Μ ε στόχο την πολιτική του αθώωση και με διάθεση να… αναθεωρήσει την Ιστορία ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κ. Μητσοτάκης γύρισε χθες το βράδυ το ρολόι του χρόνου. Οι δείκτες επέστρεψαν στο καλοκαίρι του 1965 και σε μια ταραγμένη πολιτικά περίοδο. Οι μνήμες ζωντάνεψαν στο Αμφιθέατρο του Μεγάρου Καρατζά, στο κέντρο της Αθήνας, κατά την έναρξη του τριήμερου επιστημονικού Συμποσίου του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Κ. Μητσοτάκης». Με θέμα «Από τον Ανένδοτο στη δικτατορία», ο επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας άνοιξε τον φάκελο «Αποστασία», 33 χρόνια μετά τα δραματικά γεγονότα του Ιουλίου του 1965, όταν αντισυνταγματικά ανετράπη η νόμιμη κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Με μια ομιλία που θα προκαλέσει- όπως προβλέπεται- πολιτικές αναταράξεις και ευρύτερες συζητήσεις ο κ. Μητσοτάκης δημιούργησε τις συνθήκες για την πολιτική αντιπαράθεση των επόμενων ημερών σχετικά με εκείνη την τραυματική εμπειρία για τη Δημοκρατία στη χώρα μας. Μία ημέρα μετά το ετήσιο μνημόσυνο για τον ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή ο κ. Μητσοτάκης εξομολογήθηκε τα κατά αυτόν περιστατικά της εποχής, επιρρίπτοντας ευθύνες σε σημαίνοντα πρόσωπα της εποχής εκείνης, όπως π.χ. ο τότε βασιλεύς Κωνσταντίνος, ο Γεώργιος Παπανδρέου , ο Παναγής Κανελλόπουλος , κ.ά. Ιδιαίτερη αξία είχαν οι πολλές αιχμές που άφησε για τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και το «καρφί» που έριξε για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, λέγοντας ότι «ανεδείχθη για πρώτη φορά πρωθυπουργός ως επιλογή όχι της Κ.Ο. του κόμματος της πλειοψηφίας,αλλά του βασιλέως Παύλου,ο οποίος του έδωσε τη δυνατότητα να κάνει εκλογές με τον εκλογικό νόμο του 1956».

Ακόμη συζητήθηκε αρνητικά από την «καραμανλική πτέρυγα» η επιλογή να ενταχθεί στο δεκάλεπτο βιντεάκι που προβλήθηκε με τα επίκαιρα της εποχής η αναφορά για την παραπομπή το 1965 στο Ειδικό Δικαστήριο του Κωνσταντίνου Καραμανλή (που ζούσε εκείνη την περίοδο στο Παρίσι) για την υπόθεση της ηλεκτροδότησης από τη ΔΕΗ του εργοστασίου της «Πεσινέ» και την κατασκευή του φράγματος του Μέγδοβα.

Οι παρουσίες
Σε μια κατάμεστη αίθουσα, με παρούσα όλη την οικογένειά του και κυρίως έχοντας στο πλευρό του την πιστή του σύζυγο κυρία Μαρίκα Μητσοτάκη, άνοιξε το βιβλίο της Ιστορίας. Υπό τα βλέμματα των παιδιών του, της υπουργού Εξωτερικών κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη και του βουλευτή της ΝΔ κ. Κυρ. Μητσοτάκη, ο πρώην πρωθυπουργός χαλκέντερος, με αξιοσημείωτο σφρίγος που προκάλεσε ευμενή σχόλια, έδωσε τη δική του εκδοχή για τα πολιτικά γεγονότα της εποχής, που θα προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις.

Παρόντες τα ιστορικά στελέχη της Αριστεράς, οι κκ. Λ.Κύρκος και Μ. Γλέζος, αλλά και πολλοί πολιτικοί του φίλοι από παλιά, όπως ο επίτιμος πρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Β.Κόκκινος, ο ειδικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού κ. Αντ.Σγαρδέλης , οι κκ. Θ.Αναγνωστόπουλος , Αλ.Λυκουρέζος, Αλ.Παπαδόγγονας , Ν. Γκελεστάθης, κ.ά. Από την ΚΟ της ΝΔ λίγοι ήταν οι βουλευτές που παρευρέθησαν στην ομιλία του κ. Μητσοτάκη, καθώς οι περισσότεροι ήταν στη Βουλή για την έναρξη της συζήτησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Εκεί ήταν οι κκ. Στ. Νικηφοράκης, Γ. Καλός, Αλ. Παρίσης, Ελ. Αυγενάκης , Γ. Αναγνωστόπουλος, κ.ά., ενώ από τη Ρηγίλλης το θεσμικό «παρών» έδωσε ο Γραμματέας της ΝΔ κ. Ελ. Ζαγορίτης και αρκετά στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών και του Δήμου Αθηναίων.

Ο κ. Μητσοτάκης επιχείρησε με την ομιλία του να δώσει απαντήσεις σε όσους του επιρρίπτουν ευθύνες για την Αποστασία. Εξ αρχής διευκρίνισε ότι μιλάει στο συνέδριο «έχοντας λύσει τους λογαριασμούς του με την Ιστορία» και απάντησε στους επί χρόνια επικριτές του περί της Αποστασίας με τη φράση: «Το προσωπικό τίμημα των γεγονότων του 1965, πολιτικά, εκλογικά και ιστορικά, το έχω καταβάλει. Ισως και με το παραπάνω. Δίκαια ή άδικα». Εδωσε τη δική του εκδοχή για την Ιστορία, επειδή όπως υποστήριξε «στα χρόνια που μεσολάβησαν σίγουρα καλλιεργήθηκαν μύθοι και διαστρεβλώθηκαν ή αποσιωπήθηκαν καθοριστικά γεγονότα της εποχής».

Επικριτικός για τον Τέως
Στο στόχαστρο του κ. Μητσοτάκη βρέθηκε και ο τέως βασιλεύς Κωνσταντίνος από τον όποιο ζήτησεδείχνοντας ότι επιθυμεί την αναμέτρηση- να δώσει την τελική του μαρτυρία για εκείνη την εποχή. «Το τραγικότερο λάθος στους χειρισμούς που έγιναν τότε ήταν η ορκωμοσία του Γεωργίου Αθανασιάδη-Νόβα ως πρωθυπουργού μαζί με δύο μόνο υπουργούςτους υπουργούς Εθνικής Αμύνης και Δημοσίας Τάξεως. Πολύ περισσότερο αφού ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν είχε ακόμη υποβάλει την παραίτησή του.Είχε δηλώσει στον τότε βασιλέα ότι θα την υπέβαλε το επόμενο πρωί» τόνισε και συμπλήρωσε: «Ο τότε βασιλέας επέσπευσε τη ρήξη, την κατέστησε αναπόφευκτη και δημιούργησε με την πράξη του αυτή ένα τραγικό αδιέξοδο.Στην τελική πράξη της ρήξης προχώρησε ο τότε βασιλέας Κωνσταντίνος» .

«Ημουν διάδοχος του Γέρου»
Ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να πείσει ότι δεν έφταιγε για τη σύγκρουση εκείνη την εποχή, δεν την ήθελε, δεν τη σχεδίασε, ούτε είχε να αποκομίσει όφελος. Ανέφερε ότι ήταν πανίσχυρος υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Παπανδρέου και έγινε πανίσχυρος υπουργός Συντονισμού στην κυβέρνηση Στεφανόπουλου. «Ημουν υπό φυσιολογικές συνθήκες ο βέβαιος σχεδόν διάδοχος του Γεωργίου Παπανδρέου.Ζημιώθηκα λοιπόν βαρύτατα από τα όσα συνέβησαν» τόνισε με έμφαση και διευκρίνισε ότι δεν διεκδίκησε ούτε την αντιπροεδρία.

Με διάθεση αυτοκριτικής επανέλαβε ότι θα έπρεπε αυτός και τα άλλα στελέχη που είχαν κοινή στόχευση να κάνουν μια τελευταία προσπάθεια προς το Καστρί για να υπάρξει μια λύση. Εμφανίστηκε ανοιχτός για συζήτηση στο αν εκείνη τη στιγμή αυτός ο πρώτος πυρήνας (συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου) έκαναν από πλευράς τακτικής σωστά να συμπληρώσουν, όπως είπε, την κυβέρνηση Νόβα και «να δώσουν προσωρινή λύση μπροστά στον απειλούμενο κίνδυνο» .

Επέμεινε ότι δεν ανέτρεψαν τον Γεώργιο Παπανδρέου και μίλησε για την αντίπαλη προπαγάνδα που επί δεκαετίες προσπαθεί να εμφανίσει αυτό το σενάριο. Μάλιστα, υπενθύμισε την ομιλία του στη Βουλή στις 3 Αυγούστου 1965 λέγοντας ότι δεν διαψεύστηκε όταν είπε πως «το σύνολο του μικρού υπουργικού συμβουλίου ήταν αντίθετο προς τη ρήξη». Αν και παραδέχεται ότι η ρήξη οδηγούσε ευθέως προς τη δικτατορία υπογράμμισε: «Δυστυχώς η επιλογή μας δεν έφερε αποτέλεσμα. Αυτό ήταν το χειρότερο.Καήκαμε χωρίς να σώσουμε τον τόπο, αφού δεν αποτρέψαμε τελικά την εκτροπή».