Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι οικονομικά δοκιμαζόμενες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν διαθέτουν τα μέσα για να εκπληρώσουν τις προσδοκίες των πολιτών τους. Αλλά αυτό δεν είναι πειστικό, δεδομένου ότι το θέμα παρουσιαζόταν με σχεδόν πανομοιότυπους όρους και πριν από τρεις δεκαετίες, όταν οι δημοσιονομικοί περιορισμοί δεν ήταν πρόβλημα.
Η Γαλλία, η οποία έχει και πάλι παρέμβει στην Αφρική – αυτή την φορά για να αποκαταστήσει την τάξη στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία – είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης που φαίνεται να ενδιαφέρεται πραγματικά για πιο ισχυρές ευρωπαϊκές δομές ασφαλείας. Οι Γάλλοι θεωρούν την Ευρώπη ως ένα είδος υπερδύναμης – θέση που συνεπάγεται μια αντίστοιχη στρατιωτική ικανότητα.
Ενώ αυτή η άποψη προέρχεται πιθανότατα από την ιστορική πολιτική και στρατιωτική δύναμη της Γαλλίας, αντανακλά επίσης τα τρέχοντα συμφέροντα της χώρας. Ως η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της Ευρώπης (παρά τον μεγαλύτερο αμυντικό προϋπολογισμό του Ηνωμένου Βασιλείου), η Γαλλία θα διαδραμάτιζε καίριο ρόλο σε οποιαδήποτε ευρεία ευρωπαϊκή στρατιωτική επιχείρηση.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, από την πλευρά του, συμμερίζεται την πεποίθηση της Γαλλίας ότι η στρατιωτική ισχύς αποτελεί προϋπόθεση για την στρατηγική αποτελεσματικότητα.
Η αλήθεια είναι ότι το μόνο είδος άμυνας που αποδέχονται οι Βρετανοί είναι αυτό που διεξάγεται από έναν συνασπισμό ευρωπαϊκών κρατών, τα οποία δρουν υπό την εθνική σημαία τους, όπως συνέβη στη Λιβύη.
Το όραμα της Γερμανίας για την ευρωπαϊκή άμυνα είναι πολύ διαφορετικό από το γαλλικό και το βρετανικό. Σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία υποστηρίζει μια ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας και άμυνας, τονίζοντας με υπερηφάνεια τον συνεπή στρατιωτικό προϋπολογισμό της και την σημαντική παρουσία της στις ευρωπαϊκές αποστολές (μεγαλύτερη από εκείνη της Γαλλίας).
Το γεγονός ότι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι είναι ικανοποιημένοι με μια περιορισμένη πολιτική και στρατιωτική εμπλοκή εκτός της Ευρώπης, καθιστούν μια αυξημένη αμυντική συνεργασία ακόμη πιο απίθανη.
Ο Zaki Laidi είναι καθηγητής και διευθυντής έρευνας στη Sciences Po (Σχολή Πολιτικών Επιστημών) του Παρισιού.



