O Γιάννης Χουβαρδάς, τότε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, είχε την ιδέα να προτείνει στον Δημήτρη Μαρωνίτη τη θεατρική μεταφορά των 24 ραψωδιών της «Ιλιάδας» στη δική του μετάφραση. Eτσι από τις 14 Οκτωβρίου του 2010 ως τις 5 Απριλίου του 2011 και υπό τον τίτλο «Αρχαία κληρονομιά, νέα προοπτική» είκοσι τρεις γυναίκες ηθοποιοί μαζί με ισάριθμους συνεργάτες (σκηνοθέτες, μουσικούς, σκηνογράφους) ζωντάνεψαν, ανά εβδομάδα, κάθε μία από τις ραψωδίες στην Αίθουσα Εκδηλώσεων στο κτίριο Τσίλλερ. Το εγχείρημα αποδείχθηκε εξαιρετικά επιτυχές.
Ο Γιάννης Χουβαρδάς θυμάται για «Το Βήμα» τη συνεργασία με τον Δημήτρη Μαρωνίτη, από το Α ως το Ω…
«Μου είχε κάνει τρομακτική εντύπωση το γεγονός ότι ήταν παρών σε όλες τις παραστάσεις, ανελλιπώς. Λάμβανε μέρος όπου μπορούσε, γιατί σε κάποιες τον είχαν εμπλέξει με έναν τρόπο οι συντελεστές, σε άλλες αναζητούσε τρόπο να εμπλακεί ο ίδιος και σε όσες δεν είχε εμπλακεί άμεσα, ήταν ένα βασικό συστατικό της όλης διαδικασίας: Με την ενέργειά του, με τον τρόπο του ήταν εκεί και παρακολουθούσε.
Οι αντιδράσεις του ήταν έντονα συναισθηματικές. Αλλοτε βούρκωνε, άλλοτε έκλαιγε με λυγμούς. Δεν έκανε παρεμβάσεις. Ηταν από πάνω, χωρίς να παρεμβαίνει επί της ουσίας. Μετά την παράσταση έλεγε τη γνώμη του, ακόμα κι αν κάτι δεν του άρεσε, ακόμα κι αν είχε θυμώσει.
Εξαρχής του είχα προτείνει να κλείσει ο ίδιος τον κύκλο των ραψωδιών, όπως και έγινε.
Είναι αλήθεια ότι όταν του έκανα την πρόταση, είχε ενθουσιαστεί, γιατί αμέσως κατάλαβε ότι αυτός ο κύκλος έκρυβε εν σπέρματι μια πολιτιστική ιστορία, σαν να αντανακλούσε όλη αυτή τη μεταφραστική ιστορία. Τον ενδιέφερε πάρα πολύ γιατί κατάλαβε ότι όλο αυτό θα έχει ένα ζωντανό αποτέλεσμα, προσλήψιμο από το κοινό.
Ο ίδιος αντιπρότεινε, στη δική μου πρόταση για μια συμβολική αμοιβή, την πλήρη παραχώρηση της μετάφρασής του στο Εθνικό Θέατρο.
Με τον Δημήτρη Μαρωνίτη γνωριζόμαστε από την εποχή του Αμόρε. Ερχόταν στις παραστάσεις μας. Είχε μεταφράσει τη «Φαίδρα» του Ρακίνα για τη δική μου παράσταση, το ’92. Ηταν ένας μονίμως ενεργός άνθρωπος. Οχι ένας γραφιάς, ούτε ένας διανοούμενος του γραφείου. Αργότερα τον έβλεπα και σε άλλες παραστάσεις.
Μετά την Ιλιάδα συνδεθήκαμε περισσότερο. Ηταν μια αφορμή για να έρθουμε πιο κοντά. Διατηρήσαμε μια ζεστή σχέση και εγώ, από τη δική μου πλευρά, ένιωθα μεγάλο σεβασμό για εκείνον».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ