Ομολογώ ότι δυσκολεύομαι να κατανοήσω τη συζήτηση για τη φυσιογνωμία της ΝΔ.
Εντάξει, όλοι ξέρουμε ότι δηλώνει κεντροδεξιό κόμμα, αλλά όλοι γνωρίζουμε επίσης ότι ένα κεντροδεξιό κόμμα είναι πρωτίστως δεξιό και δευτερευόντως κεντρώο.
Κάτι που γίνεται περίπου επιτακτικό στη σημερινή Ελλάδα, όπου ένα 15%-20% του εκλογικού σώματος κινείται στη «Δεξιά της Δεξιάς» –για πρώτη φορά μετά την ίδρυση της ΝΔ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή…
Προφανώς κανένα μεγάλο κόμμα δεν αποτελεί «μονοκαλλιέργεια».
Απλώς όσοι επιδίδονται στη σχετική συζήτηση στο εσωτερικό της ΝΔ δεν πρέπει να ξεχνούν δύο βασικά δεδομένα.
Πρώτον, ότι η στάθμη των «μεγάλων κομμάτων» έχει κατέβει.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Κώστας Καραμανλής χρειάστηκε να υπερβούν το 45% για να γίνουν κυβέρνηση. Τώρα ο Αντώνης Σαμαράς κυβερνά με λιγότερο από 30%.
Ακόμη και στις επόμενες βουλευτικές εκλογές η πρώτη θέση δύσκολα θα κριθεί πολύ πάνω από το 30%.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν οι υποχρεώσεις «πολυσυλλεκτικότητας» ενός «πρώτου κόμματος» είναι πιο περιορισμένες.
Δεύτερον, ότι η Ελλάδα έχει μπει στον αστερισμό των κυβερνήσεων συνεργασίας.
Το ζητούμενο λοιπόν για ένα κόμμα δεν είναι μόνο πόσο θα πάρει στις εκλογές αλλά και με ποιους θα μπορέσει να κυβερνήσει. Ηδη ο ΣΥΡΙΖΑ πληρώνει ακριβά την αδυναμία να δώσει μια απάντηση στο δεύτερο.
Υπό αυτή την έννοια, το ζητούμενο για τη ΝΔ είναι ασφαλώς να παραμείνει πρώτο κόμμα αλλά και να διατηρήσει διαύλους επικοινωνίας με άλλους σχηματισμούς.
Με άλλα λόγια, να αντικαταστήσει τη λογική του «κόμματος εξουσίας» με τη συμπεριφορά ενός «συνασπισμού εξουσίας».
Στην περίπτωση αυτή η ΝΔ μπορεί να ξεφύγει από το δίλημμα «δεξιοί ή κεντρώοι» αλλά υπό δύο προϋποθέσεις:
Αφενός ότι κάποια άλλα κόμματα θα συνεργάζονται μαζί της –όπως, ας πούμε, κυβερνούσαν οι Χριστιανοδημοκράτες στην Ιταλία επί σχεδόν 50 χρόνια.
Και αφετέρου ότι δεν θα μπατάρει τόσο «δεξιά» ώστε τα κόμματα της Κεντροαριστεράς να μην μπορούν να συνυπάρχουν μαζί της στην κυβέρνηση.
Το πρώτο έχει να κάνει με τον «παράγοντα ΠαΣοΚ» και πώς θα εξελιχθεί τους επόμενους μήνες.
Το δεύτερο αφορά τον «παράγοντα Μπαλτάκο».
Αν υποθέσουμε ότι το δεύτερο λύθηκε, το πρώτο παραμένει εντελώς ανοιχτό.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



