Στο μακρινό Σουργκούτ της Σιβηρίας, εκεί όπου 41 χρόνια πριν άφηνε την τελευταία του πνοή ο εξόριστος άλλοτε ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης περνώντας τη θηλιά στον λαιμό του, θα βρίσκεται σήμερα η πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ και τέως γενική γραμματέας κυρία Αλέκα Παπαρήγα, επικεφαλής αντιπροσωπείας του κόμματος, προκειμένου να παραστεί σε εκδήλωση των τοπικών αρχών προς τιμήν του. Πρόκειται για μια εξόχως συμβολική κίνηση του Περισσού, ο οποίος πριν από τρία χρόνια είχε αποκαταστήσει πλήρως πολιτικά και κομματικά στο αξίωμά του τον αποκαθηλωθέντα (από το 1956) γενικό γραμματέα του ΚΚΕ.

Είναι δε η πρώτη φορά μετά το τραγικό τέλος του Ζαχαριάδη που η κομματική ηγεσία και μάλιστα σε ανώτατο επίπεδο εκπροσώπησης ταξιδεύει στον μακρινό τόπο εξορίας του. Η τελευταία –και μοιραία –φορά που κομματικό στέλεχος του ΚΚΕ επισκέφθηκε το Σουργκούτ ήταν τον Ιούλιο του 1973, λίγες ημέρες προτού πραγματοποιήσει τις απειλές τους για αυτοκτονία, όταν ο απεσταλμένος της νέας τότε ηγεσίας υπό τον Χαρίλαο Φλωράκη Κώστας Λουλές επιχείρησε να μεταπείσει τον αμετανόητο κομμουνιστή, δίχως όμως αποτέλεσμα.

Σουργκούτ, 26 Ιουνίου 1973: «Σήμερα, ύστερα απόλα αφτά, δηλώνω ότι αν δεν αρθούν ΟΛΑ τα μέτρα περιορισμού, εξορίας, στέρησης ελευθερίας μετακίνησης και αναχώρησης απ’ τη Σοβ. Ενωση κτλ. κτλ. που εφαρμόζονται ενάντιά μου, τότε την 1η Αυγούστου 1973, σαν έκφραση έσχατης ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ, θ’ αφτοκτονήσω. Αν υπάρξει απάντησή σας να μου μεταβιβαστεί μονάχα με το γιο μου Σηφάκο (Αλέξη)». Αυτή ήταν η σαφής προειδοποίηση του Ζαχαριάδη προς την ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ενωσης (ΚΚΣΕ), την οποία δεν κατάφερε κανείς να αποτρέψει. Ο Νίκος Ζαχαριάδης, κάποτε αγαπημένο «παιδί» του Ιωσήφ Στάλιν και επί 25ετία αδιαφιλονίκητος «τιμονιέρης» του ΚΚΕ, από την ηγεσία του οποίου εκδιώχθηκε το 1956 (6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ στη Ρουμανία) έπειτα από ανοιχτή επέμβαση έξι «αδελφών» κομμάτων στο πλαίσιο της «αποσταλινοποίησης» που εγκαινίασε την ίδια χρονιά ο Νικίτα Χρουστσόφ (20ό Συνέδριο ΚΚΣΕ), έδωσε τέλος στη ζωή του. Τα αιτήματά του για πολλοστή φορά είχαν συναντήσει την άρνηση των Σοβιετικών και ο Ζαχαριάδης υλοποίησε την απειλή του την 1η Αυγούστου 1973: κρεμάστηκε στο αγροτόσπιτο που ζούσε υπό 24ωρη παρακολούθηση (υπήρχε απ’ έξω μόνιμο φυλάκιο), στο μακρινό και απόκοσμο Σουργκούτ, όπου είχε εκτοπιστεί το 1962 από τους πάλαι ποτέ σοβιετικούς προστάτες του, με τις ευλογίες της κολιγιαννικής ηγεσίας του ΚΚΕ, διεξάγοντας μέχρις εσχάτων μια άνιση μάχη για την πολιτική δικαίωσή του.
Η αυτοκτονία του Ζαχαριάδη είχε κρατηθεί από τους Σοβιετικούς για χρόνια ως επτασφράγιστο μυστικό. Η KGB είχε φροντίσει για όλα –ακόμη και για το πλαστό πιστοποιητικό θανάτου, το οποίο έκανε λόγο για καρδιακή προσβολή και όχι απαγχονισμό. Οι πρώτες αναφορές στο πρόσωπό του έγιναν το 1990 από μια αξιωματικό της Μιλίτσια, της πολιτοφυλακής του Σουργκούτ, τη Βέρα Κουζνετσόβα, που έγραψε σε τοπική εφημερίδα για τον μυστηριώδη εξόριστο που είχε γνωρίσει όταν η ίδια ήταν ακόμη παιδί. Τότε έμενε σε ένα δωμάτιο στο σπίτι της γιαγιάς της, τον πρώτο τόπο διαμονής του Ζαχαριάδη στην πόλη, στην οδό Λένιν 29. Ωστόσο, δεν είχε καταφέρει να αποκαλύψει την πραγματική του ταυτότητα. Μετά από προσπάθειες κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση στον φάκελό του όπου υπήρχαν όλα τα στοιχεία. Μετά τη δημοσίευση του άρθρου της ενεπλάκη στην υπόθεση η ίδια η KGB. Eτσι, ο αντισυνταγματάρχης της διαβόητης μυστικής υπηρεσίας της πρώην ΕΣΣΔ Αλεξάντρ Αντόνοβιτς Πετρούσκιν, από το Τιουμέν, πρωτεύουσα της σιβηρικής αυτής περιοχής, θα δημοσιεύσει σε άλλη εφημερίδα ένα αποκαλυπτικό άρθρο για την υπόθεση της αυτοκτονίας, το οποίο και θα αναδημοσιεύσει τον Δεκέμβριο του 1990 η «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» της Μόσχας, κάνοντας γνωστό και στην Ελλάδα το συγκλονιστικό γεγονός. Η οικογένεια του Ζαχαριάδη ταξίδεψε στο Σουργκούτ και, αφού κατάφερε μετά από μεγάλη προσπάθεια να εντοπίσει πού είχε ταφεί, μετέφερε τα οστά του στην Ελλάδα, όπου θάφτηκαν στις 28 Δεκεμβρίου 1991.
Στην εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί θα μιλήσει η κυρία Παπαρήγα, ενώ θα τοποθετηθεί στην πόλη και αναμνηστική πλάκα για τον Ζαχαριάδη. Μαζί της θα είναι ο κ. Ελ. Βαγενάς, υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ, και ο κ. Αθ. Λεκάτης, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του «Ριζοσπάστη», ενώ την αντιπροσωπεία του ΚΚΕ θα συνοδεύει και ο γιος του κ. Σ. Ζαχαριάδης. Για τον Περισσό, άλλωστε, αποτελεί χρέος τιμής η αναγνώριση της προσφοράς του Ζαχαριάδη αφού έχει αναγνωρίσει «την ταξικότητα και ανιδιοτέλεια στη γενική κατεύθυνση της δράσης του Νίκου Ζαχαριάδη ως Γενικού Γραμματέα και τον κομμουνιστικό ηρωισμό του».

Στο πνεύμα αυτό προχώρησε το 2011 στην πλήρη αποκατάστασή του «από την ατιμωτική υποψία-συκοφαντία για συνεργασία με τον ταξικό αντίπαλο». Η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του κόμματος είχε αποφασίσει τότε την «απαλλαγή του απ’ όλες τις κατηγορίες που του καταλόγισαν και τις ποινές που του επέβαλαν η 6η και η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ με την επικύρωσή τους από το 8ο Συνέδριο» (καθαίρεση από την ηγεσία και διαγραφή από το ΚΚΕ), αν και δεν αναιρείτο «η κριτική σε προβλήματα στρατηγικής και εσωκομματικής λειτουργίας, σε λαθεμένες πολιτικές ενέργειες, όπως μεταξύ άλλων ο χειρισμός του ως προς τον Γιώργη Σιάντο (σ.σ.: κατηγορήθηκε από τη ζαχαριαδική ηγεσία ως πράκτορας), η καταγγελία της εκτέλεσης του Νίκου Πλουμπίδη ως εικονικής, ο χειρισμός της υπόθεσης Καραγιώργη, η μη αποκατάσταση του Νίκου Βαβούδη και του Αρη Βελουχιώτη».

Οπως έχει πλέον αποφανθεί το ΚΚΕ, ο Ζαχαριάδης «ήταν ηγέτης αφοσιωμένος στην υπόθεση της εργατικής τάξης, στον προλεταριακό διεθνισμό, με διάθεση και πνεύμα ασυμβίβαστο, πρωτοπόρο και μαχητικό», ενώ εξαίρεται ο ρόλος του στη δημιουργία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), ως «κορυφαίας εκδήλωσης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα στον 20ό αιώνα», αν και έχει διαπιστώσει την «αδυναμία του να οδηγήσει έγκαιρα το ΚΚΕ σε ολοκληρωμένα συμπεράσματα σε σχέση με στρατηγικές ελλείψεις της περιόδου ’43-’45 και στη διαμόρφωση ανάλογου προγράμματος στο 7ο Συνέδριο (1945)», κάτι που είχε ως αποτέλεσμα «τις αντιφάσεις, καθυστερήσεις και λάθη οργάνωσης στον ΔΣΕ»

Ο μυστηριώδης και λιγομίλητος ξένος

Ελάχιστοι γνώριζαν για χρόνια στο Σουργκούτ ποιος ήταν πραγματικά ο μυστηριώδης και λιγομίλητος ξένος: ο Νικολάι Νικολάγεβιτς Νικολάγεφ, όπως τον ήξεραν οι γείτονές του και οι συνάδελφοί του στη δασική υπηρεσία της πόλης της σιβηρικής περιφέρειας του Τιουμέν, όπου εργάστηκε ως αρχιδασονόμος όταν τον έστειλαν οι σοβιετικοί θορυβημένοι από την ενέργειά του να επισκεφθεί την ελληνική πρεσβεία στη Μόσχα για να υποβάλει αίτημα (1.2.1962) προς την Εισαγγελία Αθηνών με το οποίο ζητούσε να του επιτραπεί η επιστροφή του στην Ελλάδα για να δικαστεί. Επρόκειτο για μια απεγνωσμένη προσπάθειά του να ξεφύγει από τον κλοιό των σοβιετικών που μετά και τη διαγραφή του από μέλος του ΚΚΕ το 1957 και υπό το βάρος των γεγονότων της Τασκένδης (ανοιχτή σύγκρουση «ζαχαριαδικών» και «αντιζαχαριαδικών») τον είχαν εκτοπίσει στην περιοχή του Νόβγκοροντ, στην πόλη Μποροβίτσι, όπου εργάστηκε ως διευθυντής δασικής επιχείρησης. Η απάντηση που έλαβε στις 8.4.1962 ήταν αρνητική και οι σοβιετικοί τον έστειλαν στην παγωμένη Σιβηρία αποσπώντας του μάλιστα τον αγαπημένο του γιο Σήφη, την επιμέλεια του οποίου ανέλαβε ένας πιστός ως σήμερα «ζαχαριαδικός», ο ποιητής κ. Αλ. Πάρνης. Μάλιστα, το ταξίδι της κυρίας Παπαρήγα στο Σουργκούτ έχει οργανώσει ο γιος του Ζαχαριάδη, ο οποίος δραστηριοποιείται στον τουριστικό χώρο, ενώ εκ μέρους των τοπικών αρχών της περιοχής, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει διαδραματίσει ενεργό ρόλο για τη διοργάνωση της εκδήλωσης αυτής προς τιμήν του Ζαχαριάδη ο ρώσος ποιητής και τοπικός παράγοντας κ. Ντμίτρι Μιζγκούλιν, ο οποίος βράβευσε τον περασμένο Ιούλιο τον κ. Πάρνη στη ρωσική πρεσβεία στην Αθήνα για τη συνεισφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ