Σκουπάκι και πινέλο, φτυάρι και σέσουλα, ζεμπίλι και καρότσι, κόσκινο και ταινιόδρομος. Κλικ, φωτό, βιντεοσκόπηση, πάμε. Η ανασκαφή του μνημείου στον Λόφο Καστά συνεχίζεται. Ημερολόγιο… καταστρώματος, που θα έλεγε κι ο Σεφέρης: «Δεν έχει ασφοδίλια, μενεξέδες, μήτε υάκινθους· πώς να μιλήσεις με τους πεθαμένους. Οι πεθαμένοι ξέρουν μονάχα τη γλώσσα των λουλουδιών· γι’ αυτό σωπαίνουν, ταξιδεύουν και σωπαίνουν, υπομένουν και σωπαίνουν παρά δήμον ονείρων, παρά δήμον ονείρων». Σκάβει η σκαπάνη των μεγάλων προσδοκιών, που καλλιεργήθηκαν, και λες και σκόνταψαν σε μια λανθασμένη εκτίμηση η οποία ήθελε ένα άνοιγμα να είναι θύρωμα του τρίτου θαλάμου που να οδηγεί σε επόμενο. Ε, από εκείνο το σημείο δεν βγαίνει σε επόμενο χώρο. Από αλλού, μήπως; Κι αν όχι, τι μ’ αυτό; Τώρα η αρχαιολογική σκαπάνη προχωρεί βαθιά στον τρίτο θάλαμο – τέταρτο χώρο, όπου βρέθηκε τεχνητό όρυγμα. Προς τα κάτω λοιπόν την κατευθύνει το μνημείο. Κι αν είναι ως εδώ ο τελευταίος, ο κυρίως νεκρικός χώρος, αναζητούνται τα ευρήματα που σχετίζονται με τον νεκρό. Η φαντασία καλπάζει για υπόγειες διαδρομές, για ταφή κάτω από το δάπεδο του θαλάμου… Πάντα όμως έχοντας κατά νου ότι οι πρόωρες ερμηνείες, προτού τελειώσει η ανασκαφή, μπορούν να ανατραπούν από την τελική μελέτη των ευρημάτων και των κατασκευαστικών δεδομένων.
Οι αρχαιολόγοι λένε ότι είναι ευχής έργον να βρεθούν στην επίχωση ανθρώπινα οστά ή κάποια άλλα χαρακτηριστικά ευρήματα για τη χρονολόγηση και την ταύτιση του νεκρού.
Η περιπέτεια συνεχίζεται…


Οι εκπλήξεις κατά την πορεία των ανασκαφικών εργασιών στο μνημείο του λόφου της Αμφίπολης σήμαναν… συναγερμό, αυτή φορά κάτω από το δάπεδο του τρίτου θαλάμου (τέταρτου χώρου). Μαζί και οι συνειρμοί. Οπως θύμιζαν αρχαιολόγοι, υπάρχει μακεδονικός τάφος στην Αμφίπολη, με προθάλαμο και θάλαμο, ο οποίος κάτω από τις πλάκες του δαπέδου του είχε θήκες για ταφή.
Ακόμη και ο «Θαλαμωτός τάφος Καλαμωτού» Θεσσαλονίκης, βορειοανατολικά των αρχαίων Καλινδοίων -χρονολογείται περίπου στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα με χρήση ως τα μέσα του 2ου αι. π.Χ. -, τον οποίο είχε ανασκάψει ο αρχαιολόγος Κώστας Σισμανίδης, ήρθε στον νου. Είχε την ιδιαιτερότητα ότι ήταν διώροφος, «με τον κυρίως νεκρικό θάλαμο κρυπτό, κάτω από έναν πρώτο αναλόγων διαστάσεων» (www.yppo.gr/0/anaskafes/pdfs/IST_EPKA.pdf).
Στο μνημείο της Αμφίπολης, στην επίχωση του τρίτου θαλάμου – τέταρτου χώρου είχαν βρεθεί τμήματα των φτερών των σφιγγών, ένα μέρος από τον λαιμό της δεύτερης σφίγγας, καθώς και τμήματα από το ελλείπον τμήμα του ψηφιδωτού με την εικόνα της αρπαγής της Περσεφόνης. Εκεί ήταν και το κεφάλι της ανατολικής σφίγγας. Ηδη, από τις αρχές της εβδομάδας όλα αυτά είχαν τονώσει σενάρια για… ψευδοδάπεδο. Μάλιστα, στην ενημέρωση της 28ης Οκτωβρίου και η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού κυρία Λίνα Μενδώνη δεν είχε αποκλείσει, ως υπόθεση εργασίας, το δάπεδο του τρίτου θαλάμου να αποτελεί «οριζόντιο τοίχο σφράγισης».
Το απόγευμα της Παρασκευής η ανασκαφική ομάδα ανακοίνωσε με θετικό τρόπο πλέον ότι κατά την ανασκαφή «διαπιστώθηκε η ύπαρξη δαπέδου σφράγισης από πώρινους λίθους». Και κάτι ακόμη με ιδιαίτερη σημασία: αποκαλύφθηκε μεγάλων διαστάσεων τεχνητό όρυγμα (4 μέτρα Χ 2,10 μέτρα) που είχαν σκάψει στο φυσικό έδαφος! Μέσα εκεί βρέθηκε και το ένα θυρόφυλλο της σπασμένης δίφυλλης πόρτας, όπως νωρίτερα είχαν βρεθεί στην ίδια επίχωση του ορύγματος, πιο πάνω όμως, και τα άλλα αρχιτεκτονικά μέρη.
Χαμένοι στο… όρυγμα


Συγκρατημένη στις κρίσεις της η κυρία Γεωργία Κοκορού-Αλευρά, καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Την προβληματίζει το γεγονός ότι τα τοιχώματα του ορύγματος δεν είναι δουλεμένα, αλλά έχουν τραχεία υφή, χωρίς κάποια περιποίηση. Αν το όρυγμα αυτό είχε φτιαχτεί για να δεχτεί μια νεκρική κλίνη, μια σαρκοφάγο, μια τεφροδόχο, «θα περίμενε κανείς να έχουν τα τοιχώματα κάπως λειανθεί, να έχουν έστω μια επίστρωση από ασβεστοκονίαμα, απλό ή γραπτό» σημειώνει. Κατά την άποψή της είναι όλα ανοιχτά και η κρίσιμη παράμετρος είναι να προσδιοριστεί το πότε έγινε η επίχωση και το όρυγμα. «Το κλειδί για τη χρονολόγηση είναι η κεραμική που πιθανότητα έχει βρεθεί στην επίχωση και η στρωματοτογραφία» επισημαίνει.
Ευχής έργον θα ήταν, τονίζει, «να βρεθούν σε αυτή την επίχωση ανθρώπινα οστά ή κάποια άλλα χαρακτηριστικά για τη χρονολόγηση και την ταύτιση του νεκρού ευρήματα».
Οι υποθέσεις φαντασίας έχουν φουντώσει. «Μια υπόθεση φαντασίας είναι να πει κάποιος ότι έγινε από τυμβωρύχους ή ακόμη και από τους πρώτους χριστιανούς που αφαίρεσαν στοιχεία που θεωρούσαν ειδωλολατρικά, τα κατάχωσαν και τα σφράγισαν για να επαναχρησιμοποιήσουν τον χώρο» αναφέρει.
Πάντως, η κυρία Κοκορού-Αλευρά κάνει και ένα σχόλιο για την τακτική των συχνών ανακοινώσεων του υπουργείου που εξάπτουν τη φαντασία και «μοιάζουν με την τακτική του μαρτυρίου της σταγόνας». Χαρακτηριστική είναι «η τελευταία ανακοίνωση προτού ακόμα αφαιρεθεί ολόκληρη η επίχωση και διευκρινιστεί η κατάσταση».
Η αρχαιολόγος θα προτιμούσε να είναι πιο αραιές οι ανακοινώσεις «και για να μην παρασύρονται τόσο οι ανασκαφείς όσο και οι αρχαιολόγοι εκτός ανασκαφής σε υποθέσεις που μπορεί στην πορεία να διαψεύδονται αλλά και για να μη διογκώνονται οι προσδοκίες του κόσμου».


Το «κλειδί» των τυμβωρύχων
Η αποκωδικοποίηση των τελευταίων ευρημάτων

Εχει ενδιαφέρον να δει κανείς πώς μπορεί να γίνει η ανασύνθεση των εξελίξεων με βάση την περιγραφή των ανασκαφικών εργασιών.
Η έδραση των τοίχων (και του «δαπέδου σφράγισης») γίνεται πάνω σε τεχνητή επίχωση, σύμφωνα με τους ανασκαφείς. Εφόσον αυτό συμβαίνει, τότε προτού κατασκευαστεί το κτίσμα έστρωσαν –πάνω στο φυσικό έδαφος –το αμμοχάλικο με άργιλο. Οπως εξηγεί στο «Βήμα» η καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο ΑΠΘ και ανασκαφέας της Βεργίνας κυρία Χρυσούλα Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, από τη χρήση του όρου «δάπεδο σφράγισης» στο δελτίο Τύπου «μοιάζει οι ανασκαφείς να έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως οι λίθοι του δαπέδου στρώθηκαν μετά την κατάχωση των μαρμάρινων θραυσμάτων (κεφαλή σφίγγας, λαιμός δεύτερης σφίγγας, κομμάτια του ψηφιδωτού, θυρόφυλλο). Δεδομένου, ωστόσο, ότι το δάπεδο του θαλάμου μοιάζει κατεστραμμένο, θα πρέπει να υποθέσουμε μιαν ακόμη –μεταγενέστερη –παρέμβαση».
Και προσθέτει: «Δεν γνωρίζουμε αν ο λάκκος είναι αποτέλεσμα της τυμβωρυχίας, τον οποίον χρησιμοποίησαν στη συνέχεια εκείνοι που ανέλαβαν να αποκαταστήσουν την ιερόσυλη πράξη, ή αν πρόκειται για σκάμμα που έγινε από τους ίδιους που αποφάσισαν να «θάψουν» τα κατεστραμμένα κομμάτια. Απαντήσεις θα δώσουν οι ανασκαφείς και τα συνευρήματα, που ενδεχομένως βοηθήσουν στη χρονολόγηση αυτής της απόθεσης».
Σε κάθε περίπτωση, μένει να απαντηθεί από ποια αιτία προκλήθηκε η αναστάτωση στο δάπεδο (ή ποιος την προκάλεσε), σημειώνει.
Ρωτάμε την κυρία Παλιαδέλη ποια σημασία, τόσο ως προς τη χρονολόγηση των φάσεων κατασκευής όσο και εν γένει για τον τρόπο που φτιάχτηκε το μνημείο, έχει η διαπίστωση των ανασκαφέων ότι η επιχωμάτωση του τεχνητού ορύγματος επί του φυσικού εδάφους έγινε «με ιλυώδη άμμο, όπως άλλωστε και η υπόλοιπη επίχωση του μνημείου». Μας απαντά ότι: «Μικροευρήματα (όστρακα, νομίσματα κ.ά.) που ενδεχομένως έχουν ή πρόκειται να βρεθούν μέσα στην άμμο που αφαιρείται από τον λάκκο, αλλά και στην αργιλώδη στρώση των 40 εκ. –ανάμεσα στις πέτρες του δαπέδου (ή του «δαπέδου σφράγισης») και το φυσικό έδαφος –θα είναι πολύτιμα, εφόσον βρεθούν, για τη χρονολόγηση όλων των φάσεων από την κατασκευή του τάφου ως την τυμβωρυχία του, αλλά και ως την κατάχωση των μαρμάρινων θραυσμάτων του μνημείου».
Τονίζει ότι εφόσον η ανασκαφή στην αμμώδη επίχωση συνεχίζεται σε βάθος, «ευχής έργο θα ήταν να βρεθούν και οστά, εφόσον βεβαίως δεν τα πήραν (για να τα πετάξουν, στη συνέχεια) οι τυμβωρύχοι».
Υπάρχει το ενδεχόμενο να δημιουργήθηκε «δάπεδο» κάτω από το οποίο να υπάρχουν «θήκες» ή κάποια κρύπτη για ταφές;
«Πρέπει να περιμένουμε μέχρις ότου ολοκληρωθεί η αφαίρεση της αμμώδους επίχωσης στον λάκκο και μέχρις ότου οι ανασκαφείς βεβαιωθούν (αν δεν το έχουν ήδη κάνει) ότι το κατεστραμμένο δάπεδο –μέρος του οποίου έχει αποκαλυφθεί –δεν είναι τμήμα της αρχικής φάσης (κατασκευής) του μνημείου αλλά πρόκειται για «δάπεδο σφράγισης», που ακολούθησε την τυμβωρυχία, ως μέρος της αποκατάστασης της βεβήλωσης του τάφου».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ