Τα συνεχή «λουκέτα» σε χώρους που στέγαζαν ιδιωτικές συλλογές προσβάσιμες ως πρόσφατα στο κοινό, τα απούλητα έργα στα Greek Sales των οίκων δημοπρασιών και η χαμηλή εμπορική κίνηση των αιθουσών τέχνης επιβεβαιώνουν ότι οι έλληνες συλλέκτες τείνουν να γίνουν είδος προς εξαφάνιση. Είναι άραγε και αυτό μία από τις συνέπειες του ζοφερού οικονομικού κλίματος, δεδομένου μάλιστα ότι η τέχνη δεν θεωρείται είδος πρώτης ανάγκης;
«Οταν γύρω μας υπάρχουν άστεγοι, δεν μπορείς να επενδύεις αξιόλογα ποσά στην τέχνη» επιβεβαιώνει η γκαλερίστα Αγγελική Αντωνοπούλου τής a.antonopoulou.art και πρόεδρος της Τεχνόπολης του Δήμου Αθηναίων. «Ναι, είναι ένα ποσοστό συλλεκτών που αποσύρθηκε και πουλάει τις συλλογές του σε πολύ χαμηλές τιμές σε οίκους δημοπρασιών. Αλλοι που κρατούν χαμηλούς τόνους θα έλεγα ότι βρίσκονται σε κατάσταση χειμερίας νάρκης και θα ενεργοποιηθούν όταν αλλάξει η κατάσταση».
Σύμφωνα με την κυρία Αντωνοπούλου, οι συνέπειες της μειωμένης κίνησης στην αγορά τέχνης είναι τεράστιες και όσοι συνετέλεσαν σε αυτό θα πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους. «Οι ιδιοκτήτες αιθουσών τέχνης έχουμε μερίδιο ευθύνης για την κατάσταση. Θα έπρεπε να είχαμε εκπαιδεύσει μια νεότερη γενιά συλλεκτών με διεθνή προσανατολισμό, αλλά δυστυχώς είμαστε επαναπαυμένοι στην ελληνικότητά μας. Το υπουργείο Πολιτισμού επίσης ποτέ δεν είχε μια εικαστική πολιτική ώστε να προβάλει και να στηρίξει στο εξωτερικό την ελληνική παραγωγή. Σημαντική είναι και η ευθύνη που αναλογεί στους συλλέκτες με διεθνή καριέρα, οι οποίοι δεν αγωνίστηκαν να προβάλουν προς τα έξω έλληνες καλλιτέχνες» σημειώνει.
Πού ‘ναι τα χρόνια
«Οι λεγόμενοι μεσαίοι συλλέκτες δεν έχουν να πληρώσουν ούτε τη ΔΕΗ. Πώς να αγοράσουν έργο;» αναρωτιέται η Ιλεάνα Τούντα, ιδιοκτήτρια του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα. «Μας έχουν μείνει μόνο ορισμένοι μεγάλοι συλλέκτες, όπως ο Δάκης Ιωάννου και ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος». Σύμφωνα με την κυρία Τούντα, η δεκαετία του 1980 ήταν η εποχή συλλεκτών όπως ο Ιων Βορρές και ο Δημήτρης Πιερίδης. Την επόμενη δεκαετία άρχιζε να ανατέλλει ο επιχειρηματίας διεθνούς εμβελείας Δάκης Ιωάννου ξεκινώντας να χτίζει τη συλλογή του με έργα ελλήνων καλλιτεχνών. Η ίδια θυμάται το cafe του συνδεδεμένου με τον επιχειρηματία ξενοδοχείου «Intercontinental» γεμάτο από έργα του Αχιλλέα Δρούγκα.
Ακολούθησε στο ίδιο ξενοδοχείο το μεγάλο έργο του διεθνούς Ελληνα Taki και σιγά-σιγά ο Δάκης Ιωάννου έστρεψε την προσοχή του στην αγορά έργων τέχνης ξένων καλλιτεχνών. Με τη γέννηση του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ και τη συνεργασία επιμελητών όπως η Κατερίνα Γρέγου κ.ά. τα έργα του Δάκη Ιωάννου δεν άργησαν να εξελιχθούν σε μια διεθνούς εμβέλειας συλλογή. Ιδιαίτερα σημαντική είναι επίσης η συλλογή έργων διεθνών καλλιτεχνών του προέδρου του ΣΕΒ Δημήτρη Δασκαλόπουλου – ο οποίος επίσης δραστηριοποιείται εκτός Ελλάδας – που εκτίθεται σε μερικά από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου, ενώ, σύμφωνα με την κυρία Τούντα, σημαντική συλλογή με έλληνες και ξένους καλλιτέχνες είναι εκείνη του επιχειρηματία Χάρη Δαυΐδ, ο οποίος επίσης διατηρεί δεσμούς με το εξωτερικό.
Στη δεκαετία του 1990, περίοδο χρηματιστηριακής και επενδυτικής ευφορίας, έγινε και η αγορά του περίφημου πίνακα του Νικολάου Γύζη «Το Κρυφό Σχολειό» από τον γνωστό επιχειρηματία, ασχολούμενο με κατασκευαστικά έργα, Πρόδρομο Εμφιετζόγλου: τον απέκτησε τον Δεκέμβριο του 1993 έναντι 187.500.000 δρχ. Ο συλλέκτης εστίαζε κυρίως στους έλληνες καλλιτέχνες του 19ου και του 20ού αιώνα «χτυπώντας» με εμφατικούς ρυθμούς ακριβά έργα σε δημοπρασίες, «μια τακτική που είχε επικοινωνιακή λειτουργία και για τις άλλες επαγγελματικές δραστηριότητές του» σημειώνει η κυρία Τούντα. «Το σπίτι-μουσείο όμως που δημιούργησε για να στεγάσει τη συλλογή του στην περιοχή των Αναβρύτων αποτελούσε επιβεβλημένη επίσκεψη για κάθε ξένο επισκέπτη που φέρναμε σε εκθέσεις όπως η Art Athina» συμπληρώνει η ίδια. Σήμερα το σπίτι-μουσείο είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, κλειστό λόγω της οικονομικής κατάστασης.
Λεφτά… δεν υπάρχουν
Η Ιλεάνα Τούντα επισημαίνει επίσης την περίπτωση του δραστηριοποιημένου με χρηματιστηριακές επιχειρήσεις Ζαχαρία Πορταλάκη, «ο οποίος δημιούργησε μια τεράστια συλλογή με έμφαση στη μεταπολεμική τέχνη και με μεγάλο εύρος έργων συγκεκριμένων καλλιτεχνών, Ελλήνων και ξένων». Η ίδια ξεχωρίζει επίσης ως ενδιαφέρουσες συλλογές εκείνες του επιχειρηματία (ασχολείται με οδοντιατρικά μηχανήματα) Γρηγόρη Παπαδημητρίου και του δικηγόρου από τη Λάρισα Λεωνίδα Μπέλτσιου, ο οποίος συνεργάστηκε με τον ιστορικό τέχνης Ντένη Ζαχαρόπουλο και στήριξε έντονα τους νέους έλληνες καλλιτέχνες.
Σύμφωνα με την κυρία Τούντα, οι συλλέκτες με διεθνή επιχειρηματική δράση είναι και εκείνοι που πλήττονται λιγότερο από την ύφεση: «Ο κατασκευαστικός, ο χρηματιστηριακός και ο στενά συνδεδεμένος με την ελληνική οικονομία επιχειρηματικός κλάδος παρουσιάζουν σοβαρότατα προβλήματα, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι από όσους τους ακολουθούν επαγγελματικώς να έχουν αποσυρθεί ως συλλέκτες».
«Υπάρχει μεγάλη πτώση της αγοράς έργων τέχνης από τους έλληνες συλλέκτες διότι δεν υπάρχουν περισσευούμενα λεφτά» υποστηρίζει ο Αλέκος Φασιανός, έργα του οποίου βρίσκονται σε σημαντικές ελληνικές και ξένες συλλογές. «Ολοι είναι «σφιχτοί» και, το χειρότερο, δεν έχουν διάθεση να αγοράσουν. Αυτό εγώ πιστεύω ότι είναι μεγαλύτερο από το οικονομικό πρόβλημα: δεν υπάρχει πια το χαμόγελο στον έλληνα συλλέκτη». Ο ίδιος θυμάται ότι παλιότερα κάποιος, ανεξάρτητα από το αν ήταν συλλέκτης ή όχι, όταν παντρευόταν ή άνοιγε καινούργιο σπίτι, αγόραζε έργο τέχνης για να το διακοσμήσει. «Σήμερα αυτά έχουν τελειώσει. Εκείνο που ενδιαφέρει τους ανθρώπους είναι να εξασφαλίσουν το προς το ζην. Πώς να αγοράσουν τέχνη;».
Ο Αλέκος Φασιανός, όμως, ανήκει στους καλλιτέχνες εκείνους που έχουν αναπτύξει σχέσεις με το εξωτερικό και στρέφεται προς τους συλλέκτες εκτός Ελλάδας. Εκεί, τονίζει, δεν συναντά αναλόγως αρνητικές διαθέσεις. Και σε κάθε περίπτωση ο ίδιος δεν πρόκειται να σταματήσει να δημιουργεί λόγω της γενικής κατάστασης. «Επειδή δεν πουλάμε στην Ελλάδα δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουμε να δουλεύουμε» λέει. «Οταν ξεκινούσα μικρότερος και ήμουν άγνωστος, πάλι δεν πουλούσα. Δούλευα όμως με μεγάλο κέφι και όρεξη, όπως και τώρα».
Ο Αλέκος Φασιανός αποτελεί μία από τις φωτεινές εξαιρέσεις. «Ποτέ δεν καταφέραμε να φέρουμε τους έλληνες καλλιτέχνες σε ουσιαστικό διάλογο με τους ξένους και να «εξαγάγουμε» την ελληνική παραγωγή, κάτι που θα είχε δημιουργήσει πολύ λιγότερα προβλήματα. Η έξοδος από το πρόβλημα θα ήταν ο δρόμος προς τα έξω, αλλά δεν μπορούμε να την ακολουθήσουμε» σημειώνει η Ιλεάνα Τούντα.
Θα επιβιώσουν μόνο οι καλοί
«Το τελευταίο δίμηνο νιώθω έντονα τις επιπτώσεις της κρίσης» ομολογεί με τη σειρά του ένας άλλος καλλιτέχνης, ο Τάσος Μαντζαβίνος, έργα του οποίου υπάρχουν σε συλλογές όπως του επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκου και του δικηγόρου Σωτήρη Φέλιου. «Εφέτος έχω πουλήσει περίπου τα μισά έργα σε σχέση με πέρυσι. Δεν είναι είδος πρώτης ανάγκης η ζωγραφική και σήμερα οι συλλέκτες αγοράζουν λιγότερο από ό,τι παλαιότερα. Οι πραγματικοί λάτρεις της τέχνης, οι μικρότεροι συλλέκτες που αγόραζαν με δόσεις για να ικανοποιήσουν το πάθος τους, έχουν τελειώσει. Εχουν μείνει δύο… ή μάλλον ένας που αγοράζει ακόμη με πάθος. Ενα ακόμη σημάδι της κρίσης είναι ότι οι τιμές των έργων έχουν πέσει, δεδομένου ότι είχαν αγγίξει υπερβολικά ύψη για την Ελλάδα. Το μόνο θετικό που μπορεί να επισημάνει κανείς είναι ότι στο τέλος θα επιβιώσουν μόνο οι καλοί ζωγράφοι». Ο ίδιος, πάντως, επιμένει ότι, παρά τις αντιξοότητες των καιρών, δεν χάνει το κέφι και το πείσμα του. «Ζωγραφίζω όπως συνήθως και πάντα λέω «έσω έτοιμος», όπως λέγαμε όταν ήμασταν στους προσκόπους».
Από την πλευρά της, η ιδιοκτήτρια της αίθουσας τέχνης Citronne Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη υπογραμμίζει ένα ερώτημα: Ποιος είναι ο αληθινός συλλέκτης; Για την ίδια σίγουρα δεν ήταν όλοι εκείνοι που τα τελευταία χρόνια αγόραζαν έργα τέχνης σε μια προσπάθεια να τα μεταπωλήσουν φθηνότερα, εκείνοι δηλαδή που έβλεπαν τη δημιουργία συλλογής ως «μπίζνα». «Αυτοί έχουν τελειώσει» λέει.
Για την γκαλερίστα ο αληθινός συλλέκτης είναι εκείνος που υποστηρίζει τον καλλιτέχνη και πάει ένα βήμα παραπάνω: του δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για να εκφραστεί. «Ευτυχώς ένας μικρός αριθμός αληθινών συλλεκτών δεν έχει πάψει να δραστηριοποιείται» προσθέτει. Ποιους θα τοποθετούσε ανάμεσά τους; «Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα «καθαρού» συλλέκτη είναι ο δικηγόρος Σωτήρης Φέλιος, που έχει στη συλλογή του έργα ελλήνων παραστατικών ζωγράφων όπως οι Μαντζαβίνος, Μποκόρος, Μπότσογλου και πολλοί άλλοι. Τον ενδιέφερε πραγματικά η δουλειά τους και ποτέ δεν μπήκε στη διαδικασία ενός ακραίου παζαριού». Η ίδια, ωστόσο, δεν μπορεί να μην επισημάνει ότι εκ μέρους των ελλήνων συλλεκτών υπάρχει ένα «μούδιασμα». «Παρατηρώ διστακτικές κινήσεις λόγω αβεβαιότητας» λέει.
Πάθος για την τέχνη εναντίον έλλειψης ρευστότητας
«Υπάρχουν τελείως διαφορετικά κίνητρα για κάθε συλλέκτη» λέει ο συλλέκτης Σωτήρης Φέλιος. «Αλλοι παθιάζονται από την αισθητική αξία ενός έργου και άλλοι το αγοράζουν για να γεμίσουν τους τοίχους τους και να το δείχνουν στους καλεσμένους τους. Εγώ προσωπικά αγοράζω χρηματοδοτώντας το πάθος μου και δεν έχω καμία διάθεση μεταπώλησης των έργων της συλλογής μου. Κάθε έργο που αγοράζω λειτουργεί στην ψυχή μου ως βάλσαμο όταν κατορθώνει να μου «μιλήσει» για το «άρρητο». Σήμερα, σε τέτοιες στιγμές, πρέπει να κάνουμε προσπάθεια να μας νοιάζει το πώς διαθέτουμε τον ελεύθερο χρόνο μας. Αλλιώς πάμε για… ψυχοφάρμακα». Ο ίδιος εξακολουθεί να αγοράζει; «Ναι, αλλά η αγορά εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα. Προς το παρόν κάποια διαθεσιμότητα υπάρχει».
«Υπάρχουν τελείως διαφορετικά κίνητρα για κάθε συλλέκτη» λέει ο συλλέκτης Σωτήρης Φέλιος. «Αλλοι παθιάζονται από την αισθητική αξία ενός έργου και άλλοι το αγοράζουν για να γεμίσουν τους τοίχους τους και να το δείχνουν στους καλεσμένους τους. Εγώ προσωπικά αγοράζω χρηματοδοτώντας το πάθος μου και δεν έχω καμία διάθεση μεταπώλησης των έργων της συλλογής μου. Κάθε έργο που αγοράζω λειτουργεί στην ψυχή μου ως βάλσαμο όταν κατορθώνει να μου «μιλήσει» για το «άρρητο». Σήμερα, σε τέτοιες στιγμές, πρέπει να κάνουμε προσπάθεια να μας νοιάζει το πώς διαθέτουμε τον ελεύθερο χρόνο μας. Αλλιώς πάμε για… ψυχοφάρμακα». Ο ίδιος εξακολουθεί να αγοράζει; «Ναι, αλλά η αγορά εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα. Προς το παρόν κάποια διαθεσιμότητα υπάρχει».
«Κάθε οικονομική κρίση επηρεάζει το σύνολο των αγορών – Χρηματιστήριο, real estate, πρώτες ύλες, έργα τέχνης κτλ.» έρχεται να προσθέσει ο συλλέκτης Ζαχαρίας Πορταλάκης. «Για την αγορά έργων τέχνης είμαστε υποχρεωμένοι πάντοτε να διαχωρίζουμε την εικαστική αξία των έργων από τη χρηματιστηριακή τιμή τους. Η μεν εικαστική αξία, εφόσον αποδεδειγμένα υπάρχει, όχι μόνο δεν επηρεάζεται προς τα κάτω αλλά μπορεί να δημιουργήσει ως και ανοδικές τάσεις. Η δε χρηματιστηριακή αξία, εφόσον μιλάμε για οργανωμένη αγορά, υποχρεωτικά επηρεάζεται προς τα κάτω φθάνοντας σε σημείο πολλές φορές να αποτελεί και πραγματική ευκαιρία. Οπως λέγεται, κάθε κρίση μπορεί να δημιουργήσει και κροίσους, δεδομένου ότι αποτελεί ευτύχημα και ευκαιρία αγοράς η ύπαρξη εικαστικής αξίας. Προσωπικά η αγάπη μου για εμπλουτισμό και ολοκλήρωση της συλλογής μου μού δημιουργεί αμείωτο ενδιαφέρον, αλλά με περιορίζει, όπως όλους, η έλλειψη ρευστότητας». Ο κ. Πορταλάκης ζαποφάσισε, στο πλαίσιο επιβεβλημένων περικοπών, να περιορίσει τη λειτουργία του εκθεσιακού χώρου της συλλογής του στο κέντρο της Αθήνας. Ωστόσο αποκαλύπτει ότι, σε πείσμα των καιρών, ετοιμάζει για το ερχόμενο φθινόπωρο μια μεγάλη έκθεση-έκπληξη.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ