Για πρώτη φορά το υπουργείο Οικονομικών προχωρεί στην αυτοτελή φορολογία εισοδήματος από εκμίσθωση γης και ακινήτων με συντελεστή 10% για εισοδήματα – ενοίκια ως 12.000 ευρώ και με 33% για το υπερβάλλον ποσό. Αυτό σημαίνει ότι, αν κάποιος έχει ως αποκλειστικό εισόδημα μόνο εισπράξεις από ενοίκια, θα κληθεί να πληρώσει πρόσθετους φόρους σε σχέση με τα ισχύοντα εφόσον τα ετήσια μισθώματα δεν ξεπερνούν ετησίως τις 65.000 ευρώ. Στην περίπτωση που κάποιος εισπράττει μέσα σε ένα έτος παραπάνω ενοίκια, τότε θα διαπιστώσει φορολογικές ελαφρύνσεις.
Σημαντική μείωση του φόρου θα προκύψει για όσους έχουν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες ή συντάξεις και την ίδια στιγμή εισπράττουν ένα νοίκι. Με βάση τα ισχύοντα, αν κάποιος έχει εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και εισόδημα από ενοίκια, τότε θα φορολογηθεί με υψηλότερο συντελεστή από το 10% που προτείνεται με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα ενοίκια, όταν αθροίζονταν με τα υπόλοιπα εισοδήματα του φορολογουμένου, φορολογούνταν με συντελεστή ως και 45%.
Για παράδειγμα, για έναν μέσο μισθωτό με ετήσιο εισόδημα 26.000 ευρώ και 9.000 ευρώ από ενοίκια το όφελος θα ανέλθει σε 2.250 ευρώ και αυτό γιατί πριν στο συνολικό εισόδημα των 35.000 ευρώ τα 9.000 ευρώ των ενοικίων είχαν φόρο 3.150 ευρώ, ενώ με το νέο σύστημα θα έχει φόρο 900 ευρώ.
Σύμφωνα με το φορολογικό νομοσχέδιο, επιπλέον του φόρου που προκύπτει με τη φορολογική κλίμακα επιβάλλεται και συμπληρωματικός φόρος στο ακαθάριστο ποσό του εισοδήματος από ακίνητα, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή 1,5% ή 3% εφόσον η επιφάνεια κατοικίας υπερβαίνει τα 300 τετραγωνικά μέτρα της κατοικίας ή πρόκειται για επαγγελματική ή εμπορική μίσθωση.
Ειδικά τα εισοδήματα από την εκμίσθωση γης και ακινήτων που θεωρείται ότι έχουν αποκτηθεί κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου και τα οποία αποδεδειγμένα δεν έχουν εισπραχθεί από τον δικαιούχο επιτρέπεται να μη φορολογηθούν εφόσον εκχωρηθούν στο Δημόσιο χωρίς αντάλλαγμα, με απλή έγγραφη δήλωση του υπόχρεου σε φόρο προς τον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μέσα στο οικονομικό έτος στο οποίο τα εισοδήματα αυτά υπόκεινται σε φόρο. Με αποφάσεις του υπουργού Οικονομικών καθορίζονται η διαδικασία, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης εκχώρησης στο Δημόσιο, τα δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται με αυτήν, η διαδικασία βεβαίωσης των ποσών των εισοδημάτων που εκχωρούνται στο Δημόσιο, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου.
Επιστρέφει ο φόρος υπεραξίας στα ακίνητα
Με φόρο 20% θα επιβαρύνονται όλοι όσοι πωλούν ακίνητα σε χρονικό διάστημα μικρότερο των πέντε ετών από την ημερομηνία που αγόρασαν το ακίνητο.
Οπως προβλέπει το φορολογικό νομοσχέδιο, «τα κέρδη υπεραξίας κεφαλαίου που προκύπτουν από τη μεταβίβαση ακινήτων, δηλαδή η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησης, θα φορολογoύνται με συντελεστή 20%».
Ο φόρος υπεραξίας θα επιβάλλεται επί ακινήτων ή μεριδίου αυτού ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου που αποκτάται με οποιαδήποτε αιτία (αγορά, γονική παροχή, δωρεά, κληρονομιά) και μετά την κτήση του μεταβιβάζεται.
Στην έννοια του όρου «μεταβίβαση» περιλαμβάνονται:
  • Η μεταβίβαση της πλήρους ή ψιλής κυριότητας.
  • Η σύσταση επικαρπίας, οίκησης ή άλλης δουλείας επί του ακινήτου.
  • Η παραίτηση από την κυριότητα ακινήτου ή από εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου.
  • Η μεταβίβαση του τίτλου μεταφοράς συντελεστή δόμησης.
  • Η παραχώρηση του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επί κοινόκτητων κτιρίων, βοηθητικών ή ειδικών χώρων κτισμάτων ή επί κοινόκτητου τμήματος οικοπέδου.
  • Η ανάκληση απαλλοτρίωσης η οποία έχει συντελεστεί υπέρ προσώπου υποκειμένου στον φόρο του παρόντος άρθρου.
  • Η εκποίηση ακινήτου συνεπεία εκούσιου ή δικαστικού πλειστηριασμού.
Σε ποια τιμή
Ως τιμή κτήσης του ακινήτου ή του εμπράγματου επ’ αυτού δικαιώματος λαμβάνεται η αξία αυτού κατά τον χρόνο απόκτησής του όπου εφαρμόζεται το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού ή το αναγραφόμενο στο συμβόλαιο τίμημα, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο.
Ως τιμή πώλησης του ακινήτου ή του εμπράγματου επ’ αυτού δικαιώματος λαμβάνεται η αξία αυτού κατά τον χρόνο μεταβίβασής του, ανεξάρτητα από τη μεταγραφή της πράξης μεταβίβασης, όπου εφαρμόζεται το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού, και το αναγραφόμενο στο συμβόλαιο τίμημα, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο.
Σε περίπτωση μεταβίβασης ακινήτου ή εμπράγματου επ’ αυτού δικαιώματος το οποίο μετά την κτήση του εντάχθηκε σε σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας του ως τιμή πώλησης λαμβάνεται η αξία που προσδιορίζεται με βάση το σύστημα αυτό ή το δηλούμενο τίμημα εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο.
Η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησης του ακινήτου, η οποία υποβάλλεται σε φόρο, λαμβάνεται αποπληθωρισμένη με την εφαρμογή των ακόλουθων συντελεστών παλαιότητας
Σε περιπτώσεις κτήσης του ακινήτου αιτία θανάτου, δωρεάς ή γονικής παροχής ως χρόνος απόκτησης για τον προσδιορισμό του φόρου θεωρείται ο χρόνος επαγωγής της κληρονομιάς ή ο χρόνος κατάρτισης του συμβολαίου δωρεάς ή γονικής παροχής.
Τα κέρδη υπεραξίας κεφαλαίου που προκύπτουν από τη μεταβίβαση ακινήτων φορολογούνται με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης.
Ποιοι εξαιρούνται
Στον φόρο του παρόντος άρθρου δεν υπόκεινται:
  • Το κέρδος που πραγματοποιείται από εμπορική δραστηριότητα αγοραπωλησίας ακινήτων.
  • Το κέρδος που πραγματοποιείται από την πώληση ακινήτου, παγίου περιουσιακού στοιχείου, νομικού προσώπου.
  • Το κέρδος ως 25.000 ευρώ που πραγματοποιείται από μεταβίβαση ακινήτου και εφόσον το ακίνητο αυτό έχει διακρατηθεί για διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών. Η εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου δεν ισχύει για φυσικά πρόσωπα τα οποία πραγματοποιούν πέραν της μιας μεταβιβάσεις εντός της ως άνω περιόδου διακράτησης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ