Αυτό που συνέβη στη συνεδρίαση του άτυπου Eurogroup και στη Σύνοδο Κορυφής ούτε απλό ήταν, ούτε συνηθισμένο.
Η νέα ελληνική κυβέρνηση όρθωσε το ανάστημά της, ανέπτυξε τα δικά της επιχειρήματα, αμφισβήτησε ευθέως το επιβληθέν από εταίρους και δανειστές μοντέλο διάσωσης και διεκδίκησε το δικαίωμά της να ορίζει, εντός των κοινοτικών δημοσιονομικών πλαισίων, τον χαρακτήρα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής στη χώρα μας.
Και εν τέλει, παρά τους αφορισμούς, τις απειλές και τα αναθέματα, αναγκάστηκαν να ακούσουν και να συμφωνήσουν επί της αρχής.
Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια γενική πολιτική συμφωνία που δίδει το δικαίωμα στην Ελλάδα να διεκδικήσει και σε τεχνικό επίπεδο αναθεώρηση πτυχών της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, να αντικαταστήσει αντικοινωνικά μέτρα με άλλα, να καλύψει βασικές ανάγκες της ανθρωπιστικής κρίσης και να επιδιώξει την αναθέρμανση της οικονομίας.
Η εξελισσόμενη διαπραγμάτευση βεβαίως δεν είναι εύκολη. Είναι γεμάτη αγκάθια και προβλήματα.
Οι εταίροι μας, επικαλούμενοι τον κίνδυνο εκτροχιασμού των δημοσίων οικονομικών, πιέζουν για τη διατήρηση των περισσότερων μέτρων του Μνημονίου, επιμένουν στις προηγούμενες δεσμεύσεις, θέτουν προτεραιότητες, απαιτούν χρονοδιαγράμματα εφαρμογής, στόχους και ημερομηνίες για τη φοροδιαφυγή, γενικώς επιχειρούν να δεσμεύσουν την κυβέρνηση όσο γίνεται περισσότερο.
Επιπλέον, θέλουν πλήρη περιγραφή του νέου εποπτικού μηχανισμού που θα παρακολουθεί την εφαρμογή της νέας συμφωνίας και βεβαίως δεν συζητούν επί του παρόντος τη ρύθμιση του χρέους, τη μεταθέτουν για το φθινόπωρο, συνδέοντάς την με την πρόοδο που θα έχει συντελεσθεί. Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια, το πιθανότερο είναι να υπάρξει εν τέλει συμφωνία και σε τεχνικό επίπεδο και η Ελλάδα να δοκιμάσει έναν άλλο δρόμο, μια άλλη επιλογή, πέρα από αυτή που κυριαρχεί ως τώρα στα ευρωπαϊκά οικονομικά πράγματα.
Ουσιαστικά η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα άνοιξε έναν δρόμο που μέχρι πρότινος ήταν αποκλεισμένος στη Γηραιά Ηπειρο και διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση ενός διαφορετικού πολιτικού πόλου.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν θα αντέξει στον χρόνο.
Αν δηλαδή η τάση Τσίπρα και οι τάσεις των άλλων που τον ακολουθούν στηρίζονται σε ισχυρές ιδεολογικοπολιτικές βάσεις ή αναπτύχθηκαν πρόσκαιρα εξαιτίας της μεγάλης οικονομικής κρίσης και με το πρώτο φύσημα του αγέρα, με την αντιστροφή του οικονομικού κύκλου, θα απομειωθούν και θα σκορπίσουν το ίδιο απότομα όπως συγκεντρώθηκαν και μεγάλωσαν…
Οπως και να έχει πάντως, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι η μακρά πολιτική παράδοση της Ευρώπης δικαιολογεί την ύπαρξη ενός πόλου αναδιανομής και κοινωνικού κράτους, που τις τελευταίες σχεδόν τρεις δεκαετίες κατά παράδοξο τρόπο απουσίαζε εντελώς.
Και είναι απορίας άξιον πώς μετά τον Βίλι Μπραντ η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία παραδόθηκε σχεδόν αμαχητί, χωρίς αντιστάσεις, στον νεοφιλελευθερισμό.
Αυτή λοιπόν την πολιτική παράδοση αιώνων που εγκατέλειψαν οι σοσιαλδημοκράτες, επαναφέρουν στο προσκήνιο ο Τσίπρας, οι Ποδέμος και άλλοι μικρότεροι σχηματισμοί που αναπτύσσονται παντού στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και η νεοφιλελεύθερη πολιτική και οικονομική ελίτ δεν είναι εύκολο να τους αποκλείσει από τη διακυβέρνηση της Γηραιάς Ηπείρου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ