Ο ατζέντης του τον προειδοποίησε ότι θα απογοητεύσει το κοινό του αν δεν γράψει άλλη μία ιστορία αγάπης. Εκείνος από την πλευρά του ήθελε κάτι τελείως διαφορετικό, ένα βιβλίο για τη σχέση ενός πατέρα με τον γιο του. «Προέκυψε ένα βιβλίο σκληρό, κυνικό και δυσάρεστο ίσως επειδή έγραφα για τη σχέση με τον δικό μου πατέρα. Ελειπαν η ζεστασιά και η τρυφερότητα». Tελικά έγραψε το «Eμείς» (εκδ. Μίνωας), μια ιστορία για τις απαιτήσεις ενός μακροχρόνιου δεσμού, τις σχέσεις γονιών και παιδιών, και όλα τα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν στα 29 χρόνια γάμου που καλύπτει. Κάτι ήξερε ο ατζέντης. Το βιβλίο του βρέθηκε υποψήφιο για το Man Booker 2014.Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για ένα sequel του «Μία Ημέρα»; «Στο μυαλό μου τα δύο βιβλία πηγαίνουν μαζί. Το “Μία Ημέρα” ήταν μια ιστορία για δύο εικοσάρηδες και πώς ερωτεύονται, το “Εμείς” είναι μια ιστορία για δύο ανθρώπους στα 40 και στα 50 τους και πώς παύουν να βιώνουν αυτά τα έντονα συναισθήματα. Το πρώτο, μια κλασική ιστορία αγάπης, απαντά στο ερώτημα “Θα τα καταφέρουν να είναι μαζί”; Στο “Εμείς” το ερώτημα είναι: “Θα καταφέρουν να παραμείνουν μαζί”; Είναι λίγο πιο σκοτεινό, λίγο πιο σοβαρό».
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν εμβόλιμα δόσεις χιούμορ που «ελαφραίνουν» το φορτίο του. «Ναι, στην ουσία μπορεί να ιδωθεί ως μια κωμωδία για τη μοναξιά, για τον έρωτα χωρίς ανταπόκριση, για το να μεγαλώνεις. Στενάχωρα πράγματα, αλλά δεν ξέρω αν θα μπορούσα ποτέ να γράψω κάτι που θα ήταν καθολικά σοβαρό. Πάντα προσθέτω μια χιουμοριστική νότα. Δεν πιστεύω ότι είναι απαραίτητα καλό, ίσως είναι αποτυχία από την πλευρά μου να μην είμαι ένας συγγραφέας πιο μελαγχολικός, πιο σοβαρός. Είναι όμως ένας αντικατοπτρισμός της ζωής. Ακόμη και όταν νιώθεις πεσμένος, υπάρχει πάντα χώρος για το γελοίο και για το γέλιο. Εμάς τους Βρετανούς τα μεγάλα συναισθήματα μας φέρνουν σε δύσκολη θέση και πάντα ανατρέχουμε σε ένα αστείο για να τα αντιμετωπίσουμε».
Αυτή η ικανότητα για αστεϊσμούς είναι απόρροια μόνο της καταγωγής σας ή και των λογοτεχνικών επιρροών σας; «Οι επιρροές μου προέρχονται κυρίως από την αμερικανική λογοτεχνία. Σάλιντζερ, Απνταϊκ, Ροθ, Τσίβερ. Μου αρέσει πολύ που γράφουν για ζωές βαρετές εκ πρώτης όψεως, στις οποίες όμως εκείνοι προσδίδουν ποιητικότητα και μεγαλείο. Οταν οι άγγλοι συγγραφείς του 20ού αιώνα αποπειρώνται κάτι αντίστοιχο αισθάνεσαι τη μικρή κλίμακα της εμβέλειάς τους. Με έχει επηρεάσει βέβαια η αγγλική λογοτεχνία του 19ου αιώνα. Ο Χάρντι και ο Ντίκενς, ο οποίος μπορεί να είναι τραγικός αλλά και αστείος».
Γιατί πιστεύετε ότι γνώρισε τόσο μεγάλη επιτυχία το «Μία Ημέρα»; «Νομίζω ότι ήταν μια ιστορία που δεν αναλωνόταν σε γλυκερούς συναισθηματισμούς. Δεν έφερνε σε αμηχανία τους άνδρες που το διάβαζαν. Ηταν μια ιστορία αγάπης για μια συγκεκριμένη στιγμή που έχουμε περάσει όλοι στη ζωή μας. Επειτα βγήκε και σε μια εποχή όπου η φιλία είχε αποκτήσει μεγάλη πολιτισμική αξία χάρη και στο σίριαλ “Τα φιλαράκια”. Και το “Μία Ημέρα” ήταν ένα βιβλίο και για τη φιλία εκτός από τον έρωτα. Πολλοί αναγνώρισαν τον εαυτό τους στους χαρακτήρες. Το ίδιο συμβαίνει και στο “Εμείς” γιατί δεν υπάρχει κανένα ζευγάρι που να μη φοβάται ότι θα βαρεθεί τον σύντροφό του, ότι θα χαθεί η μαγεία και ότι η σχέση θα διαλυθεί».
Νιώσατε φορτίο στους ώμους σας όλη αυτή την αποδοχή όταν γράφατε το «Εμείς»; «Δεν θα λυπηθώ ποτέ τον εαυτό μου γιατί αναγνωρίζω ότι στάθηκα πολύ τυχερός με το “Μία Ημέρα”. Για τους δημοσιογράφους ανησυχούσα περισσότερο, ίσως και σε σημείο παράνοιας, γιατί λατρεύουν να αναμεταδίδουν το καταστροφικό follow up ενός συγγραφέα. Η αποτυχία είναι μια καλή ιστορία για να πουλήσεις. Ευτυχώς κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Είμαι πολύ περήφανος για το βιβλίο».
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Μαρτίου 2015
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



