Η σημαία του ISIS στην ακρόπολη της Παλμύρας την περασμένη εβδομάδα και οι πρώτες αναφορές για κατεδαφίσεις αρχαίων μνημείων αναζωπύρωσαν τον ζωηρό διάλογο που είχε αναπτυχθεί μετά τις καταστροφές στο μουσείο της Μοσούλης. Ο αρχισυντάκτης του πολιτισμικού ενθέτου της «Wall Street Journal», Ερικ Γκίμπσον, είχε καταθέσει τότε μια προβοκατόρικη όσο και ριζοσπαστική πρόταση. Για την προστασία της πολιτισμικής κληρονομιάς σε εμπόλεμες περιοχές, σημείωνε ο Γκίμπσον, ισχύει η Συνθήκη της Χάγης που συνομολογήθηκε από τον ΟΗΕ το 1954: αυτή απαγορεύει τη χρήση χώρων της για στρατιωτικούς σκοπούς ή τη φθορά της καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Ωστόσο, η λογική της συνθήκης, παρατηρούσε ο αρθρογράφος αφορά εμπόλεμα κράτη. Ως εκ τούτου, δεν έχει τη δυνατότητα να ελέγξει ή να δεσμεύσει μη κρατικούς παράγοντες, όπως είναι οι τζιχαντιστές του ISIS. Για τον ίδιο απαιτείται μια τόσο ριζική μεταβολή οπτικής γωνίας όσο εκείνη που ακολούθησε τη διάπραξη του Ολοκαυτώματος από τους Ναζί στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η καταστροφή πολιτισμικής κληρονομιάς οφείλει να θεσμοθετηθεί ως έγκλημα πολέμου με το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης να αναλαμβάνει την αρμοδιότητα να δικάζει πρόσωπα και να επιβάλλει ποινές.
Ενα πρόβλημα που ο Γκίμπσον αναγνωρίζει άμεσα στον συλλογισμό του είναι η δυνητική αποδυνάμωση της έννοιας των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας: συμφύροντας έμβια όντα και άψυχα αντικείμενα στον ίδιο νομοθετικό ορισμό δεν επέρχεται ένα είδος απομείωσης της ηθικής ισχύος του; Οχι, υποστηρίζει εφόσον η Συνθήκη του Λονδίνου το 1945, η οποία καθιέρωσε την παραπάνω έννοια, ήδη απαγορεύει «τη λεηλασία, δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, την αχαλίνωτη καταστροφή πόλεων και χωριών ή την ερήμωση που δεν δικαιολογείται από στρατιωτική αναγκαιότητα». Η προσθήκη του όρου «πολιτισμική κληρονομιά» αποσαφηνίζει κάτι που ο νομοθέτης ήδη υπαινίσσεται.
Αν το επιχείρημα του Γκίμπσον χωλαίνει κάπου είναι στην επιλογή πρότερων παραδειγμάτων πολιτισμικής στοχοποίησης: η κλοπή των έργων τέχνης που συμπεριλαμβάνονταν στην περιουσίες των Εβραίων δεν ισοδυναμεί με καταστροφή και η εντολή του Χίτλερ για ισοπέδωση του Παρισιού κατά τη γερμανική υποχώρηση το 1944 δεν εκτελέστηκε ποτέ. Επιλέγει προφανώς να αποφύγει μια άλλη πιο γνωστή περίπτωση εκτεταμένων καταστροφών πολιτισμικής κληρονομιάς –αυτή των μνημείων των «εθνικών» από τους χριστιανούς στην ύστερη αρχαιότητα. Μια μαύρη σελίδα της δυτικής θρησκείας δεν είναι πολιτικά ορθό να θιγεί σε μια συντηρητική εφημερίδα των ΗΠΑ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ