Βραδυπορία, αποσπασματικότητα και διοικητικές δυσλειτουργίες, εντοπίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στην Βουλή όσον αφορά την θέσπιση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος στην χώρα μας. Οι οικονομολόγοι του Γραφείου προχώρησαν σε μια συγκριτική μελέτη με βάση την ευρωπαϊκή εμπειρία, εντοπίζοντας τις καθυστερήσεις από την πλευρά της χώρας μας ως προς την υιοθέτηση του μέτρου.

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ενδιάμεση έκθεση που δόθηκε στην δημοσιότητα, «η Ελλάδα βιώνει εδώ και έξι χρόνια μια βαθύτατη οικονομική κρίση που έχει σε σημαντικό βαθμό αποδιαρθρώσει τον κοινωνικό ιστό της χώρας», όμως «αντίθετα με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες εφαρμόζουν προγράμματα αντιμετώπισης των κοινωνικών ανισοτήτων, η Ελλάδα, που αντιμετωπίζει οξύτατα φαινόμενα ακραίας φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, βραδυπορεί». «Η ζήτηση για κοινωνική μέριμνα από την πλευρά των πολιτών είναι έντονη ενώ η προσφορά από το κράτος χαρακτηρίζεται από αποσπασματικότητα και διοικητικές δυσλειτουργίες.

Έτσι το δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας χαρακτηρίζεται από αναποτελεσματικότητα ενώ παράλληλα δεν προβλέπεται αναπλήρωση των εισοδηματικών απωλειών από την οικονομική ύφεση στο άμεσο μέλλον», τονίζουν οι επιστήμονες του Γραφείου Προϋπολογισμού με επικεφαλής τον καθηγητή κ. Π. Λιαργκόβα. Και συστήνεται «κοινωνικές ομάδες όπως οι μακροχρόνιοι άνεργοι, οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας, οι εργαζόμενοι χωρίς ασφάλεια, οι οικογενειάρχες με χαμηλό εισόδημα, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με αναπηρία χρήζουν ειδικής μέριμνας», καθώς «πρόκειται για ομάδες που βιώνουν τη συσσώρευση χρεών, τη μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, τη μείωση των εισοδημάτων και την αύξηση των φόρων».