Τον οδικό χάρτη για την επαναφορά του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην κανονικότητα προετοιμάζουν οι τραπεζικές διοικήσεις μετά την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Τα πρώτα σενάρια ενός νέου γύρου ανακεφαλαιοποίησης που μπορεί να συνοδεύεται από συγχωνεύσεις ή ακόμη και συμμετοχή των καταθετών στο πακέτο στήριξης του κλάδου έχουν ήδη αρχίσει να «κυκλοφορούν» στην αγορά.
Τραπεζικά στελέχη συνιστούν «ψυχραιμία», υπογραμμίζοντας ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για το μέγεθος της ζημιάς που έχει γίνει. Προσθέτουν δε πως σε κάθε περίπτωση το ύψος τυχόν νέων κεφαλαιακών αναγκών θα προκύψει μετά τη διενέργεια ασκήσεων αντοχής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), τον επόπτη των τεσσάρων συστημικών ομίλων.
Οι αντοχές


Οπως επισημαίνουν αναλυτές, η «μέτρηση» των κεφαλαιακών αντοχών των ελληνικών τραπεζών είναι πλέον σχετικά εύκολη υπόθεση. Οι αρμόδιες αρχές μόλις πριν από λίγους μήνες ολοκλήρωσαν τον πρώτο ενδελεχή έλεγχο των ισολογισμών τους. Ως εκ τούτου τα νέα stress tests μπορούν να ολοκληρωθούν σύντομα, ακόμη και εντός μερικών εβδομάδων.
Από εκεί και πέρα «το αποτέλεσμά τους θα εξαρτηθεί από τον τρόπο που θα επιλέξει η Φρανκφούρτη να διαχειριστεί το ελληνικό ζήτημα» υπογραμμίζουν οι ίδιες πηγές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των διαφορετικών τρόπων με τους οποίους μπορεί να προσεγγιστεί η κεφαλαιακή ισχύς αποτελούν τα τελευταία stress tests που διενήργησε η Τράπεζα της Ελλάδος το 2014. Τότε η εγχώρια νομισματική αρχή υπολόγιζε τις ανάγκες του συστήματος σε περίπου 6 δισ. ευρώ, την ίδια στιγμή που το ΔΝΤ εκτιμούσε ότι θα έπρεπε να διενεργηθούν αυξήσεις κεφαλαίου της τάξεως των 20 δισ. ευρώ.
Το ήπιο σενάριο


Το ερώτημα λοιπόν είναι ποια τακτική θα ακολουθήσει σήμερα η ΕΚΤ. Στο ήπιο σενάριο, το οποίο προϋποθέτει την εξάλειψη του άμεσου κινδύνου εξόδου της χώρας από το ευρώ ως το φθινόπωρο, ο λογαριασμός θα μπορούσε να είναι μικρός, της τάξεως των 5-10 δισ. ευρώ. Οπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα έχουν τη δυνατότητα να απορροφήσουν μέρος των ζημιών που αναπόφευκτα θα προκύψουν από την άνοδο των επισφαλειών μέσω του κεφαλαιακού «μαξιλαριού» που δημιούργησαν τα τελευταία χρόνια. Αναλυτές προσθέτουν ότι αν οι ανάγκες είναι διαχειρίσιμες και δοθεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα της τάξεως των δύο-τριών μηνών για την κάλυψή τους, τότε ενδεχομένως να είναι δυνατή η ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος ακόμη και αποκλειστικά από τον ιδιωτικό τομέα.
Αυτό που φοβούνται οι τραπεζίτες είναι το ενδεχόμενο οι ευρωπαϊκές αρχές να αποφασίσουν τη δραστική εξυγίανση του κλάδου. Σε αυτή την περίπτωση οι ανάγκες θα μπορούσαν να φτάσουν ως και τα 20 δισ. ευρώ. Τραπεζικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι αν προκριθεί αυτή η αντιμετώπιση, θα ακολουθήσει γενναία και σχετικά γρήγορη, ενδεχομένως και μέσα στο καλοκαίρι, αναδιάρθρωση του συστήματος.
Μετασχηματισμός


Ο μετασχηματισμός αυτός θα μπορούσε να περιλαμβάνει και εκκαθαρίσεις μη βιώσιμων τραπεζών με ταυτόχρονη απορρόφηση των υγιών τμημάτων τους από τους υπόλοιπους ομίλους. Στο πλαίσιο αυτής της λύσης, δεν μπορεί να αποκλειστεί η συμμετοχή των καταθετών με υπόλοιπα άνω των 100.000 ευρώ στην ανακεφαλαιοποίηση, ενώ τα πάντα θα χάσουν μέτοχοι και ομολογιούχοι.
Αν και δεν υπάρχουν επικαιροποιημένα στοιχεία, αναλυτές που παρακολουθούν τον κλάδο τοποθετούν το ύψος των μη εγγυημένων καταθέσεων στα επίπεδα των 30 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 20 δισ. ευρώ περίπου βρίσκονται σε εταιρικούς λογαριασμούς.
Εξάλλου, ζητούμενο παραμένει και η τύχη των θυγατρικών των ελληνικών ομίλων σε ΝΑ Ευρώπη και Τουρκία. Η έκθεση στις αγορές των Βαλκανίων πάντοτε αντιμετωπιζόταν με σκεπτικισμό από τις αρμόδιες νομισματικές αρχές, καθώς από τη μία πλευρά είναι δύσκολος ο έλεγχος των κατά τόπους μονάδων, ενώ από την άλλη ελλοχεύει ο κίνδυνος μετάστασης ενός ελληνικού «ατυχήματος» στην ευρύτερη περιοχή.
Ως εκ τούτου τραπεζικοί κύκλοι θεωρούν βέβαιη την αναθεώρηση των σχεδίων αναδιάρθρωσης των ελληνικών ομίλων προς την κατεύθυνση της ταχύτερης αποεπένδυσης από τις αγορές στο εξωτερικό, με στόχο την κεφαλαιακή ενίσχυση των μητρικών τους.

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ
Πότε θα γίνει η άρση των περιορισμών

Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων ήλθαν για να μείνουν, τουλάχιστον για κάποιους μήνες. Σε ένα θετικό σενάριο, τραπεζικά στελέχη σημειώνουν ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί η πλήρης άρση τους μέσα σε ένα 12μηνο, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξαλειφθεί ο κίνδυνος εξόδου από το ευρώ και θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη που βίαια απωλέσθη μετά την προκήρυξη του δημοψηφίσματος.
Οπως επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι, σε αντίθεση με την κυπριακή περίπτωση, όπου χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια πριν από την πλήρη απελευθέρωση του συστήματος, το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι δημοσιονομικό και όχι τραπεζοκεντρικό. Ως εκ τούτου, είναι πιθανό να χρειαστεί λιγότερος χρόνος για την επαναλειτουργία των τραπεζών σε καθεστώς… ευρωζώνης.
Βέβαια, αυτό προϋποθέτει την επιτυχή υλοποίηση της συμφωνίας με τους δανειστές, η οποία αποτελεί αναγκαία συνθήκη για τη βελτίωση του κλίματος στην εγχώρια αγορά.
Δεν ανοίγουν ούτε αυτή την εβδομάδα

Τα τραπεζικά καταστήματα πάντως δεν αναμένεται να ανοίξουν ούτε αυτή την εβδομάδα. Ενδεχομένως αυτό να γίνει στις 20 Ιουλίου. Σε σχέση με τα περιθώρια δανεισμού μέσω του ELA, τραπεζικά στελέχη τονίζουν ότι υπάρχει δυνατότητα χορήγησης επιπλέον ενεχύρων στην Τράπεζα της Ελλάδος μετά το «κούρεμα» από την ΕΚΤ των τίτλων που φέρουν την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Οπως τονίζουν αναλυτές, ακόμη και μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα μπορούσαν να κατατεθούν ως ενέχυρα.
Ως εκ τούτου, υπάρχει η δυνατότητα αύξησης του ορίου δανεισμού μέσω του ELA, που θα επιτρέψει τη συνέχιση των αναλήψεων τουλάχιστον με βάση το ισχύον ημερήσιο όριο των 60 ευρώ. Μάλιστα, εφόσον κλείσει η συμφωνία με την Ευρώπη μέσα στο Σαββατοκύριακο, δεν αποκλείεται η ΕΚΤ να προχωρήσει στην αύξηση του ορίου χρηματοδότησης μέσω του ELA τη Δευτέρα, δίνοντας μια ανάσα στις ελληνικές τράπεζες. Από εκεί και πέρα, η σταδιακή αύξηση το επόμενο διάστημα του ημερήσιου ορίου θα εξαρτηθεί από τον ρυθμό των εκροών. Οσο θα ανακόπτεται τόσο θα αυξάνεται το σχετικό πλαφόν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ