολικά».
«Πρόκειται για μια τραβηγμένη υπόθεση. Μπορεί να αποτελεί τον ευσεβή πόθο για έναν αυξανόμενο αριθμό αναλυτών –όπως είναι κάποιοι «μη ορθόδοξοι» οικονομολόγοι από την άκρα Δεξιά και Αριστερά. Αλλά πιστεύω ότι η πλειοψηφία του κόσμου συνεχίζει να υποστηρίζει το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Το μέλλον του ευρώ δεν εξαρτάται από το δημοψήφισμα. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι ότι ο λαϊκισμός και ο ευρωσκεπτικισμός βρίσκονται στο αποκορύφωμά τους αυτή την περίοδο στην Ιταλία» είπε στο «Βήμα» ο Λούκα Βερτσικέλι, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Σιένα στην Ιταλία. Οπως λέει ο ίδιος, αν ο Ρέντσι χάσει στο δημοψήφισμα, δεν είναι απαραίτητο ότι θα επηρεαστεί η κυβέρνηση ή ότι η Ιταλία θα βρεθεί στον κυκεώνα ενός λαϊκιστικού συνασπισμού.
«Η ιταλική Δεξιά είναι κατακερματισμένη και αδύναμη για να πιέσει για πρόωρες εκλογές, ενώ ο πρόεδρος της χώρας, ο οποίος μπορεί να διαλύσει το Κοινοβούλιο, θα προσπαθήσει να βρει οποιαδήποτε πιθανή πλειοψηφία πριν προχωρήσει σε αυτή τη λύση» μας εξήγησε ο καθηγητής Βερτσικέλι.
Για τον Φράνκο Παβοντσέλο (φωτογραφία), καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρόεδρο του Πανεπιστημίου Τζον Κάμποτ στη Ρώμη, «αν το «Οχι» κερδίσει, όλα θα μείνουν τα ίδια, αλλά με τον Ρέντσι αποδυναμωμένο. Ωστόσο αυτή θα είναι η ευκαιρία για το Φόρτσα Ιτάλια και τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι να επιστρέψει στα πράγματα, συνομιλώντας με ό,τι θα έχει απομείνει από το κόμμα του Ρέντσι για την πιθανότητα σχηματισμού μιας κυβέρνησης συνασπισμού και έτσι να προχωρήσουν σε εκλογές, ώστε να διασφαλιστεί ότι το Κίνημα των Πέντε Αστέρων δεν θα νικήσει. Η εκτίμηση ότι η ψήφος υπέρ του «Οχι» θα φέρει την Ευρωπαϊκή Ενωση και την ευρωζώνη ένα βήμα πιο κοντά στη διάλυση είναι υπερβολική».
Αν οι δημοσκοπήσεις που δίνουν προβάδισμα πέντε με οκτώ μονάδες στο «Οχι» επιβεβαιωθούν, ποιοι θα είναι οι λόγοι που θα έχουν οδηγήσει σε αυτή την ψήφο; ρωτήσαμε τον καθηγητή Παβοντσέλο. «Κατ’ αρχάς να πω ότι υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων, ίσως το ένα τέταρτο του συνόλου των ψηφοφόρων. Προς το παρόν όμως το «Οχι» προηγείται. Οι λόγοι για αυτό είναι περισσότερο πολιτικοί και δεν έχουν να κάνουν τόσο με τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις. Μια μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων υποστηρίζει το «Οχι» επειδή θέλει να πέσει ο Ρέντσι. Πρόκειται για ανθρώπους που θα έπρεπε να είναι πολύ ευχαριστημένοι με τις μεταρρυθμίσεις. Για παράδειγμα, ο Μπερλουσκόνι, ο οποίος επί χρόνια υποστήριζε αυτού του είδους τις μεταρρυθμίσεις, τώρα προτρέπει τον κόσμο να ψηφίσει «Οχι». Η άλλη ομάδα οπαδών του «Οχι» δεν είναι ενάντια στη μεταρρύθμιση αλλά στον συνδυασμό αυτής με τον νέο εκλογικό νόμο. Αισθάνονται ότι ένας πολιτικός σχηματισμός με πολύ μικρή πλειοψηφία θα καθορίζει την απόλυτη πλειοψηφία στην Κάτω Βουλή. Ανησυχούν μήπως συμβεί αυτό και για πέντε χρόνια ένα κόμμα κάνει ό,τι θέλει, με την παράλληλη μείωση των εξουσιών της Γερουσίας» μας εξήγησε.
ΑΥΣΤΡΙΑ
«Ο Χόφερ μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για τις βουλευτικές εκλογές του 2018»
Τι θα σημαίνει για την Αυστρία αλλά και κατ’ επέκταση για την Ευρωπαϊκή Ενωση μια πιθανή νίκη του Νόρμπερτ Χόφερ στις προεδρικές εκλογές της 4ης Δεκεμβρίου; Οπως είπε στο «Βήμα» ο Φάμπιο Βολκενστάιν (φωτογραφία), συνεργάτης του ερευνητικού κέντρου Justitia Amplificata του Πανεπιστημίου Γκαίτε της Φρανκφούρτης και ειδικός στη δημοκρατική θεωρία και στον λαϊκισμό, «η νίκη του Χόφερ θα σημάνει πρώτα από όλα την κανονικοποίηση και τη νομιμοποίηση του FPO ως μιας μεγάλης δύναμης του αυστριακού πολιτικού συστήματος. Θα δείξει ότι παρότι τα περισσότερα κόμματα αλλά και μια σημαντική μερίδα των μέσων ενημέρωσης συνεχίζουν να θεωρούν το FPO παρία, η πλειοψηφία των Αυστριακών θέλει για αρχηγό κράτους ένα στέλεχός του».
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι εφόσον ο Χόφερ εκλεγεί «θα προσπαθήσει να κεφαλαιοποιήσει αυτή τη συμβολική νίκη και να γίνει ένας ιδανικός πρόεδρος. Δηλαδή θα παρουσιάζεται ως μετριοπαθής και συμφιλιωτικός και ενίοτε θα ασκεί κριτική στην κυβερνητική πολιτική, ειδικά στο θέμα του μεταναστευτικού, ώστε να δείξει ότι ενδιαφέρεται για τις ανησυχίες του λαού. Αυτή η στρατηγική θα ωφελήσει το FPO που θα παρουσιαστεί ως ένα αξιόπιστο κεντροδεξιό κόμμα, με την ικανότητα να ασκεί πολιτική στο όνομα του συνόλου της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο θα άνοιγε τον δρόμο για μια άνετη νίκη του FPO στις γενικές εκλογές του 2018».
Τόσο στην Αυστρία όσο και αλλού στην Ευρώπη «αυτή τη στιγμή παρακολουθούμε τη διάβρωση των παραδοσιακών κομμάτων σε συνδυασμό με την άνοδο πολιτικών δυνάμεων που αμφισβητούν το ιδεολογικό και θεσμικό κατεστημένο που έχουμε συνηθίσει» συμπλήρωσε ο δρ Βολκενστάιν. Και κατέληξε: «Προκειμένου να αποφύγουν την εκλογική καταστροφή, τα κόμματα του κατεστημένου πρέπει να χτίσουν γέφυρες με τους πολλούς πολίτες που είναι δυσαρεστημένοι με το status quo. Σε όλη την Ευρώπη, το μόνο που έχει κάνει μέχρι τώρα το πολιτικό κατεστημένο ως απάντηση στα ακροδεξιά κόμματα είναι να τα δαιμονοποιεί και να αντιγράφει εν μέρει τις πολιτικές προτάσεις τους. Με αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί να προκύψει κάποια αξιόπιστη πολιτική εναλλακτική».
ΑΥΣΤΡΙΑ
Φιγιόν: ένας νοσταλγός της Θάτσερ απέναντι στη Λεπέν

Ποιος θα μπορούσε να κρατήσει μακριά από το Μέγαρο των Ηλυσίων τη –ενισχυμένη στις δημοσκοπήσεις –Μαρίν Λεπέν του Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας; Οπως μας είπε ο Τζον Γκάφνι (φωτογραφία), καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Αστον στη Βρετανία και συγγραφέας του βιβλίου Η πολιτική ηγεσία στη Γαλλία: Από τον Σαρλ ντε Γκολ στον Νικολά Σαρκοζί (Palgrave, 2012), ο Φρανσουά Φιγιόν –η μεγάλη έκπληξη του πρώτου γύρου των προκριματικών των Ρεπουμπλικανών για το χρίσμα –αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο για τη Λεπέν από τον πιο μετριοπαθή αντίπαλό του Αλέν Ζιπέ.

«Γενικά πιστεύεται ότι η Λεπέν θα φτάσει σίγουρα στον δεύτερο γύρο των εκλογών με ποσοστό που θα αγγίζει ακόμη και το 30% αλλά μετά θα χάσει από τον αντίπαλό της, όποιος και αν είναι αυτός, με εξαίρεση ίσως τον Φρανσουά Ολάντ. Ομως, μετά τις ευρωεκλογές, τις γερμανικές τοπικές εκλογές, το Brexit, τον Τραμπ, την κατάσταση στην Ολλανδία, την Αυστρία, την Ουγγαρία και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία, έχει γίνει ξεκάθαρο ότι ούτε οι αναλυτές ούτε οι δημοσκόποι έχουν ιδέα τι συμβαίνει στην Ευρώπη. Αν σε αυτά προστεθεί η μεγάλη δυσαρέσκεια στη Γαλλία με την κυβέρνηση και το πολιτικό κατεστημένο, έχουμε μια κατάσταση δραματική και ρευστή»
σχολίασε ο καθηγητής Γκάφνι.
Και προσέθεσε: «Εχουμε λοιπόν τον Ζιπέ και τον Φιγιόν. Ο Φιγιόν ήταν η μεγάλη έκπληξη του πρώτου γύρου. Κατ’ αρχάς πρόκειται για μια ψήφο ενάντια στον Σαρκοζί. Αλλά παράλληλα, ο Φιγιόν απειλεί περισσότερο τη Λεπέν από τον Ζιπέ. Βρίσκεται πιο κοντά στους «φονταμενταλιστές» καθολικούς. Απειλεί περισσότερο τη Λεπέν, επειδή οι θέσεις του βρίσκονται πιο κοντά στην Ακροδεξιά. Κάποιες απόψεις του είναι παρόμοιες με του Σαρκοζί αλλά οι δυο τους έχουν πολύ διαφορετική προσωπικότητα αφού, σε αντίθεση με τον πρώην πρόεδρο, ο Φιγιόν διατηρεί χαμηλό προφίλ και εμφανίζεται καθησυχαστικός. Στην οικονομία, σε αντίθεση με τη Λεπέν που όπως ο Τραμπ προτάσσει τον προστατευτισμό και τις εύκολες λύσεις του τυπικού λαϊκισμού λέγοντας στους εργάτες και στους αδύναμους να την ακολουθήσουν, ο Φιγιόν –θαυμαστής της Θάτσερ –υποστηρίζει τις βαθιές μεταρρυθμίσεις και το άνοιγμα των αγορών».
Αν η δημοτικότητα της Λεπέν συνεχίσει την ανοδική της πορεία μπορεί να δούμε και τους αντιπάλους της να καταφεύγουν και εκείνοι στο οπλοστάσιο του λαϊκισμού; ρωτήσαμε. «Η Λεπέν θα χρησιμοποιήσει τον λαϊκισμό στο έπακρο. Ο Φιγιόν –ή ο Ζιπέ –δεν θα μπορεί να κάνει το ίδιο καθώς η απήχησή του οφείλεται στο γεγονός ότι είναι αντιδημαγωγός. Αυτό που θα κάνει θα είναι να δώσει βάση σε μια προσωποκεντρική προεκλογική εκστρατεία που θα έχει απήχηση στη «La France profonde» (τη βαθιά Γαλλία): την ήσυχη, αγροτική Γαλλία των μικρών πόλεων. Παρότι στη χώρα παρατηρείται μια ανησυχητική λαϊκιστική/ακροδεξιά τάση, υπάρχει και μια πραγματική πολιτική ευφυΐα στην κουλτούρα και στο εκλογικό σώμα. Και ο ρεπουμπλικανός υποψήφιος θα απευθυνθεί σε αυτή» είπε ο καθηγητής Γκάφνι.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ