Μ ε αφορμή μια έκθεση σύγχρονης ζωγραφικής και γλυπτικής, που διοργανώθηκε το 1947 στους χώρους της Αβινιόν από τον κριτικό και συλλέκτη Κριστιάν Ζερβό και τον ποιητή Ρενέ Σαρ, ο Ζαν Βιλάρ κλήθηκε να παρουσιάσει το έργο του Τ. Σ.Ελιοτ «Φόνος στον Καθεδρικό Ναό». Συνηθισμένος όμως στις μικρές σκηνές, αρνήθηκε την πρόταση, καθώς η Αυλή των Τιμών τού φάνηκε αχανής και άβολη. Αντιπρότεινε το ανέβασμα τριών έργων: «Ριχάρδος ΙΙ» του Σαίξπηρ , «Τόμπι και Σάρα»του Πολ Κλοντέλ και «Ταράτσα του μεσημεριού» του Μορίς Κλαβέλ. Η πρώτη «Εβδομάδα Τέχνης της Αβινιόν» ήταν πλέον γεγονός- δεν άργησε να μετουσιωθεί στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, ένα φεστιβάλ που εξ αρχής περιέλαβε στο πρόγραμμά του άγνωστα ή παρεξηγημένα έργα του διεθνούς ρεπερτορίου μαζί με σύγχρονα κείμενα.

1947-1963: Η γέννηση
Η πρώτη περίοδος της Αβινιόν παρέμεινε υπόθεση ενός άνδρα. Ηθελε να προσελκύσει το νεανικό κοινό με ένα θέατρο διαφορετικό από το συνηθισμένο: «Να ξαναδώσουμε στο θέατρο,στην ομαδική τέχνη,έναν χώρο ανοιχτό (…). Να δώσουμε πνοή στην τέχνη,και επιτέλους να συμφιλιώσουμε την αρχιτεκτονική με τη δραματική ποίηση». Μαζί με μια ομάδα ηθοποιών, νέων και ταλαντούχων – ανάμεσά τους η Ζαν Μορό, η Μαρία Καζαρές, ο Μισέλ Μπουκέ και ο Ζεράρ Φιλίπ, γνωστός ήδη από τις ταινίες του, ο οποίος εντάχθηκε το 1951 στην ομάδα του Βιλάρ.

Το Φεστιβάλ της Αβινιόν πρωτοστάτησε τόσο στην ανανέωση του γαλλικού θεάτρου όσο και στην αποκέντρωσή του. Οσο για τονΖαν Βιλάρ, αναλαμβάνοντας την καλλιτεχνική διεύθυνση του Θεάτρου του Σαγιό, δημιούργησε τις επιπλέον προϋποθέσεις για τη λειτουργία του φεστιβάλ. Ετσι παίχθηκαν, μεταξύ πολλών άλλων, στο Παλάτι των Παπών της Αβινιόν ο «Λορενζάτσιο», ο «Δον Ζουάν», η «Μάνα Κουράγιο».

1964-1979: Η εφηβεία
Πάντοτε υπό το άγρυπνο μάτι του Βιλάρ, η Αβινιόν συνέχιζε κάθε καλοκαίρι να αφήνει το στίγμα της στα θεατρικά δρώμενα. Για να αποφύγει την επανάληψη και τη ρουτίνα έθετε διαρκώς ερωτήματα και καλούσε τους σκηνοθέτες, όπως οι Ροζέ Πλανσόν, Ζορζ Λαβελί, Αντουάν Μπουρσεγέ. Παράλληλα ανοίχθηκαν νέοι χώροι για να υποδεχθούν και άλλες τέχνες – του χορού, το 1966, με την παράσταση του Μορίς Μπεζάρ, του κινηματογράφου με την προβολή της ταινίας «Η Κινέζα» του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ , καθώς και το μουσικό θέατρο. Οσο το κοινό μεγάλωνε, τόσο η οργάνωση του φεστιβάλ γινόταν όλο και πιο σύνθετη. Οι νέες γενιές αμφισβήτησαν τον ιδρυτή της Αβινιόν: το 1971 ο Ζαν Βιλάρ πέθανε απόκαρδιακή προσβολή. Τη σκυτάλη ανέλαβε ο Πολ Πυό- στα χνάρια του Βιλάρ. Η δεκαετία του 1960 έφερε στην Αβινιόν μεγάλα ονόματα του γαλλικού θεάτρου όπως οι Ζορζ Ουιλσόν, Αντουάν Μπουρσεγέ, Μαρσέλ Μαρεσάλ,Γκαμπριέλ Γκαράβ,Γκι Ρετορό, Μπένο Μπεσόν. Μαζί ήρθε και μια νέα αισθητική, μέσα από τις παραστάσεις της Αριάν Μνουσκίν, του Μπομπ Ουίλσον ή του Αντουάν Βιτέζ . Παράλληλα μια νέα γενιά ανέτειλε ( Ζακ Λασάλ,Μπρούνο Μπαγέν, Ζαν-Πιερ Βενσέν ) ενώ νέοι χώροι για παραστάσεις δημιουργήθηκαν στην Αβινιόν. Ως το τέλος αυτής της περιόδου άρχισε να δημιουργείται και ένα ακόμη φεστιβάλ στην πόλη, το off Αβινιόν!

1980-2003: Η ενηλικίωση
Τη δεκαετία του 1980 το φεστιβάλ άλλαξε χέρια: Ο Πυό, αφού ιδρυσε το «Σπίτι του Ζαν Βιλάρ», παρέδωσε τα κλειδιά στον νεότερο Μπερνάρ Φεβρ Ντ΄ Ασιέ. Σιγά σιγά το φεστιβάλ έπαψε να εξαρτάται οικονομικά από το κράτος ή τον δήμο και έγινε αυτοχρηματοδοτούμενο. Μεγάλες παραγωγές, θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις ανανέωσαν το προφίλ του φεστιβάλ, όπως εκείνες των Ματίας Λάνχοφ, Πίνα Μπάους, Φιλίπ Κομπέρ. Η σύγχρονη ποίηση βρήκε τη θέση της, σε συνδυασμό σημαντικές ερμηνείες. Η άφιξη του Πίτερ Μπρουκ, οι παραστάσεις του Αντουάν Βιτέζ έδωσαν νέα πνοή στην Αβινιόν, ενώ η δεκαετία του 1990 μετέτρεψε το φεστιβάλ σε πόλο έλξης ευρωπαϊκών θιάσων και θεατρικών ομάδων από όλο τον κόσμο. Περισσότερα από 100.000 εισιτήρια κόβονται κάθε χρόνο ενώ οι εκδηλώσεις ξεπερνούν τις 40- με εξαίρεση το 2003 που ακυρώθηκε το φεστιβάλ εξαιτίας των απεργιών στον καλλιτεχνικό χώρο.

2004: Η συνέχεια…
Τον Σεπτέμβριο του 2003 την καλλιτεχνική διεύθυνση ανέλαβαν οι Ορτάνς Αρχαμπό και Βενσάν Μποντριγέ . Στόχος τους η ανανέωση μέσα από τη σύνδεση του φεστιβάλ με πρόσωπα. Ετσι το 2004, στα 58α γενέθλια της Αβινιόν, καλείται οβερολινέζος σκηνοθέτης Τόμας Οστερμάιερ – ακολουθούν οι Γιαν Φαμπρ, Γιόζεφ Νατζ και εφέτος ο Φρεντερίκ Φίσμπαχ.

Το Φεστιβάλ της Αβινιόν, σήμερα, παραμένει το ετήσιο ραντεβού των εραστών του θεάτρου: Εχει πάψει να προκαλεί τις μάζες. Κάθε Ιούλιο συχνάζουν εκεί οι φανατικοί της τέχνης, αλλά και οι επαγγελματίες, για να παρουσιάσουν τη δουλειά τους και να ανοίξουν έναν διάλογο μεταξύ τους και με το κοινό. Αυτό άλλωστε ήταν και η βασική επιθυμία του Ζαν Βιλάρ όταν το ίδρυε πριν από 60 χρόνια.

ΖΑΝ ΒΙΛΑΡ

Ο σκηνοθέτης Ζαν Βιλάρ (1912-1971) ανέλαβε το 1951 τη θέση του διευθυντή του Θεάτρου του Σαγιό, το οποίο δεν άργησε να (ξανα)βαφτίσει Εθνικό Λαϊκό Θέατρο (το γνωστό ΤΝΡ, Τheatre Νational Ρopulaire). Ανανεωτής του ρεπερτορίου, ο Ζαν Βιλάρ πρότεινε και ανέβασε έργα τα οποία ως τότε «σιωπηρά» απαγορεύονταν ( Μπρεχτ, Μπύχνερ, Ελιοτ ). Το 1963 εμπιστεύθηκε τη θέση του διευθυντή του ΤΝΡ στον Ζορζ Ουϊλσόν , κράτησε όμως την Αβινιόν ως τον θάνατό του.