Εχει σχέδιο η κυβέρνηση; Το αρχικό της, η κατάργηση των μνημονίων και η υιοθέτηση πολιτικών τόνωσης της αγοράς, βασισμένων στην αναδιάρθρωση των δανειακών υποχρεώσεων, δεν μπόρεσε να τo επιβάλει, αν και τη μάχη, όσο μπορούσε την έδωσε. Αλλά υπάρχει πολιτική δύναμη που μπορεί να έχει το δικό της ολοκληρωμένο σχέδιο κάτω από τις δεδομένες συνθήκες; Εκτός αν κάνει σημαία της τις απαιτήσεις των δανειστών, που πράγματι έχουν μια φιλοσοφία αλλαγής της ελληνικής κοινωνίας, αν και στην πραγματοποίησή της αποδείχτηκε και αντιφατική και προπαντός καταστροφική. Πώς θα πορευτεί λοιπόν η χώρα για να εφαρμόσει ένα τριετές πρόγραμμα το οποίο, ούτε η κυβέρνηση δεν πιστεύει, αλλά και η αντιπολίτευση το θεωρεί ως το μικρότερο κακό; Τα επόμενα χρόνια, η χώρα θα εφαρμόζει μια πολιτική από την οποία θα προσπαθεί να απελευθερωθεί. Δεν είναι μόνο πρόβλημα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά οποιασδήποτε διακυβέρνησης, είτε ειδικού σκοπού, είτε εθνικής συναίνεσης. Οσοι βιάζονται, για λόγους αντιπολιτευτικούς, να επιρρίψουν στον ΣΥΡΙΖΑ τις αντινομίες αυτές, καλό είναι να σκεφτούν ότι απλώς αγγίζουν ένα πρόβλημα που είναι και δικό τους, όλων των πολιτικών κομμάτων, που αφορά δηλαδή την ουσία της πολιτικής στη σημερινή Ελλάδα, δηλαδή σε μια χώρα υπό καθεστώς δανειακής εξάρτησης.
Πώς μπορεί λοιπόν να γίνει διαχειρίσιμη μια παρόμοια συμφωνία; Με την επιφύλαξη ότι σε κάθε στιγμή μπορεί να εκτροχιαστεί, η συμφωνία δεν θα πρέπει να κριθεί μόνο στα πλαίσια ενός δυσμενέστατου συσχετισμού δυνάμεων, ως διαχείριση μιας ήττας. Και τούτο γιατί θα πρέπει να καταλάβουμε ότι οι περιπέτειες που ζούμε τα τελευταία χρόνια είναι ο τρόπος με τον οποίο ξετυλίγεται, εξειδικεύεται και αποτυπώνεται στα καθ’ ημάς μια μεγάλη, ευρύτερη κρίση, η οποία προκύπτει από έναν ακόμη μεγαλύτερο οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό. Αυτόν τον μετασχηματισμό τον βιώνει η Ευρώπη στο σύνολό της, απέναντι στις άλλες μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, αλλά και σε συνεργασία μαζί τους. Βλέπε λ.χ. την προετοιμαζόμενη εμπορική συμφωνία Ευρώπης – ΗΠΑ (ΤΤΙΡ). Η πίεση από αυτές τις μεγάλες μεταβολές μεταφέρεται σ’ εμάς. Δεν πρόκειται για ένα κλειστό νομισματικό ή χρηματοπιστωτικό παιχνίδι όπου κάποιος χάνει και κάποιος κερδίζει, ακόμη κι αν φαίνεται έτσι στις σχέσεις Ελλάδας – Γερμανίας, λιτότητας και αντι-λιτότητας, δυνάμεων που θέλουν την Ευρώπη αυταρχική ή περισσότερο δημοκρατική. Πράγματι, κάποιοι χάνουν και κάποιοι κερδίζουν, αλλά σε ένα πλαίσιο πολύ μεγάλων κοινωνικών αλλαγών, πλανητικής διάστασης. Με ευρώ ή με δραχμή, δεν υπάρχει διαφυγή από το πλαίσιο αυτό. Αν χάσουμε από την οπτική μας τη μεγάλη εικόνα, δεν καταλαβαίνουμε τη μικρή. Εδώ λοιπόν έχεις μια μικρή χώρα, και μια κυβέρνηση που προσπαθεί να προφυλάξει όσα μπορεί, ή να προσαρμοστεί αποφεύγοντας τους δυσμενέστερους όρους, σ’ αυτή την τεκτονική μετατόπιση.
Τούτων δοθέντων, η ελληνική πλευρά πρέπει να έχει έναν συνεκτικό οδικό χάρτη ώστε να ελέγχει την πορεία της. Αυτός ο χάρτης πρέπει να περιλαμβάνει τρία είδη μεταρρυθμίσεων. Α) τις μεταρρυθμίσεις που θέλουν οι δανειστές, β) τις μεταρρυθμίσεις που θέλει η ίδια, και γ) τις μεταρρυθμίσεις του ενδιάμεσου πεδίου ανάμεσα στο τι θέλει η ίδια και στο τι θέλουν οι δανειστές. Αλλά για να έχεις έναν οδικό χάρτη, πρέπει να ξέρεις πού θέλεις να πας. Ο χάρτης είναι το μέσο. Το πού θέλεις να πας είναι ο στόχος.
Με ποιο νόημα μπορούν να επενδυθούν οι θυσίες στις οποίες καλούνται οι Ελληνες να συναινέσουν; Ποτέ η έλλειψη νοήματος δεν ήταν τόσο εμφανής, καθώς κατέρρευσε και το παραμύθι των προηγούμενων κυβερνήσεων πως ό,τι κάνουν το κάνουν για να σώσουν τη χώρα από τον κακό της εαυτό και να την εξορθολογίσουν, αλλά και της πρώην αντιπολίτευσης ότι μπορεί να εξημερώσει τον Μινώταυρο προβάλλοντας τα μίνιμουμ και λογικά (πρόγραμμα Θεσσαλονίκης). Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση τούτη κατόρθωσε να συγκλονίσει την Ευρώπη, φέρνοντας στην επιφάνεια και στο κέντρο της συζήτησης τα προβλήματα που την ταλανίζουν και την απειλούν με διάλυση. Και τα προβλήματα αυτά πρέπει να τα φέρνει συνεχώς στο προσκήνιο. Αλλά για να το κάνει αυτό, πρέπει να καταγγέλλει το πρόγραμμα που η ίδια εφαρμόζει.
Εκείνο που νομίζω πρέπει να επεξεργαστεί η κυβέρνηση είναι μια στρατηγική απάντησης όχι στην κρίση ως κλειστό παιχνίδι με τους δανειστές, αλλά στην κρίση που δημιουργούν οι μεγάλες μεταβολές της εποχής μας. Τα μέτρα του νέου μνημονίου είναι η απάντηση στις μεταβολές αυτές από την άποψη των προνομιούχων ελίτ της ευρωπαϊκής ηπείρου. Ενίσχυση των ισχυρών και βιώσιμων κοινωνικών ομάδων που μπορούν να επωφεληθούν από τις τεχνολογικές μεταβολές και τις γεωοικονομικές ανακατατάξεις. Απόρριψη και περιθωριοποίηση των άλλων. Δημιουργεί μοντέλα πώς πρέπει να κυβερνώνται οι κοινωνίες και πώς πρέπει να είναι τα άτομα κυβερνήσιμα. Η δημοκρατική απάντηση στις μεταβολές αυτές ποια μπορεί να είναι; Αυτό είναι το πρόβλημα: πώς με βάση αξίες και αρχές που έχουν ακόμη νόημα για τους πολίτες θα μπορέσει να συγκροτηθεί, στο νέο περιβάλλον, ένα διαφορετικό μοντέλο διακυβέρνησης και κυβερνησιμότητας; Αυτά προφανώς δεν μαθαίνονται από τα πριν, γιατί δεν υπάρχουν προηγούμενα μοντέλα, αλλά στην πράξη. Ασφαλώς με κόστος. Διαφορετικά η παθητικότητα θα γεννήσει τον κυνισμό τού «όλοι ίδιοι είναι», και της συναίσθησης της αδυναμίας των πολιτών να έχουν τον οποιοδήποτε λόγο σε όσα τους αφορούν. Η κρίση δεν θα κατασπαράξει απλώς πολιτικούς, πολιτικές και κόμματα, όπως έως τώρα, αλλά την ίδια την έννοια της πολιτικής, της δημοκρατικής πολιτικής.
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ