Jennifer Clarke, Asteris Huliaras, Dimitri A. Sotiropoulos
Austerity and the third sector in Greece.
Civil society at the European frontline
Εκδόσεις Ashgate, Farnham, Surrey, 2015,
σελ. 273, τιμή 70 στερλίνες

Η κρίση έφερε στο χαμηλότερο διαχρονικά σημείο της την εμπιστοσύνη στους πολιτικούς θεσμούς, αλλά έδωσε ώθηση στον παραδοσιακά χαμηλό βαθμό εθελοντισμού και σε πρωτοβουλίες μη κρατικών δρώντων. Αν και οι ανεπάρκειες του κράτους πρόνοιας δεν είναι νέες, οι πολιτικές λιτότητας έπληξαν σημαντικά τη δυνατότητα του κράτους να στηρίζει τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες τη στιγμή που αυτές πολλαπλασιάζονταν και οι ανάγκες τους άλλαζαν.

Aτυπα δίκτυα ενεργοποιούνται για την ανταπόκριση σε βασικές ανάγκες επιβίωσης και παράλληλα πραγματοποιούνται διαδηλώσεις και συσπειρώσεις «πολιτικής ανυπακοής» («Aγανακτισμένοι, «Δεν πληρώνω» κ.ά.). Δημοκρατία και αλληλεγγύη εν δράσει; Εχει κάτι αλλάξει στην κοινωνία πολιτών στην Ελλάδα;
Ενώ στον τίτλο του συλλογικού τόμου, που επιμελήθηκαν οι Τζένιφερ Κλαρκ, Αστέρης Χουλιάρας και Δημήτρης Α.
Σωτηρόπουλος, αναφέρεται ο «τρίτος τομέας» ως όρος περιγραφικός (ούτε κράτος ούτε αγορά), ο προβληματισμός των συγγραφέων περιστρέφεται γύρω από την «κοινωνία πολιτών»: έννοια που συχνά φέρει θετικό φορτίο και συσχετίζεται με την εμπιστοσύνη και το κοινωνικό κεφάλαιο.
Τίθενται λοιπόν ερωτήματα για τις σχέσεις αυτών των συγγενών αλλά όχι ταυτόσημων εννοιών. Οι συγγραφείς δεν υιοθετούν ενιαία προσέγγιση. Θα ήταν άλλωστε δύσκολο όταν στη διεθνή βιβλιογραφία η συζήτηση συνεχίζεται. Η ποικιλία των προσεγγίσεων δημιουργεί κάποια σύγχυση στον αναγνώστη, αλλά παρέχει σε κάθε συγγραφέα την ευκαιρία να αναδείξει μια διαφορετική πτυχή των ανακατατάξεων από το 2010 και μετά.
Είναι αδύναμη η κοινωνία πολιτών στην Ελλάδα; Τι περιλαμβάνει; Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, άτυπες σχέσεις και δίκτυα, πρωτοβουλίες πολιτών, κοινωνικά κινήματα; Ποιον ρόλο παίζει η συνεργασία ή η χρηματοδότηση από το κράτος, συμπεριλαμβανομένης και της αυτοδιοικητικής του έκφρασης; Πρέπει να απαλλαγεί ο «τρίτος τομέας» από την κυριαρχία των ΜΚΟ για να συμπεριλάβει και άλλες εκφράσεις κοινωνικής κινητοποίησης; Μήπως η «αδυναμία» της κοινωνίας πολιτών είναι αποτέλεσμα ενός ορισμού που αντανακλά τα συμβαίνοντα σε άλλες (δυτικές) κοινωνίες και στον οποίο η ελληνική περίπτωση δεν βρίσκει θέση; Ατυπες σχέσεις και δίκτυα (στα οποία βρίσκουν τη θέση τους και οι πελατειακές σχέσεις) συνιστούν μια μορφή κοινωνικού κεφαλαίου που ενεργοποιείται σε συνθήκες κρίσης.
Μήπως λοιπόν η αδύναμη κοινωνία πολιτών είναι ένας «μύθος» επειδή δεν λαμβάνεται υπόψη ο ρόλος των άτυπων σχέσεων και δικτύων και η επιμεριστική (σε αντίθεση με τη γενικευμένη) εμπιστοσύνη, που όμως παράγουν κοινωνική συνοχή; Μήπως ηθελημένα παραγνωρίζονται τα κινήματα διαμαρτυρίας με το δυνητικά ανατρεπτικό δυναμικό; Ορισμένοι από τους συγγραφείς του τόμου διαφωνούν στον χαρακτηρισμό της ως αδύναμης, αλλά σε ένα συμφωνούν όλοι: στον αρνητικό ρόλο του πληθωρικού κράτους και της υπερ-κομματικοποίησης που διαβρώνει αυτόνομες μορφές δράσης.
Ποια χαρακτηριστικά έχει η κινητικότητα στην κοινωνία πολιτών στα χρόνια της κρίσης; Πώς τοποθετείται απέναντι στο κράτος και στα κόμματα; Από τη μια, το κράτος συνέβαλε διά της απόσυρσής του στην ανάπτυξη νέων κοινωνικών πρωτοβουλιών. Από την άλλη, επιζητείται ο ρόλος του στην ενίσχυση των οργανώσεων πολιτών, π.χ. μέσω χρηματοδότησης ή ευνοϊκής φορολόγησης.
Οι αλλαγές που παρατηρούνται στην κοινωνία πολιτών συνδέονται με τη δύσκολη συγκυρία. Δεν είναι σαφές αν σηματοδοτούν αλλαγή της κυρίαρχης πολιτικής κουλτούρας και του ατομικισμού που τη χαρακτηρίζει. Δεν μπορεί να εκτιμηθεί πόσο διατηρήσιμη είναι η κινητοποίηση των πολιτών καθώς ήταν υποτονική πριν από την κρίση. Αν είναι αποτέλεσμα μιας «στρατηγικής επιβίωσης» για εκείνους που έχουν πληγεί από την κρίση, οι προοπτικές δεν είναι θετικές.
Πάντως η κρίση και η λιτότητα έχουν επιπτώσεις στις ΜΚΟ γιατί τα μέσα που διαθέτουν περιορίζονται και η διάθεση οικονομικής υποστήριξής τους μειώνεται μαζί με το εισόδημα, ενώ μετακινείται και το ενδιαφέρον προς οργανώσεις που παρέχουν κοινωνικό έργο σε αντίθεση με άλλες (π.χ., περιβαλλοντικές). Οι ευρωπαϊκοί πόροι που είχαν αποτελέσει έναυσμα για την ανάπτυξη των ΜΚΟ δημιουργούν εξάρτηση από τις προτεραιότητες της ΕΕ αλλά και από τη δυνατότητα της χώρας να συμβάλει με δική της χρηματοδότηση. Παράλληλα οι ομάδες-στόχος μεταβάλλονται και διευρύνονται ως αποτέλεσμα μιας κοινωνικής υπευθυνότητας έναντι των παρουσών δυσμενών συνθηκών.
Τα επί μέρους κεφάλαια αναδεικνύουν τις εσωτερικές αντιθέσεις στην κοινωνία πολιτών. Ο περιορισμός της χρηματοδότησης λειτουργεί ενδεχομένως υπέρ άτυπων κοινωνικών δικτύων υποστήριξης, οφείλουν όμως αυτά να συνεργαστούν με το κράτος; Μήπως οι πρωτοβουλίες της κοινωνίας πολιτών παίζουν το παιχνίδι της απο-πολιτικοποίησης; Μήπως αναλαμβάνουν κρατικές λειτουργίες (ως «σκιώδες κράτος») απαλλάσσοντάς το από τις ευθύνες του; Και πώς συμβαδίζει η θετική αντίληψη της κινητοποίησης της κοινωνίας πολιτών με τις ρατσιστικές εκδηλώσεις της;
Δεκατρία κεφάλαια και 15 συγγραφείς θέτουν κρίσιμα ερωτήματα γύρω από τη δυνατότητα και τις προεκτάσεις των μορφών κινητοποίησης που ανέδειξε η συμπίεση της κοινωνίας στη μέγγενη της κρίσης. Από διαφορετικές αφετηρίες μας δίνουν ένα πανόραμα των αλλαγών και έναν πλούσιο προβληματισμό γύρω από τη σημασία τους. Ενα επόμενο βήμα θα ήταν η επεξεργασία ενός θεωρητικού πλαισίου που θα συνόψιζε και θα οργάνωνε τις παραμέτρους των εξελίξεων αυτών.
Η κυρία Καλλιόπη Σπανού είναι καθηγήτρια του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ