Ηταν χειμώνας του 1952. Με 150 δραχμές στην τσέπη και κρατώντας μια βαλίτσα με τα ελάχιστα υπάρχοντά του, το 20χρονο κρητικόπουλο που το έλεγαν Γιάννη Παρμακέλη έπαιρνε το πλοίο «Αγγέλικα» για να κάνει το τεράστιο ταξίδι Ηράκλειο – Αθήνα με ενδιάμεσους σταθμούς το Ρέθυμνο και τα Χανιά. Ηταν ένα παιδί της Κατοχής και του Εμφυλίου. Ενα παιδί της πείνας και της στέρησης, που έψαχνε για μανιτάρια στο χώμα, ανάμεσα σε γερμανικά στρατόπεδα.
«Τίποτα δεν έβλεπα έγχρωμο, όλα ήταν ασπρόμαυρα» λέει σήμερα ο 80χρονος Παρμακέλης, κάνοντας μια κατάδυση στο παρελθόν. Και όμως, σε εκείνα τα μαύρα χρόνια είχε την επιθυμία να σχεδιάζει, να σμιλεύει διάφορα υλικά και να γεμίζει τα περιθώρια των τετραδίων του με άλογα –«το ζώο που εκείνη την εποχή ήταν σύμμαχος και φίλος μας».
Αναφορά στην αγάπη του για το άλογο και τη γλυπτική είναι η έκθεση «Γιάννης Παρμακέλης: Αλογα και αναβάτες 2000-2012» που φιλοξενείται στο Ιδρυμα Θεοχαράκη. Πρόκειται άραγε για το επιστέγασμα της 60χρονης πορείας του στην τέχνη; «Σε καμία περίπτωση» απαντά. «Είναι, απλά, ένα κομμάτι της πορείας. Επιστέγασμα θα υπάρξει μετά από 500 χρόνια».
«Εμείς ανεβάσαμε την τέχνη στην Ελλάδα»
Μετά από ένα ταξίδι διάρκειας περίπου 20 ωρών ο νεαρός Παρμακέλης βγήκε στον Πειραιά. «Πτώμα». «Πήγαινα να σηκώσω τη βαλίτσα και άνοιγε το χέρι μου» θυμάται. «Ξύπνησα στο ξενοδοχείο μου στην Ομόνοια νομίζοντας ότι είναι πρωί και ήταν απόγευμα –από την κούραση. Από τότε έχω πρόβλημα με τον προσανατολισμό στην Αθήνα. Νόμιζα πως έβλεπα την Ανατολή και ήταν Δύση».
Ο νεαρός Παρμακέλης δίνει εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών και περνά με κρατική υποτροφία. Ξεκινά τη φοίτησή του με δασκάλους τον Γιάννη Μόραλη στο σχέδιο και τον Γιάννη Παππά στα εργαστήρια γλυπτικής. «Μου έλεγε ο Παππάς: «Εσύ, Γιάννη, ακούς αυτά που λέω, κρατάς ό,τι θέλεις και τα άλλα τα πετάς στη θάλασσα». Ηξερε ότι δεν τα δεχόμουν όλα. Είχα διαφορετική άποψη για πολλά πράγματα, αλλά άκουγα τα πάντα».
Ως φοιτητής κάνει κάθε πρωί με τα πόδια την απόσταση από το Παγκράτι, όπου μένει, ως τα Πατήσια, όπου βρίσκεται η σχολή. «Σπάνια έπαιρνα το τρόλεϊ, που έκανε ένα πενηνταράκι. Ηταν σημαντικό για μένα το πενηνταράκι, αν σκεφτείτε ότι η μακαρονάδα είχε δύο δραχμές». Το 1958 παίρνει πτυχίο και δίνει εξετάσεις για να πάει στη Γαλλία. Παίρνει ξανά υποτροφία και περνάει στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Είναι αρχές της δεκαετίας του ’60: οι καλλιτεχνικές ζυμώσεις και τα ποικίλα ρεύματα που αφθονούν στην Πόλη του Φωτός ανοίγουν νέους ορίζοντες στη ζωή και στην τέχνη. Ωστόσο ο Παρμακέλης είναι περιτριγυρισμένος από… Ελληνες. «Ηταν τόσο πολλοί που φοβάμαι μην παραλείψω κανέναν: Φασιανός, Μυταράς, Κατσουλίδης, Παύλος, Καράς, Γαΐτης, Τσόκλης. Να φανταστείτε, μια μέρα, κάνοντας βόλτα με μια παρέα ελλήνων σπουδαστών, είδαμε τον Τσαρούχη να κατεβαίνει την οδό Μποναπάρτ και να μας λέει: «Βρε παιδιά, δεν υπάρχουν Γάλλοι εδώ;»».
Για τον εικαστικό η ιστορία της σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα θα γραφτεί σωστά μόλις ειπωθεί ότι «στη χώρα μας την τέχνη εμείς την «ανεβάσαμε» όταν γυρίσαμε από το Παρίσι. Φέραμε «στα ίσια» τα πράγματα με την Ευρώπη. Είχαμε γνώσεις και βάσεις για να πιάσουμε το νόημα της μοντέρνας εποχής πιο εύκολα».
«Η γλυπτική είναι εκατομμύρια λέξεις»
Ο Παρμακέλης επέστρεψε στην πατρίδα του το 1965. Με τις οικονομίες που είχε μαζέψει στο Παρίσι νοίκιασε έναν χώρο και ξεκίνησε από το μηδέν. «Τα προικιά μου ήταν ένα παλτό μοντγκόμερι που είχα πάρει από την Ολλανδία και ένα ράντσο». Και μετά το ένα έφερε το άλλο: διαγωνισμοί, εκθέσεις, έργα…
Ως σήμερα έχει φιλοτεχνήσει περισσότερα από 40 έργα σε υπαίθριους χώρους ανά την Ελλάδα, καθώς επίσης στη Βενεζουέλα, στη Γερμανία και αλλού. Από τους σταθμούς της πορείας του ξεχωρίζει την έκθεση με τίτλο «Μάρτυρες και θύματα» στην γκαλερί Αθηνών (οδός Γλύκωνος) τον Μάιο του 1974, λίγο προτού πέσει η χούντα.
Τον Νοέμβριο του 2011 ο Παρμακέλης αναγορεύτηκε ακαδημαϊκός στην έδρα της Γλυπτικής την οποία κατείχε ο δάσκαλός του, Γιάννης Παππάς. Πώς συνέβη αυτό; «Ελα ντε… είναι περίεργο, δεδομένου ότι ποτέ δεν δεχόμουν να μου στερήσει κανείς μια τρίχα από την ελευθερία μου. Και το πλήρωσα ακριβά: δεν «περνάω» εύκολα στα πράγματα. Ισως να με εξέλεξαν επειδή αντιλήφθηκαν ακριβώς αυτό που προανέφερα και επειδή δεν έβαλα καμία πίεση για να συμβεί».
Τη γλυπτική, που του ανοίγει διαρκώς νέα «κανάλια», δεν τη βαρέθηκε ποτέ. «Θα ευχόμουν να είχα 500 χρόνια ζωής για να ασχοληθώ με τη γλυπτική. Λένε ότι μια εικόνα είναι χίλιες λέξεις. Η γλυπτική έχει χίλιες εικόνες, άρα εκατομμύρια λέξεις. Θα μου πείτε, ποιος το καταλαβαίνει αυτό; Μόνο εγώ; Ε, λοιπόν, θα το διαδώσω».

πότε & που:
«Γιάννης Παρμακέλης: Αλογα και αναβάτες 2000-2012». Ιδρυμα Β. &. Μ. Θεοχαράκη (Βασ. Σοφίας 9 & Μέρλιν 1, τηλ. 210 3611.206). Επιμέλεια έκθεσης: Τάκης Μαυρωτάς. Ως τις 4 Νοεμβρίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ