Το Βήμα – The Project Syndicate


Για οποιονδήποτε άνω των 60 χρόνων που παρακολουθεί τις διεθνείς υποθέσεις ο όρος «δύο Κίνες» αφορά στον μετά το 1949 ανταγωνισμό για διπλωματική αναγνώριση που εξαπέλυσε η ηπειρωτική («Κόκκινη») Κίνα και η Ταϊβάν ή πιο επίσημα, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και η Δημοκρατία της Κίνας. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970 σχεδόν όλες οι χώρες είχαν συστρατευθεί με την αξίωση της Λαϊκής Δημοκρατίας να αναγνωρίζεται μόνο εκείνη ως η νόμιμη κυρίαρχη κυβέρνηση της Κίνας. Η ενδοχώρα ήταν απλά πολύ μεγάλη και πολύ σημαντική οικονομικά και στρατηγικά για να αποξενωθεί. Σήμερα, αναδύεται ένας νέος και πολύ διαφορετικός ορισμός της έκφρασης «δύο Κίνες».

Αφορά στο αν η Κίνα γίνεται καλύτερα κατανοητή ως μία ισχυρή χώρα, με ένα ευοίωνο μέλλον παρά τις οποίες βραχυπρόθεσμες δυσκολίες ή – αντίθετα – ως μία χώρα που αντιμετωπίζει σοβαρά δομικά προβλήματα και αβέβαιες μακροπρόθεσμες προοπτικές. Κοντολογίς μπορούμε τώρα να διακρίνουμε δύο διαφορετικές Κίνες. Αλλά ποια θα επικρατήσει;
Μέχρι πριν από λίγο καιρό δεν υπήρχε λόγος να γίνει αυτή η ερώτηση. Η οικονομία της Κίνας μεγάλωνε με έναν εντυπωσιακό ρυθμό ανάπτυξης, 10% ή και παραπάνω τον χρόνο, για τρεις και πλέον δεκαετίες.
Η Κίνα ξεπέρασε την Ιαπωνία ως η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζοι εισήλθαν στη μεσαία τάξη. Το κινεζικό μοντέλο της αυταρχικής αποτελεσματικότητας προσέλκυε πολλές άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, ειδικά στην απαρχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008, που δυσφήμισε τον αμερικανικού τύπου φιλελεύθερο καπιταλισμό. Αλλά η ερώτηση για το μέλλον της Κίνας έγινε αναπόφευκτη. Επίσημα, η οικονομική ανάπτυξη επιβράδυνε γύρω στο 7%, αλλά πολλοί πιστεύουν ότι το πραγματικό μέγεθος είναι γύρω στο 5%. Η επιβράδυνση μπορεί να μην αποτελεί έκπληξη καθώς όλες οι αναπτυσσόμενες οικονομίες αντιμετωπίζουν κάτι παρόμοιο καθώς μεγαλώνουν και ωριμάζουν.
Παρ’ όλα αυτά η ταχύτητα και ο βαθμός της αλλαγής έπιασαν απροετοίμαστες τις Αρχές και τροφοδότησαν τους φόβους των αξιωματούχων ότι η ανάπτυξη δεν θα επαρκέσει για να καλύψει τις ανάγκες εκσυγχρονισμού της χώρας. Η ανησυχία της κυβέρνησης έγινε εμφανής με την παρέμβασή της στο χρηματιστήριο και την υποτίμηση – έκπληξη του ρενμπινμπί, που αποδεικνύει ότι η απομάκρυνση από την ανάπτυξη που βασίζεται στις εξαγωγές δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Στο μεταξύ η εκστρατεία κατά της διαφθοράς του προέδρου Σιν Τζινπίνγκ φαντάζει σαν μία στρατηγική για να εδραιώσει την εξουσία του παρά σαν μία προσπάθεια μεταρρύθμισης της Κίνας για το καλό της οικονομίας και της κοινωνίας.
Η διαφθορά είναι ενδημική και η εκστρατεία του Σι παραμένει δημοφιλής, όμως αποθαρρύνει πολλούς αξιωματούχους από το να λαμβάνουν αποφάσεις αφού φοβούνται μην υποστούν ποινικές διώξεις στο μέλλον. Εκτός από την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας ακούμε συχνά και για τις σοβαρές επιπτώσεις της κινεζικού μοντέλου στο περιβάλλον. Σύμφωνα με μία εκτίμηση η ατμοσφαιρική ρύπανση σκοτώνει περίπου 1,6 εκατομμύρια Κινέζους τον χρόνο. Επιπλέον ο πληθυσμός της Κίνας γερνάει εξαιτίας της δρακόντειας πολιτικής του ενός παιδιού. Είναι εμφανές ότι οι ηγέτες της Κίνας θέλουν την οικονομική ανάπτυξη που παράγει ο καπιταλισμός αλλά χωρίς τα αρνητικά που τον συνοδεύουν. Επιθυμούν την καινοτομία που παράγει μία ανοικτή κοινωνία αλλά χωρίς την πνευματική ελευθερία που την ορίζει.
Ορισμένοι παρατηρητές που φοβούνται την άνοδο της Κίνας, θα δεχτούν με αγγαλίαση τις σημερινές της δυσκολίες. Αλλά αυτό μπορεί να αποδειχθεί κοντόφθαλμη αντίδραση. Μία Κίνα με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μπορεί να υπονομεύσει την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη. Θα είναι λιγότερο πρόθυμος εταίρος στην αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων, όπως η κλιματική αλλαγή. Πιο επικίνδυνο από όλα, μία Κίνα με δυσκολίες είναι πιθανό να γίνει πιο επιθετική στο εξωτερικό προκειμένου να στρέψει το κοινό μακριά από την χαμηλή οικονομική ανάπτυξη και την έλλειψη πολιτικών ελευθεριών. Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό κάνει στη Νότια Κινεζική Θάλασσα.
Ο εθνικισμός μπορεί να γίνει η μεγαλύτερη πηγή νομιμοποίησης του κυβερνώντος κόμματος που δεν θα μπορεί πια να δείχνει στη μεγάλη άνοδο του βιοτικού επιπέδου. Η κυβέρνηση πρέπει να βρει τη σωστή ισορροπία μεταξύ των κυβερνητικών συμφερόντων και των ατομικών δικαιωμάτων, μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος και μεταξύ του ρόλου των αγορών και του ρόλου του κράτους. Οι επιλογές που αντιμετωπίζει η Κίνα είναι δύσκολες και αναπόφευκτες. Οι σημαντικές κοινωνικές συγκρούσεις δεν μπορούν να αποκλειστούν. Το βέβαιο είναι ότι οι τρεις επόμενες δεκαετίες δεν θα αντικατοπτρίζουν τις προηγούμενες τρεις.
O κ. Richard N. Haass είναι Αμερικανός διπλωμάτης και συγγραφέας.