Με νέα στοιχήματα έχουν εμπλουτιστεί τους τελευταίους μήνες τα προϊόντα εγγυημένου κεφαλαίου που προσφέρουν οι τράπεζες, δίνοντας τη δυνατότητα στους συντηρητικούς επενδυτές με απόλυτη προστασία να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους σε οποιαδήποτε αγορά του πλανήτη, κάτι που ως πριν από λίγα χρόνια ήταν σχεδόν αδύνατο για πολύ μικρά ποσά. Παράλληλα η άνοδος του βασικού επιτοκίου του ευρώ από 2% σε 4% μέσα σε μόλις 19 μήνες έχει οδηγήσει τα τμήματα μάρκετινγκ των πιστωτικών ιδρυμάτων στη σημαντική βελτίωση των όρων των συγκεκριμένων προϊόντων, ώστε να τα καταστήσουν πιο ελκυστικά και να προσελκύσουν κεφάλαια από τις προθεσμιακές καταθέσεις, οι αποδόσεις των οποίων ξεπερνούν σε αρκετές περιπτώσεις το 4%. Οπως επισημαίνουν τραπεζικοί, τα προγράμματα αυτά απευθύνονται σε επενδυτές που δεν θέλουν να αναλάβουν ρίσκο, και ως εκ τούτου η ζήτησή τους είναι λογικό να μειώνεται όταν αυξάνονται οι αποδόσεις των λογαριασμών με εξασφαλισμένη την τελική απόδοση. Για τον λόγο αυτόν τα πιστωτικά ιδρύματα βελτίωσαν τους όρους των επενδυτικών προϊόντων μηδενικού κινδύνου και διεύρυναν τις επιλογές των πελατών τους.
* Αλλαγή σκηνικού
Οταν πρωτοεμφανίστηκαν πριν από περίπου οκτώ χρόνια στην ελληνικά αγορά προγράμματα με 100% προστασία του αρχικού κεφαλαίου, οι επενδυτές είχαν περιορισμένες επιλογές. Συγκεκριμένα, μπορούσαν να στοιχηματίσουν στην άνοδο, στην πτώση ενός δείκτη ή στη διατήρησή του εντός δύο συγκεκριμένων ορίων. Η απόδοση ήταν είτε προκαθορισμένη, εφόσον η πρόβλεψη επαληθευόταν, είτε ανάλογη της απόδοσης του συνδεδεμένου με το προϊόν δείκτη αναφοράς. Χρόνο με τον χρόνο οι τράπεζες, με πρωταγωνίστριες τις ξένες, άρχισαν να αντλούν έτοιμα προϊόντα από το εξωτερικό, εμπλουτίζοντας με αυτόν τον τρόπο τα προγράμματά τους με νέα πιο «μοντέρνα» στοιχήματα.
Τα νέα χαρακτηριστικά που προστέθηκαν στην εν λόγω μορφή επένδυσης αφορούν τόσο τις αξίες αναφοράς, από την πορεία των οποίων εξαρτάται η επιτυχία του στοιχήματος, όσο και τους τρόπους υπολογισμού της απόδοσης. Σύμφωνα με τις τράπεζες πάντως, το πιο σημαντικό από όλα είναι ότι μέσα από ορισμένα προϊόντα μπορεί να επιτευχθεί σημαντική γεωγραφική ή κλαδική διασπορά του επενδυομένου κεφαλαίου, καθώς η τελική απόδοση της επένδυσης μπορεί να εξαρτάται από την πορεία όχι ενός αλλά πολλών δεικτών ή μετοχών από διαφορετικές χώρες. Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερα ελκυστικά είναι τα προγράμματα η απόδοση των οποίων είναι συνδεδεμένη με την πορεία πολλών αμοιβαίων κεφαλαίων (fund of funds) ή με την πορεία ενός hedge fund. Με αυτόν τον τρόπο οι Ελληνες μπορούν να ποντάρουν με ασφάλεια στα ξένα χρηματιστήρια με πολύ χαμηλό αρχικό κεφάλαιο, το οποίο μπορεί να ξεκινά ακόμη και από τις 3.000 ευρώ.
Επιπλέον, έχουν εμφανιστεί νέα πρωτότυπα και επίκαιρα επενδυτικά concepts, τα οποία προσελκύουν το ενδιαφέρον των επενδυτών. Για παράδειγμα, πριν από μερικούς μήνες, ξένο πιστωτικό ίδρυμα με παρουσία στην Ελλάδα διέθεσε ένα προϊόν εγγυημένου κεφαλαίου που επένδυε στην Κίνα. Ηταν η εποχή που το κινεζικό χρηματιστήριο είχε ήδη ξεκινήσει την ανοδική κούρσα του. Αλλη τράπεζα εξέδωσε προϊόν που επένδυε σε εταιρείες που εμπλέκονται στην παραγωγική διαδικασία διαφόρων εμπορευμάτων, όπως το σιτάρι και το καλαμπόκι, σε ένα διάστημα όπου οι τιμές των commodities κινούνταν έντονα ανοδικά.
Αυτή την περίοδο η Citibank προσφέρει στην Ελλάδα ένα νέο επενδυτικό πρόγραμμα το οποίο ποντάρει στην αυξανόμενη ζήτηση για οικονομικές και καθαρές πηγές ενέργειας, ως συνέπεια της ανησυχίας για τις κλιματολογικές μεταβολές και την αύξηση της θερμοκρασίας της Γης. Πρόκειται για μια έξυπνη κίνηση σε μια περίοδο όπου το ενδιαφέρον πολλών ιδιωτών στράφηκε προς τα φωτοβολταϊκά συστήματα. Πριν από λίγο καιρό η ίδια τράπεζα είχε εκδώσει πρόγραμμα το οποίο επένδυε στην αύξηση της ζήτησης του νερού και τις ευκαιρίες που αυτή δημιουργεί, δεδομένης της αύξησης του πληθυσμού από τη μία και της μόλυνσης των υδάτινων πόρων από την άλλη. Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επένδυση σε εταιρείες που πουλάνε είδη πολυτελείας.
* Ο υπολογισμός της απόδοσης
Μία ακόμη καινοτομία των προγραμμάτων που έχουν διατεθεί πρόσφατα αφορά τον τρόπο υπολογισμού της απόδοσης. Ως πριν από λίγο καιρό οι τόκοι στη λήξη ενός προϊόντος υπολογίζονταν μόνο με δύο τρόπους. Συγκεκριμένα:
* Απόδοση ανάλογη της μεταβολής ενός δείκτη: Ο επενδυτής συμμετέχει ως και 100% στην άνοδο ή στην πτώση του δείκτη αναφοράς. Π.χ., αν ο επενδυτής συμμετέχει σε ποσοστό 50% στην άνοδο ενός δείκτη και ο τελευταίος αυξηθεί κατά 10%, θα λάβει απόδοση 5%. Η σύγκριση για τον υπολογισμό των τόκων μπορεί να γίνει είτε μεταξύ της αρχικής και της τελικής τιμής είτε μεταξύ της αρχικής και της μέσης τιμής του δείκτη αναφοράς κατά τη διάρκεια ζωής του προϊόντος. Τα νέα προϊόντα της κατηγορίας αυτής δίνουν τη δυνατότητα στον επενδυτή να κλειδώσει την απόδοσή του πολλούς μήνες πριν από τη λήξη του προϊόντος. Συγκεκριμένα, προσφέρουν τη δυνατότητα εξασφάλισης του υψηλότερου σημείου κλεισίματος ενός δείκτη κατά τη διάρκεια ισχύος του προϊόντος. Με αυτόν τον τρόπο ο επενδυτής μεγιστοποιεί τα κέρδη του, αφού αυτά είναι άμεσα συνδεδεμένα με την ανώτατη τιμή του δείκτη αναφοράς, σε ένα βάθος χρόνου που μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα πέντε έτη.
* Μέθοδος μέγιστης απόδοσης: Πρόκειται στην ουσία για ένα στοίχημα. Ο επενδυτής λαμβάνει μια προκαθορισμένη απόδοση αν προβλέψει σωστά τη μεταβολή ενός δείκτη. Η ποικιλία στα προϊόντα της συγκεκριμένης κατηγορίας είναι ιδιαίτερα μεγάλη, ενώ η διάρκειά τους στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν ξεπερνά τους 12 μήνες. Το χαρακτηριστικό των νέων εκδόσεων είναι ότι υπάρχει κλίμακα αποδόσεων όταν το στοίχημα «παίζεται» στη διατήρηση της τιμής του δείκτη αναφοράς εντός δύο προκαθορισμένων ορίων. Για παράδειγμα, όσο πιο μικρό είναι το εύρος διακύμανσης μιας ισοτιμίας για ένα εξάμηνο τόσο πιο μεγάλη θα είναι η τελική απόδοση του προϊόντος. Εξάλλου υψηλότερες είναι οι αποδόσεις όταν δεν υπάρχει 100% ασφάλεια για το αρχικό κεφάλαιο αλλά μικρότερη, π.χ. 90%. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο επενδυτής ανταμείβεται με μια επιπλέον απόδοση για τον κίνδυνο απώλειας μέρους του αρχικού κεφαλαίου που αναλαμβάνει.
* Μεγάλη διάρκεια
Αξίζει να σημειωθεί ότι τους τελευταίους μήνες το κύριο χαρακτηριστικό των προϊόντων εγγυημένου κεφαλαίου που προσφέρουν οι τράπεζες είναι η μεγάλη διάρκειά τους, η οποία μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα τέσσερα έτη. Η ανταμοιβή των επενδυτών που θα κλείσουν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα τα χρήματά τους είναι ο ευνοϊκότερος για αυτούς τρόπος υπολογισμού της απόδοσης (π.χ., υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής στα κέρδη ενός δείκτη), η καταβολή ελάχιστης εγγυημένης απόδοσης ανεξάρτητα από την πορεία του προϊόντος, καθώς και η ετήσια καταβολή των τόκων. Εξάλλου σε αρκετά από τα νέα προϊόντα το νόμισμα κατάθεσης δεν είναι μόνο το ευρώ, όπως συνέβαινε παλαιότερα, αλλά μπορεί να είναι δολάρια ΗΠΑ ή στερλίνες. Δίνεται έτσι η δυνατότητα σε όσους το επιθυμούν να αναλάβουν τον συναλλαγματικό κίνδυνο, με στόχο να αποκομίσουν επιπλέον υπεραξίες από την κίνηση των ισοτιμιών.
Γεωγραφική διασπορά με τα funds of funds Εξασφαλίζεται ο καλύτερος συνδυασμός επενδύσεων ανάλογα με το προφίλ του καθενός
Στα καλάθια των αμοιβαίων κεφαλαίων, τα αποκαλούμενα «funds of funds», στρέφεται το ενδιαφέρον στην αγορά των συλλογικών μορφών επένδυσης. Τα συγκεκριμένα αμοιβαία κεφάλαια δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένα στη χώρα μας, ωστόσο σταδιακά οι τράπεζες και οι ΑΕΔΑΚ τα καθιστούν όλο και πιο ελκυστικά εμπλουτίζοντάς τα με νέα χαρακτηριστικά και δυνατότητες διαχείρισης με στόχο την προσέλκυση των ιδιωτών επενδυτών. Το βασικό χαρακτηριστικό των funds of funds είναι ότι οι επενδυτές με την αγορά μεριδίων ενός αμοιβαίου κεφαλαίου τοποθετούνται σε ένα χαρτοφυλάκιο πολλών αμοιβαίων κεφαλαίων, τα οποία με τη σειρά τους επενδύουν σε διαφορετικές κατηγορίες αξιογράφων και σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. Ετσι εξασφαλίζεται η βέλτιστη διασπορά των κεφαλαίων ανάλογα με το επενδυτικό προφίλ του καθενός αλλά και ο προσδιορισμός του κατάλληλου συνδυασμού επενδύσεων για λογαριασμό των επενδυτών σε μακροπρόθεσμη βάση.
Η νέα μόδα στη συγκεκριμένη κατηγορία επένδυσης είναι τα Α/Κ πολλαπλής διαχείρισης, τα οποία εκτός από την τοποθέτηση του ενεργητικού τους σε άλλα Α/Κ, επενδύουν σε εναλλακτικά προϊόντα (alternative investments), εμπορικά ακίνητα και εμπορεύματα, ενώ συμμετέχουν και σε ιδιωτικές εταιρείες (private equity). Ετσι ένας επενδυτής ακόμη και με ένα ποσό της τάξης των 3.000 ευρώ μπορεί να έχει μέσω μιας μόνο επένδυσης πρόσβαση στις παγκόσμιες χρηματοοικονομικές αγορές και σε κορυφαίους επενδυτές κάθε τομέα. Με αυτόν τον τρόπο οι λεγόμενες «εναλλακτικές επενδύσεις» και οι εταιρείες εξειδικευμένων αμοιβαίων κεφαλαίων, οι οποίες ανέκαθεν αποτελούσαν απρόσιτες λύσεις για τον μεμονωμένο επενδυτή, περιλαμβάνονται πλέον στις επενδυτικές επιλογές του.
Με τα προϊόντα πολλαπλής διαχείρισης είναι δυνατή η επιλογή και η δημιουργία ενός χαρτοφυλακίου που να ανταποκρίνεται αποκλειστικά και όσο το δυνατόν περισσότερο στις ανάγκες ενός επενδυτή. Το βασικότερο πλεονέκτημα της ταυτόχρονης επένδυσης σε εναλλακτικές και παραδοσιακές κατηγορίες επένδυσης (μετοχές, ομόλογα και μετρητά), είναι η βελτιωμένη δυνατότητα αντιστάθμισης κινδύνου – απόδοσης μέσω της διασποράς σε ένα ευρύτερο φάσμα κατηγοριών επένδυσης. Αυτό συμβαίνει διότι οι εναλλακτικές επενδύσεις συνήθως συμπεριφέρονται διαφορετικά σε σύγκριση με τις παραδοσιακές στις μεταβολές των οικονομικών συνθηκών. Για παράδειγμα, αν επενδύει κάποιος σε ακίνητα ενδεχομένως να καταγράψει ικανοποιητική πορεία όταν δεν ισχύει το ίδιο για άλλες μορφές επένδυσης.



