Το καλοκαίρι του 2014 ο Ολιβιέ Πυ θα αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση του Φεστιβάλ της Αβινιόν –σε ηλικία 48 ετών. Συγγραφέας, σκηνοθέτης, ηθοποιός, ο γάλλος δημιουργός που ολοκλήρωσε τη θητεία του ως διευθυντής του θεάτρου Odeon στο Παρίσι, συνεργάζεται τώρα με το δικό μας Εθνικό. Σε αυτή την περίοδο της ζωής του, όπου λειτουργεί λίγο σαν «ελεύθερος σκοπευτής», σκηνοθετεί ένα σύγχρονο ελληνικό έργο: το «Vitrioli» του Γιάννη Μαυριτσάκη.
Στην Ελλάδα είχε έρθει προ τριετίας στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών για να παρουσιάσει ένα θέαμα-όπερα στο Rex. Θα ήθελε πολύ η επόμενη φορά να είναι για διακοπές, αλλά το βλέπει δύσκολο. Γι’ αυτό και του αρκεί, όταν έχει χρόνο, να πηγαίνει βόλτα στα Αναφιώτικα, την αγαπημένη του αθηναϊκή γειτονιά.
Πώς ισορροπείτε ανάμεσα σε όλες τις καλλιτεχνικές σας ιδιότητες;
«Ετσι ζω εγώ. Δεν είναι απαραίτητα αυτό το μοντέλο όμως. Δουλεύω όλη μέρα –ουσιαστικά δεν έχω οικογενειακή ζωή, ούτε άλλες ασχολίες. Ομολογώ ότι με ενδιαφέρει ο διάλογος ανάμεσα στο θέατρο και στην πόλη, ανάμεσα στο θέατρο και στους πολίτες. Δεν με ενδιαφέρει μόνο το θέατρο ως τέχνη».
Ενα είδος πολιτικού διαλόγου, δηλαδή;
«Ακριβώς. Η διοίκηση μεγάλων θεατρικών οργανισμών είναι ο δικός μου τρόπος να κάνω πολιτική, κάτι που έχω ανάγκη».
Το καλοκαίρι του 2014 αναλαμβάνετε το Φεστιβάλ της Αβινιόν. Ηταν αυτός ο απόλυτος στόχος για εσάς;
«Προσωπικά ήταν όνειρο ζωής από τότε που γνώρισα την Αβινιόν, πριν από 25 χρόνια. Για άλλους τα µεγάλα θέατρα στο Παρίσι είναι πιο σηµαντικά».
Ενας άνθρωπος μπορεί να αλλάξει τη ροή ενός θεάτρου ή χρειάζεται πολιτική υποστήριξη;
«Πάντα ένας άνθρωπος, μόνος, ένας άντρας ή μια γυναίκα, μπορεί να αλλάξει τα πράγματα. Από την προσωπική μου εμπειρία οι κινήσεις αλλαγής και εκδημοκρατισμού της πολιτιστικής πολιτικής ξεκινούν από κάτω, από τους καλλιτέχνες, από το κοινό. Ωστόσο δεν μπορώ να μην παραδεχτώ ότι χρειάζεται πολιτική θέληση».
Είναι τόσο ανοιχτή η Γαλλία όσο φαίνεται;
«Ναι, ως προς την πολιτιστική της πολιτική είναι πολύ ανοιχτή –μαζί με τη Γερμανία. Οση κριτική και αν μπορώ να κάνω από μέσα, αυτό που λέτε ισχύει. Αλλά και η Αυστρία ή και μικρότερα ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Ολλανδία και το Βέλγιο».
Ποιο είναι σήμερα το μεγάλο θέατρο;
«Το μεγάλο θέατρο για μένα ήταν και είναι ένας μεγάλος ποιητής και σπουδαίοι ηθοποιοί. Αλλά χρειάζεται ένας καλός σκηνοθέτης για να τους ενώσει. Τη σχέση με την κοινωνία τη φτιάχνει ο ποιητής, ο συγγραφέας».
Υπάρχουν σήμερα μεγάλοι ποιητές;
«Φυσικά και υπάρχουν. Γι’ αυτό άλλωστε είμαι εδώ, για να υπηρετήσω έναν μεγάλο ποιητή. Αν δεν με είχε γοητεύσει το κείμενο του Μαυριτσάκη, δεν θα ερχόμουν. Διάβασα το έργο του και αυτό ήταν. Τον ξέρω, τον είχα συναντήσει στο Παρίσι… Ετσι συνέβη και με τον Δημήτρη Δημητριάδη, στον οποίο κάναμε ένα μεγάλο αφιέρωμα στο Odeon».
Κάτι σαν «κεραυνοβόλος έρωτας» με τα κείμενα;
«Και ναι και όχι. Γιατί ο κεραυνοβόλος έρωτας είναι προσωπική υπόθεση ενώ η συνάντηση με το μεγάλο κείμενο εμπεριέχει μια βεβαιότητα. Επιπλέον, δεν συμβαίνει συχνά. Οι μεγάλοι ποιητές δεν είναι και πάρα πολλοί. Στην αρχή είναι όλοι σαν αίνιγμα. Γι’ αυτό και χρειάζεται ο σκηνοθέτης: για να τους αναγνωρίσει, να τους ακούσει, να βρει τον τρόπο να τους αποδώσει».
Στο «Vitrioli» ποιο είναι το αίνιγμα;
«Είναι πράγματι αίνιγμα… Είναι ένα έργο πολύ μαύρο, πολύ αινιγματικό, λίγο σκοτεινό. Προσωπικά έχω την αίσθηση ότι διηγείται κάτι που συμβαίνει τώρα εδώ, ότι διηγείται τη δυστυχία της χώρας για την κατάστασή της. Και δεν είναι το οικονομικό ζήτημα, αλλά το κοινωνικό, το ανθρώπινο. Με ενδιαφέρει γιατί συνήθως όταν μιλάμε, μιλάμε για αριθμούς και ποσά και πολύ λιγότερο για ανθρώπους. Πρόκειται για ένα έργο που αναφέρεται στην απώλεια νοήματος. Στην απώλεια κάθε νοήματος».
Εχει να κάνει με το διαφορετικό. Είναι διαφορετικός ο ήρωάς του;
«Οχι, όχι. Πιστεύω ότι είναι όπως όλοι οι άλλοι της εποχής του, της γενιάς του. Είναι ένας έφηβος που δεν έχει καμία θέση μέσα στην κοινωνία. Και ως θέμα δεν θα μπορούσε να το έχει διηγηθεί κανείς προ εικοσαετίας».
Αυτό είναι το θέμα σήμερα; Δεν έχουμε θέση στον κόσμο;
«Ναι, είναι κι αυτή μια ερώτηση… Αλλά ούτε ο Αμλετ είχε. Τίποτε δεν μπορεί να βοηθήσει –όπως συμβαίνει και στο έργο του Μαυριτσάκη. Ανήκει στα πιο μαύρα, τα πιο απέλπιδα έργα. Και η σωτηρία δεν έρχεται ούτε από την αγάπη ούτε από την τέχνη».
Λέμε ότι οι αρχαίοι έλληνες ποιητές τα έχουν πει όλα. Είστε θαυμαστής του Αισχύλου, νομίζω…
«Ναι, είναι αλήθεια, αλλά πάντα θα υπάρχει κάποιος που τα έχει πει από πριν –ο Ομηρος, για παράδειγμα. Προσωπικά έχω πράγματι μια ιδιαίτερη σχέση με τον Αισχύλο. Αναρωτιέμαι κι εγώ πώς και γιατί την ανέπτυξα. Ισως γιατί διαθέτει έναν ουμανισμό που με συγκλονίζει. Μου έχει κάνει καλό στη ζωή μου, με έμαθε να αγαπώ τους ανθρώπους. Είναι ο πιο δίκαιος… Και την ίδια στιγμή δεν είναι καθόλου διονυσιακός, και ας είναι αυτό ένα στοιχείο που με χαρακτηρίζει».
Πιστεύετε στο θέατρο χωρίς έργο, χωρίς κείμενο;
«Η σκηνοθεσία δεν ανανεώνεται παρά μόνο μέσα από ένα καινούργιο έργο. Αλλιώς κάνει διαρκώς το ίδιο πράγμα. Πρέπει να αγαπάς με πάθος το έργο που υπηρετείς. Ετσι την πατήσαμε με τον Αισχύλο».
Η Αβινιόν του 2014 πώς θα είναι;
«Πιστεύω ότι η Αβινιόν έχασε λίγο τη λαϊκή της διάσταση και προς τα εκεί πρέπει να δουλέψουμε. Εγινε φεστιβάλ της ελίτ –ακόμη και αν οι αριθμοί δεν το επιβεβαιώνουν ποσοτικά. Πρέπει οι συγγραφείς να είναι πιο παρόντες, χωρίς να σημαίνει ότι θα μειωθούν οι παραστάσεις ορχηστικής τέχνης. Θέλω να μπουν μέσα όλες οι θεατρικές φόρμες. Η Αβινιόν πρέπει να είναι ο μάρτυρας όλων των τάσεων. Και φυσικά να διατηρήσει τη διεθνή της διάσταση. Πρέπει να μπουν όλοι στην Αβινιόν».
Τι είναι σήμερα κλασικό;
«Μήπως εννοείτε ιστορικό; Μήπως εννοείτε τη Μνουσκίν, για παράδειγμα; Ναι, είναι μοναδική. Δημιούργησε ένα ολόκληρο θέατρο. Μπορεί να κάνω τελείως διαφορετικό θέατρο από αυτήν, αλλά είναι μια καλλιτέχνις που ανανεώνεται διαρκώς».
Ποιους άλλους ξεχωρίζετε;
«Είναι πολλοί. Ο Κάστορφ και ο Οστερμάιερ στο Βερολίνο. Στη Γαλλία σκηνοθέτες όπως ο Στέφαν Μπροτσβάιν, ποιητές και σκηνοθέτες όπως ο Ζοέλ Πομερά… Θαυμάζω τον Ζορζ Μπαρμπέριο Κορσετί… Ο Δημητριάδης, ο Μπάρκερ…».
Ο Μπομπ Ουίλσον;
«Αυτός είναι κλασικός. Και ένας μεγάλος σταρ της σκηνοθεσίας –όπως είναι και ο Στάιν. Δεν ξέρω αν έχει εκλείψει αυτό το μοντέλο. Πιστεύω ότι θέλει τον χρόνο του. Το ίδιο θα γίνει και ο Κάστορφ».
Πιστεύετε ότι η τέχνη δίνει απαντήσεις;
«Και ναι και όχι. Ζητάμε από την τέχνη να δίνει απαντήσεις στην κοινωνία, αλλά αυτό είναι δουλειά των πολιτικών, της πολιτικής. Εμείς πρώτα απευθυνόμαστε στους θνητούς και μετά στους πολίτες. Αν απευθυνθούμε μόνο στους πολίτες, τότε δεν θα υπάρχει πια θέατρο».
Από την τελευταία σας επίσκεψη στην Αθήνα μεσολάβησαν αρκετά χρόνια. Παρατηρήσατε αλλαγές;
«Μα ναι, φυσικά. Εδώ στην Ομόνοια νιώθω ότι βρίσκομαι στο κέντρο της καταστροφής. Εμεινα περισσότερο από την προηγούμενη φορά και είδα πολλά».
Απ’ όσα ακούγατε ή διαβάζατε για την Ελλάδα, πόσο κοντά είναι αυτό που είδατε;
«Συνήθως βλέπαμε κινητοποιήσεις. Δεν βλέπαμε τους ανθρώπους όπως τους βλέπω εγώ, στα σκαλιά του θεάτρου, σε αυτή τη σκληρή θέση. Τα ΜΜΕ δεν καταφέρνουν να μεταφέρουν τον ανθρώπινο πόνο. Μπορεί να μην μπορούν, μπορεί και να μη θέλουν».
Είδατε ρατσισμό, ξενοφοβία;
«Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω να σας πω. Αυτό που ξέρω είναι ότι οι Γάλλοι διακατέχονται ευκολότερα από ξενοφοβία, οι Γερμανοί λιγότερο. Ο ρατσισμός, η ξενοφοβία έρχονται με την κρίση –γιατί και στη Γαλλία έχουμε κρίση και βλέπουμε να αυξάνονται και η ξενοφοβία και ο ρατσισμός».
Ως ομοφυλόφιλος, θεωρείτε ρατσιστική την αντίδραση των Γάλλων απέναντι στο ζήτημα του γάμου μεταξύ ομοφύλων;
«Δεν περιμέναμε τόσο μεγάλες ομοφοβικές αντιδράσεις. Είναι τρελό… Ναι, κι εδώ μιλάμε για έναν ρατσισμό χωρίς να τον ονοματίζουμε. Υπάρχει ένα νέο πρόσωπο για την ομοφοβία, πιο μπανάλ, πιο καθημερινό, ολοένα αυξανόμενο. Θα αλλάξει όμως αυτό. Οπως έχουν ήδη αλλάξει τα πράγματα σε σχέση με το θέμα. Αν στα δεκαπέντε μου μου έλεγε κάποιος ότι θα επιτραπεί ο γάμος ομοφύλων φυσικά και δεν θα τον πίστευα. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις σήμερα τον πρόεδρο των ΗΠΑ να υπερασπίζεται τα δικαιώματα των γυναικών, των γκέι, των μεταναστών και των ξένων. Εχουμε λοιπόν έναν αμερικανό πρόεδρο πιο αριστερό απ’ όλους τους ευρωπαίους προέδρους».
Τελειώνοντας, κύριε Πυ, πείτε μου, πώς σας φαίνονται οι έλληνες ηθοποιοί;
«Είναι ένα τόσο σκοτεινό έργο που για να το αντιμετωπίσουμε είμαστε υποχρεωμένοι να γελάμε πολύ. Εχουν μεγάλη ενέργεια οι έλληνες ηθοποιοί, έχουν πάθος. Νιώθω ότι έχω να κάνω με ηθοποιούς που έχουν έρθει σε επαφή με την τραγωδία, γι’ αυτό και έχουν δύναμη, τρέλα. Οι έλληνες ηθοποιοί είναι πιο τρελοί από τους Γάλλους».
πότε & πού:
«Vitrioli» του Γιάννη Μαυριτσάκη, σε σκηνοθεσία Oλιβιέ Πυ. Με τους Μαρία Κεχαγιόγλου, Δημήτρη Μοθωναίο, Περικλή Μουστάκη, Κίτυ Παϊταζόγλου, Γιάννο Περλέγκα, Μηνά Χατζησάββα, Νίκο Χατζόπουλο. Εθνικό Θέατρο – Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος», κτίριο Τσίλλερ. Πρεμιέρα στις 15/3, στις 21.00
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ