Οι έλληνες πολίτες, με πρώτους τους ασθενείς, είναι ανάστατοι από τα αντικρουόμενα μηνύματα που λαμβάνουν από τα ΜΜΕ αναφορικά με τα γενόσημα φάρμακα. Αυτοαποκαλούμενοι ειδικοί, συνήθως εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων και οργανωμένων συμφερόντων, επιδίδονται στην τρομολαγνεία, προειδοποιώντας για τα «καταστροφικά» αποτελέσματα από τη συνταγογράφηση γενοσήμων.
Ας δούμε όμως τα γεγονότα νηφάλια. Η συνταγογράφηση γενοσήμων είναι μια πραγματικότητα στην ιατρική πρακτική της χώρας εδώ και πολλά χρόνια. Ηδη η κίνησή τους αντιπροσωπεύει περίπου το 20% των συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα: γιατί οι αντιδρώντες προειδοποιούν για τον πιθανό κίνδυνο από τη χρήση των γενοσήμων σήμερα και δεν το έκαναν ως τώρα; Μήπως οι αντιδράσεις έχουν άλλα κίνητρα;
Ας δούμε τώρα, με επιστημονικά κριτήρια, αν η χρήση γενοσήμων είναι επικίνδυνη ή ασφαλής για την υγεία των ασθενών. Τα γενόσημα των οποίων η θεραπευτική αξία έχει ελεγχθεί και συγκριθεί με τα πρωτότυπα, από πιστοποιημένα εργαστήρια βιοϊσοδυναμίας, κυκλοφορούν στη χώρα έπειτα από έλεγχο του φακέλου τους από τον ΕΟΦ. Στις μελέτες βιοϊσοδυναμίας πιστοποιείται η θεραπευτική ισοδυναμία τού υπό έγκριση γενόσημου φαρμάκου με το πρωτότυπο προϊόν, καθώς χορηγούνται και τα δύο σε υγιείς εθελοντές και ακολουθούν συνεχείς δειγματοληψίες και μετρήσεις της συγκέντρωσης του φαρμάκου στο πλάσμα ή τον ορό του αίματος των εθελοντών. Οπως ανακοινώθηκε πρόσφατα από τον ΕΟΦ, την τελευταία πενταετία το ποσοστό των ελαττωματικών γενοσήμων που ανευρέθη ήταν λιγότερο του 5%, δηλαδή ασήμαντο.
Το πρόβλημα, επομένως, φαίνεται ότι δεν είναι η υποτιθέμενη επικινδυνότητα των γενοσήμων, αλλά η απώλεια ωφελειών από τους εμπλεκομένους στη διακίνηση του φαρμάκου. Σε μια ορθολογική κοινωνία, οι επιστημονικοί σύλλογοι που εμπλέκονται στην παραγωγή, συνταγογράφηση και πώληση των φαρμάκων τι θα πρότειναν; Το αυτονόητο: την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, όχι την υπεράσπιση επιμέρους οργανωμένων συμφερόντων. Τα γενόσημα και θεραπεύουν και είναι φθηνότερα. Αρα το δημόσιο συμφέρον προάγεται με την ευρύτερη χρησιμοποίησή τους. Κρίμα που οι εγχώριοι επιστημονικοί σύλλογοι υπηρετούν άλλες προτεραιότητες.
Επιπλέον, για να μειωθεί περαιτέρω η φαρμακευτική δαπάνη θα έπρεπε άμεσα να αλλάξει η συσκευασία των φαρμάκων. Δηλαδή τα δισκία να μην εγκλείονται σε κουτιά που περιέχουν ανεπαρκή ποσότητα χαπιών για την κάλυψη των θεραπευτικών αναγκών του ασθενούς και κάθε κουτί να περιέχει ένα φύλλο οδηγιών, αλλά να δίνονται από τους φαρμακοποιούς σε φιαλίδια ανάλογα με τις θεραπευτικές ανάγκες του ασθενούς, συνοδευόμενα από ένα μονό αντίγραφο του φύλλου οδηγιών. Η μικρή αυτή αλλαγή θα περιορίσει ακόμη περισσότερο τα έξοδα παραγωγής του φαρμάκου και θα βοηθήσει στην περαιτέρω μείωση της τιμής τους.
Θα θέλαμε επίσης να επισημάνουμε ότι η θέσπιση της χρήσης των γενοσήμων, με βασικό στόχο τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, ενέχει έναν ορατό μελλοντικό κίνδυνο για την ελληνική φαρμακευτική βιομηχανία. Η λογική της «φθηνότερης τιμής» μπορεί να οδηγήσει στην κυριαρχία της εγχώριας φαρμακευτικής αγοράς από πολυεθνικές εταιρείες γενοσήμων, που τα παράγουν σε τρίτες χώρες λόγω φθηνού εργατικού κόστους.
Εν κατακλείδι: Οπως στην υπόλοιπη Ευρώπη, επιβάλλεται η χρήση γενόσημων φαρμάκων στη χώρα μας προκειμένου να μειωθεί η υψηλή φαρμακευτική δαπάνη. Τα γενόσημα ελέγχονται και οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι είναι ασφαλή.

Ο κ. Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Ιατρικών Σχολών. Ο κ. Παναγιώτης Μαχαίρας είναι καθηγητής της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ