Σε μείζον θέμα αναδεικνύεται για την κυβέρνηση το ζήτημα της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων. Μετά το «κούρεμα» του δημόσιου χρέους, οι πιστωτές εγείρουν τώρα και αντίστοιχο θέμα για το ιδιωτικό χρέος. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι η οικονομία δεν θα πάρει ποτέ μπροστά όσο ο ιδιωτικός τομέας είναι υπερχρεωμένος. Εκτιμά ότι στο σημερινό περιβάλλον κανείς δεν θα βάλει λεφτά σε επιχειρήσεις που τα δάνειά τους είναι 15-20 φορές τα κεφάλαιά τους αν δεν βρεθεί λύση με τα «κόκκινα» δάνεια η οποία περιλαμβάνει πλειστηριασμούς και μετοχοποιήσεις χρεών. Αντίστοιχα τα νοικοκυριά θα συνεχίσουν να μην καταναλώνουν αφού είναι υπερχρεωμένα και έχουν δει τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται, αν δεν έχουν εξανεμιστεί.
Βεβαίως η απαίτηση αυτή του Ταμείου μπορεί να είναι αποδοτική, το ζήτημα όμως είναι ποιος θα επιβαρυνθεί από τη δραστική αντιμετώπιση του προβλήματος. Και οι εναλλακτικές είναι συγκεκριμένες: είτε το Δημόσιο είτε οι μέτοχοι των τραπεζών είτε και οι δύο μαζί. Με την πρώτη λύση να αποκλείεται, καθώς οι διασώσεις τραπεζών με κρατικό χρήμα είναι εκτός ατζέντας, στο τραπέζι βρίσκονται οι άλλες δύο, δηλαδή η εξής μία: και οι δύο μαζί, αφού το Δημόσιο συμμετέχει μέσω του ΤΧΣ και στις τέσσερις συστημικές τράπεζες.
Σε μια τέτοια περίπτωση η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό θα πληγεί. Και στο σημερινό περιβάλλον μπορεί να προκληθεί κρίση ιδιωτικού χρέους, ανάλογη με την κρίση του δημόσιου χρέους. Διότι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή που έρχεται το τέλος της άφθονης ρευστότητας και δεν θα είναι εύκολο για τις τράπεζες να σηκώσουν λεφτά από τις αγορές. Οπως έχει ανακοινώσει η Fed, τον Οκτώβριο λήγει η πολιτική της νομισματικής χαλάρωσης και οι ΗΠΑ θα μπουν σε έναν κύκλο ανόδου των επιτοκίων. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την απόσυρση κεφαλαίων από περιφερειακές ευρωπαϊκές αγορές και τον επαναπατρισμό τους στις ΗΠΑ. Περιφερειακές τράπεζες που έβρισκαν χρήμα για να κρύβουν κάτω από το χαλί τα προβλήματά τους έχουν αρχίσει να έχουν δυσκολίες. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η περίπτωση της πορτογαλικής BES την περασμένη Πέμπτη που ταρακούνησε τις αγορές και επηρέασε την ελληνική έκδοση τριετούς ομολόγου (αναλυτικό ρεπορτάζ Ανάπτυξη, σελ. Β5) είναι μια ένδειξη του νέου περιβάλλοντος που δημιουργεί η απόσυρση της Fed από τον ρόλο του παγκόσμιου χρηματοδότη.
Σύσκεψη στο Μαξίμου


Το πλαίσιο αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων και ιδιαίτερα των επιχειρηματικών ήταν το αντικείμενο σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη στο Μέγαρο Μαξίμου, παρουσία του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Ευάγγελου Βενιζέλου, του υπουργού Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη, του υπουργού Ανάπτυξης Νίκου Δένδια και των επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών τραπεζών Αλέξανδρου Τουρκολιά (Εθνική), Μιχάλη Σάλλα (Πειραιώς), Δημήτρη Μαντζούνη (Alpha Bank) και Χρήστου Μεγάλου (Eurobank).
Η κυβέρνηση, που για το θέμα των «κόκκινων» δανείων δέχεται πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις, αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να πάρει αποφάσεις που θα υπονομεύσουν την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών. Το εγχώριο τραπεζικό σύστημα που επλήγη από το «κούρεμα» των ομολόγων και στην ουσία χρεοκόπησε με μεγάλες προσπάθειες και δυσκολίες κατάφερε να σταθεί και πάλι στα πόδια του και να προσελκύσει εκ νέου ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Ενα νέο «κούρεμα», την φορά αυτή του ιδιωτικού χρέους, θα πλήξει και πάλι την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών και θα κλονίσει την ήδη τραυματισμένη εμπιστοσύνη των καταθετών, με αλυσιδωτές συνέπειες στην οικονομία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση προσανατολίζεται να ασκήσει πίεση στις τράπεζες για να «δώσουν λύσεις». Στο πλαίσιο αυτό θα δώσει ευελιξία στις τράπεζες να χειριστούν το θέμα προωθώντας ρυθμίσεις σε θεσμικό επίπεδο. Στόχος είναι να πιέσει και τις δύο πλευρές, δηλαδή τράπεζες και ιδιώτες, να βρουν λύση. Την πλατφόρμα προσφέρει το νέο πτωχευτικό δίκαιο που προωθεί, το οποίο περιλαμβάνεται στην αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για τη Δικαιοσύνη που βρίσκεται ψηλά στη λίστα με τα προαπαιτούμενα.
Το νέο πτωχευτικό δίκαιο θα προβλέπει τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, επιλογή που δεν υπάρχει σήμερα, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να εμπλέκονται σε χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες και οι υποθέσεις να σέρνονται για χρόνια. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι με τον νόμο Κατσέλη υποθέσεις που καταλήγουν σήμερα στη Δικαιοσύνη παίρνουν δικάσιμο το 2026! Είναι προφανές ότι με αυτούς τους ρυθμούς δεν μπορούν να δοθούν λύσεις στα «κόκκινα» δάνεια.
Οπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές, το σημερινό πλαίσιο ευνοεί την άσκηση παρελκυστικής τακτικής εκ μέρους των επιχειρηματιών. Στόχος είναι με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό οι δύο πλευρές να καταλήγουν σε συμφωνία σε σύντομο χρονικό διάστημα (γίνεται λόγος για 20 ημέρες) και η συμφωνία να επικυρώνεται από το Ειρηνοδικείο. Επιπλέον, το νέο πλαίσιο θα θεσμοθετεί τη μετοχοποίηση χρεών, δηλαδή τη μετατροπή μέρους του χρέους σε μετοχικό κεφάλαιο.
Ζητείται διέξοδος


Η κυβέρνηση, αν και δέχεται πιέσεις από το ΔΝΤ για άρση και διευκόλυνση των πλειστηριασμών, θεωρεί ότι πολιτικά και κοινωνικά δεν μπορεί να προωθήσει ένα τέτοιο πλαίσιο. Βεβαίως οι πιέσεις αναμένεται να ενταθούν. Πάντως, με τις σημερινές αξίες, οι πλειστηριασμοί δεν αποφέρουν μεγάλο όφελος στις τράπεζες. «Οι τιμές σήμερα είναι χαμηλές και αν βγουν σε πλειστηριασμό ακίνητα εταιρειών, τα χρήματα που θα προκύψουν δεν επαρκούν για την κάλυψη των απαιτήσεων των Ταμείων των εργαζομένων, του Δημοσίου και των άλλων πιστωτών (προμηθευτές) που προηγούνται των τραπεζών» αναφέρει κορυφαία τραπεζική πηγή.
Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, οι τράπεζες πιέζουν την κυβέρνηση να υπάρχει πρόβλεψη στο νέο πτωχευτικό δίκαιο, σύμφωνα με το οποίο όσοι προηγούνται των τραπεζών μοιράζονται ένα ποσοστό από το προϊόν του πλειστηριασμού ώστε και οι τράπεζες να εισπράττουν μέρος των απαιτήσεών τους. Σε κάθε περίπτωση, στόχος της κυβέρνησης είναι να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός κάλυψης των νοικοκυριών που θα μείνουν χωρίς στέγη εξαιτίας πλειστηριασμών. Ολα αυτά τα θέματα θα απασχολήσουν τη Διυπουργική Επιτροπή Ιδιωτικού Χρέους.


Οι τράπεζες και το ΤΧΣ
Η λύση της bad bank

Από την πλευρά των τραπεζών στη σύσκεψη στο Μαξίμου ετέθη το θέμα της δημιουργίας bad bank στην οποία να μεταβιβαστεί είτε το σύνολο των προβληματικών δανείων είτε κάποια κατηγορία προβληματικών δανείων, όπως π.χ. των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αν πολιτικά κριθεί ότι πρέπει να δοθεί βάρος στη συγκεκριμένη κατηγορία. Στην bad bank μπορεί να συνεισφέρουν κεφάλαια τόσο οι τράπεζες από τις προβλέψεις που έχουν για τα επισφαλή δάνεια όσο και το ΤΧΣ από τα 11 δισ. ευρώ που διαθέτει.
Αλλες πηγές αναφέρουν ότι η τρόικα εμμένει σε διαγραφές «κόκκινων» δανείων γιατί θέλει τα 11 δισ. ευρώ του ΤΧΣ να πάνε στις τράπεζες και να μην μπορεί η κυβέρνηση να τα χρησιμοποιήσει για τη μείωση του χρέους ή για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού 2015-16 και να αναγκάσουν την Ελλάδα να υπογράψει νέα δανειακή σύμβαση. Προς την κατεύθυνση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθούν και τα stress tests της ΕΚΤ. Το αποτέλεσμα των stress tests συνδέεται άμεσα με τις παραδοχές για το πώς θα εξελιχθούν τα οικονομικά μεγέθη και οι τιμές τα επόμενα χρόνια, οι οποίες, όπως έχει αποδειχθεί, είναι αυθαίρετες και χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, αρκεί να υπολογίσουν ότι οι τιμές των κατοικιών θα υποχωρήσουν 10% περισσότερο από τα stress tests της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για να προκύψουν κεφαλαιακές ανάγκες αρκετών δισ. ευρώ για το σύνολο των τραπεζών ή να συμπεριλάβουν στα προβληματικά δάνεια εκτός από τα «κόκκινα» και όσα έχουν ρυθμιστεί. Πάντως η ΤτΕ από την πλευρά της έχει προσλάβει σύμβουλο που, σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, είναι η BlackRock.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ