Περπατούν επί 13 χρόνια το βορειοδυτικό ορεινό τμήμα του Νομού Γρεβενών, παρατηρούν πέτρα την πέτρα, μελετούν κοφτερά θραύσματα λίθων, αποκρούσματα κροκάλας, λίθινα αντικείμενα ψάχνοντας για «μια μέρα» των παλαιολιθικών και μεσολιθικών κυνηγών της περιοχής.
Εκεί στα ψηλά, σε υψόμετρο από 1.400 μ. ως και πάνω από 2.000 μ., όπου εδώ και εκατοντάδες χρόνια βόσκουν τα πρόβατά τους οι εποχικά μετακινούμενοι βλάχοι κτηνοτρόφοι, εντόπισαν οι επίμονοι ερευνητές σαν τον καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ κ. Νίκο Ευστρατίου μια απρόσμενη προϊστορική καθημερινότητα.
Ανθρωποκεντρική, άλλωστε, η προσέγγισή του, όπως εκείνη του μεγάλου δασκάλου της Αρχαιολογίας Γιώργου Χουρμουζιάδη, που καθόριζε ως ουσία του αρχαιολογικού υλικού τον άνθρωπο: «Προέχει η αναζήτηση της ανάγκης που ώθησε τον άνθρωπο στη δημιουργία του αντικειμένου που φθάνει στα χέρια μας ως εύρημα και η μελέτη του ίδιου του ανθρώπου, ο οποίος σε τελευταία ανάλυση είναι και ο δημιουργός του» έλεγε.


Οργανωμένες ομάδες στα ψηλά

Τα ευρήματα της ερευνητικής ομάδας του κ. Ευστρατίου καταδεικνύουν ότι στα βουνά της Πίνδου υπήρχε οργανωμένη ανθρώπινη παρουσία και αναδεικνύουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο των ορεινών όγκων στις προϊστορικές εξελίξεις του ελλαδικού χώρου. Οι ερευνητές σαρώνουν την περιοχή που οριοθετείται από τα χωριά Σαμαρίνα, Σμίξη, Αβδέλλα και Περιβόλι, όπως και τα χωριά Πολυνέρι, Φιλιππαίοι και Πανόραμα. Ο χώρος της έρευνάς τους περιελάμβανε τμήματα του Σμόλικα όπως το ύψωμα «Γκουργκούλια» και της Βασιλίτσας που ξεπερνούν σε υψόμετρο τα 2.000 μ., καθώς και τους ενδιάμεσους ορεινούς όγκους που περικλείουν τα ποτάμια Σαμαρινιώτικο και Φιλιππιώτικο και οι οποίοι φτάνουν και τα 1.800 μ. υψόμετρο.
Η έρευνα έφερε στο φως για πρώτη φορά πέρυσι το καλοκαίρι λίθινα εργαλεία της Υστερης Παλαιολιθικής (30.000 – 10.000 π.Χ.) και Πρώιμης Μεσολιθικής (9.000 χρόνια πριν από σήμερα) που ήρθαν να προστεθούν σε αυτά της Μέσης Παλαιολιθικής (70.000-40.000 π.Χ.) και ήταν γνωστά από τα προηγούμενα χρόνια. Αν και παρόμοια ευρήματα έχουν ήδη βρεθεί σε θέσεις της γειτονικής Ηπείρου, «είναι η πρώτη φορά που τα εντοπίζουμε ανατολικότερα και κυρίως σε τόσο μεγάλα υψόμετρα» σημειώνει ο κ. Ευστρατίου. Και αυτό είναι κάτι που αποδεικνύει, όπως εξηγεί, ότι κυνηγετικές ομάδες αυτών των περιόδων, ακολουθώντας πιθανότατα τα θηράματά τους, διέσχιζαν τις αλπικές κορυφογραμμές της Δυτικής Πίνδου σε μια περίοδο που οι παγετώνες είχαν ξεκινήσει να λιώνουν –σίγουρα μετά την κορύφωση της Τελευταίας Παγετώδους Περιόδου –διευκολύνοντας τις μετακινήσεις τους.
Ανακάλυψαν τους… δρόμους της ανάγκης που επέβαλλαν στους πρώτους ανθρώπους της γης της Σαμαρίνας να ανεβούν τόσο ψηλά, να φέρουν τα εργαλεία τους αλλά και να προμηθευτούν από σημεία-κλειδιά την πρώτη ύλη των εργαλείων τους. Η ανάλυση μεγάλων φολίδων που βρίσκονται διάσπαρτες στον χώρο «μικρών βράχων πρώτης ύλης», «χώρων αποφλοίωσης», περιγράφει διαφορές που αποδίδονται είτε σε διαφορετικά στάδια επεξεργασίας τους είτε σε διαφορετικές κυνηγετικές και άλλες δραστηριότητες.
Στα βήματα των κυνηγών

Ακολουθώντας τα βήματα των κυνηγών οι αρχαιολόγοι χάραξαν, έστω σχηματικά, προϊστορικές διαδρομές σε χώρους όπως «πηγές εκμετάλλευσης πρώτων υλών», «κατασκηνώσεις διαμονής», «εργαστήρια κατασκευής εργαλείων» αλλά και «μονοπάτια» που όλα δείχνουν ότι ακολουθούσαν οι παλαιολιθικοί κυνηγοί.
Σε αντίθεση με τους Νεάντερταλ κυνηγούς της Μέσης Παλαιολιθικής, οι sapiens κυνηγοί της Υστερης Παλαιολιθικής έφερναν μαζί τους εργαλεία τα οποία ήταν φτιαγμένα από καλής ποιότητας πρώτη ύλη που ήταν άγνωστη στην περιοχή της Σαμαρίνας. Η παρουσία «τερματικών ξέστρων» (τύπος εργαλείων) και μικρολεπίδων δείχνει ότι ίσως ασχολούνταν και με άλλες δραστηριότητες εκτός των κυνηγετικών. Οι αρχαιολόγοι δεν γνωρίζουν ακόμη πού βρίσκονται οι πηγές αυτές του καλού πυριτόλιθου, ίσως κάπου στις χαμηλότερες περιοχές γύρω από τις λίμνες της Καστοριάς και των Ιωαννίνων.
Πιστεύουν ότι το κλειδί για την αναγνώριση της κινητικότητας των παλαιολιθικών ομάδων στο τέλος του Πλειστόκαινου και στις αρχές του Ολόκαινου στη Βορειοδυτική Ελλάδα περνά αναπόφευκτα μέσα από τη μελέτη των πηγών της πρώτης ύλης που χρησιμοποιούσαν για να φτιάξουν τα εργαλεία τους, πολλά από τα οποία βρίσκει κανείς σήμερα διάσπαρτα σε όλον τον ορεινό και αλπικό όγκο της Πίνδου και μάλιστα στα πιο απρόσμενα σημεία της.
Πάντως η αλπική περιοχή γύρω από τη Σαμαρίνα στην Πίνδο ξεχωρίζει σε ευρωπαϊκό (και όχι μόνο) επίπεδο για τον πλούτο της σε «μεσοπαλαιολιθικές» θέσεις μεγάλων υψομέτρων (αλπικών). Μετρημένες στα δάχτυλα σε όλον τον κόσμο είναι θέσεις όπου έχουν εντοπισθεί εργαλειακά σύνολα από πυριτόλιθο, κατασκευασμένα σύμφωνα με την τεχνική Λεβαλουά ως προς τον τρόπο απόκρουσης των λίθων και με τη λεγόμενη Μουστέρια τυπολογία της «κατεργασίας» των λίθων, κατάλοιπα ομάδων κυνηγών-τροφοσυλλεκτών. Τέτοιες έχουν εντοπιστεί μόνο σε ορεινές-αλπικές περιοχές όπως η Ροδόπη στα Βαλκάνια, οι Αλπεις στην Κεντρική Ευρώπη, ο Καύκασος, τα βουνά του Ζάγρου στο Ιράν και Αλτάι στη Μογγολία.
Σήμερα, έπειτα από πολλά χρόνια έρευνας, οι αρχαιολόγοι αναδεικνύουν τους λόγους για τους οποίους αξίζει η… εμμονή στο παλαιολιθικό ενδιαφέρον της ορεινής και αλπικής περιοχής της Σαμαρίνας και του Σμόλικα.
Εκτός των άλλων, μείζονος σημασίας είναι η εξαιρετική «αρχαιολογική ορατότητα» του χώρου πάνω από τα 1.400 μ. υψόμετρο εξαιτίας:
  • Της βόσκησης χιλιάδων ζώων για εκατοντάδες χρόνια από τους εποχικά μετακινούμενους βλάχους κτηνοτρόφους και μάλιστα σε μια μεγάλη γκάμα υψομέτρων που οδήγησε στην υποχώρηση της φυσικής βλάστησης.
  • Της συστηματικής αποψίλωσης των δασών από τους κατοίκους για τους ίδιους λόγους.
  • Των εκτεταμένων επεισοδίων διάβρωσης λόγω του μεγάλου υψομέτρου (βροχή, χιόνι κ.τ.λ.).
  • Της έλλειψης εντατικής ορεινής κατοίκησης, που συνδέεται με ό,τι ονομάζουμε σήμερα «σύγχρονη εξέλιξη» (απουσία λ.χ. μεγάλης έκτασης οικοδομικών δραστηριοτήτων κ.τ.λ.).
«Πρόκειται για αυτούς ακριβώς τους λόγους που άλλες αλπικές περιοχές της Ευρώπης όπως λ.χ. οι Αλπεις παραμένουν πολύ λιγότερο «αποκαλυπτικές»» τονίζει ο κ. Ευστρατίου.

HeliosPlus