Πολλοί ψηφοφόροι βρίσκονται μπροστά σε ένα δίλημμα διλημμάτων: Να αποφασίσουν σύμφωνα με το δίλημμα Αριστερά ή Δεξιά; ‘H μήπως να επιλέξουν με κριτήριο νεωτερικό ή συντηρητικό, καινούργιο ή παλιό; Πριν από δυο τρεις δεκαετίες θα ήταν αδιανόητο να τεθούν διαζευκτικά αυτά τα δυο διλήμματα. Το αριστερό θεωρούνταν καινούργιο και νεωτερικό και το δεξιό συντηρητικό και καθιερωμένο. Τα δυο διλήμματα συνέπιπταν σε ένα. Τι συνέβη και αποσυνδέθηκαν; Αν κοιτάξουμε κάπως ευρύτερα, στον ευρωπαϊκό ορίζοντα, η αποσύνδεση αυτή οφείλεται στην κρίση του δίπολου Αριστεράς και Δεξιάς. Τρεις, κατά τη γνώμη μου, εξελίξεις βάρυναν στην Αριστερά:


Πρώτο, τα αριστερά κόμματα έχασαν τα ταξικά τους χαρακτηριστικά. Καθώς άλλαξε η δομή της εργασίας, και από βιομηχανική έγινε μετα-βιομηχανική, το ταξικό κόμμα που ήταν συνδεδεμένο με τα συνδικάτα και τις κοινότητες εργασίας – κατοικίας εξαφανίστηκε ή συρρικνώθηκε σε σκιά του παλιού του εαυτού. Οσα από τα κόμματα αυτά γλίτωσαν μετατράπηκαν σε αριστερά κόμματα χωρίς ταξικές αναφορές και με άξονα αιτημάτων πολιτική συμμετοχή και πολιτισμικές αλλαγές ( «μετα-υλιστικές αξίες» ή post-materialist values).


Δεύτερο, μετά την οικονομική κρίση της δεκαετίας του ’70 εγκατελήφθη ο κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας, οι εθνικοποιήσεις, άρχισαν περιορισμοί στο Κράτος Πρόνοιας, κεντρικό άξονα της ευρωπαϊκής Αριστεράς μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μαζί με την πολιτική πλήρους απασχόλησης, πήγε περίπατο και το «δικαίωμα στην εργασία», άλλο βασικό σύνθημα της Αριστεράς από το 1848. H επιθετική εμφάνιση του Θατσερισμού και του Νεοφιλελευθερισμού (που στις αδύνατες οικονομικά χώρες εμφανίστηκε κυρίως με τα μονεταριστικά χαρακτηριστικά των shock therapies) σήμαινε την επικράτηση μιας νέας οικονομίας η οποία έκανε απαγορευτική την επιστροφή στη χρήση του κράτους ως οργάνου κοινωνικού σχεδιασμού.


Τρίτο, το «1989» λειτούργησε σωρευτικά στην παλαίωση της μεταπολεμικής αριστερής ιδεολογίας, εκείνης της οποίας άξονας ήταν ο αντιφασισμός και ο προοδευτισμός. Εξάλλου, και μέσα στα πλαίσια της δυτικής αριστεράς, η κριτική θεωρία στο τελευταίο τρίτο του 20ού αιώνα αποδιάρθρωσε το ενιαίο υποκείμενο σε πολλαπλές και εν μέρει ασύμβατες μεταξύ τους ταυτότητες. H κεντρική και μακροπρόθεσμη αντίθεση καπιταλισμός – σοσιαλισμός, πρόοδος – συντήρηση, διαχύθηκε στη διάσπαρτη κριτική της μικροφυσικής της εξουσίας, μέρος της οποίας θεωρήθηκε και η ίδια η Αριστερά. Δημιουργήθηκαν σχεδόν δυο διαφορετικοί αριστεροί κόσμοι με διαφορετικές αναφορές, στην πολιτισμική κριτική ο ένας, στην κοινωνική κριτική ο άλλος. Οι αλλαγές αυτές, συνολικά, αντιπαρέθεσαν το καινούργιο απέναντι στο παλιό, όπου από την πλευρά του παλιού δεν υπήρχε μόνο Δεξιά, αλλά και Αριστερά. Αντίστοιχα, από την πλευρά του καινούργιου δεν ορίζονταν όλοι ως Αριστερά, αν και απέφευγαν να οριστούν ως Δεξιά.


* Οι προσαρμογές των αριστερών κομμάτων


Οι μεταβολές αυτές εξαφάνισαν μερικά ευρωπαϊκά αριστερά κόμματα, μετέτρεψαν μερικά κομμουνιστικά σε σοσιαλδημοκρατικά, αλλά στο τέλος έθεσαν συνολικά στο σύνολο των σοσιαλιστικών κομμάτων το δίλημμα επαναδημιουργία ή παρακμή; Από τα τρία μεγάλα κόμματα, το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα, διατηρώντας τις κλασικές συντεταγμένες καταποντίστηκε, το γερμανικό σώθηκε χάρη στον συνασπισμό με τους πράσινους, και το αγγλικό ανέλαβε όχι μόνο να διαχειριστεί αλλά και να πρωταγωνιστήσει στη νέα οικονομία. Το ερώτημα είναι, υπάρχει χώρος και ρόλος στη νέα εποχή για τους πολιτικούς σχηματισμούς που προέρχονται από την Αριστερά; Αν απαντήσουμε ότι η νέα εποχή, συνολικά, αποτελεί οπισθοδρόμηση από προηγούμενες κατακτήσεις, σημαίνει πως όχι. Αν όμως θεωρήσουμε ότι η νέα εποχή δεν έχει μια εκ των προτέρων και αναγκαστικά δεδομένη κατεύθυνση αλλά παρουσιάζει ανοιχτές δυνατότητες, ότι διακυβεύεται, τότε σημαίνει πως υπάρχει ρόλος για την Αριστερά, αλλά μια Αριστερά με νέους στόχους και νέα πολιτική. Σε τι μπορεί να συνίστανται οι στόχοι αυτοί;


Είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να επιστρέψει μια πολιτική κρατισμού, κοινωνικοποιήσεων και κεντρικής χρηματοδότησης. Αλλά το κεντρικό σχέδιο δεν είναι ανάγκη να αντιπαραβάλλεται μόνο με την αγορά, που δεν λειτουργεί άλλωστε όπως στα οικονομικά εγχειρίδια. Μπορεί να αντικατασταθεί από δικτυώσεις και αποκεντρωμένες εστίες πρωτοβουλιών. Το παλαιό βιομηχανικό μοντέλο και το Κράτος Πρόνοιας είχε μια έμφυλη δομή με προτεραιότητα στην ανδρική πρωτοκαθεδρία. Οι νέες τεχνολογίες όμως και οι συνακόλουθες εργασιακές δομές περικλείουν μια δυναμική ανατροπής αυτής της ιεραρχίας των φύλων. Το βιομηχανικό μοντέλο ήταν εξαιρετικά καταστροφικό για τη φύση. Το καινούργιο, επειδή είναι πιο ελαφρό και ευέλικτο, περικλείει τις δυνατότητες φιλικότερης συμπεριφοράς προς το περιβάλλον. Το παλαιό μοντέλο επέβαλε την πρωτοκαθεδρία του εθνικού κράτους. Στο καινούργιο μοντέλο η κινητικότητα των ανθρώπων και των πληθυσμών αποτελούν αναγκαία συνθήκη.


* Οι ευέλικτες μορφές εργασίας και η ανασφάλεια


Αλλά οι δυνατότητες αυτές μπορούν να μετατραπούν και στο αντίθετό τους. H κινητικότητα των ανθρώπων μπορεί να σκοντάψει στην ξενοφοβία και στο κοινωνικό απαρτχάιντ. H σχέση με το περιβάλλον μπορεί να γίνει εξαιρετικά καταστροφική εξαιτίας της αντίστασης της βιομηχανίας και των μοντέλων ενεργειακής κατανάλωσης. Οι ευέλικτες μορφές εργασίας να γίνουν εργασιακός μεσαίωνας, η γενικευμένη ανασφάλεια να οδηγήσει σε φοβικές ιδεολογίες. Στην πραγματικότητα αυτή η δεύτερη εκδοχή επικρατεί σε μεγάλο βαθμό. Και επικρατεί όχι μόνο εξαιτίας της νέας οικονομίας, αλλά από τον θανάσιμο εναγκαλισμό της με τη γραφειοκρατία, τον κρατισμό, τις αναχρονιστικές ιδεολογίες και πρακτικές. Ο χειρότερος συνδυασμός είναι η σύζευξη νέων οικονομικών πραγματικοτήτων με παλαιές νοοτροπίες, ή ακόμη με ένα αντιδραστικό μοντερνισμό (λ.χ. αμερικανικός νεοσυντηρητισμός, ολλανδική νεοδεξιά κτλ.).


Επομένως; H νέα εποχή δεν είναι μονόδρομος ούτε προς την Κόλαση ούτε προς τον Παράδεισο. Το καινούργιο δεν είναι από μόνο του αριστερό ή δεξιό, όπως και το αριστερό δεν ανήκει αυτονόητα στο καινούργιο. Χρειάζεται όμως σύζευξη των δύο διλημμάτων; Κατά τη γνώμη μου ναι. Για μεν το αριστερό, η σύζευξη με το καινούργιο και το πειραματικό είναι όρος επιβίωσης και δείγμα ζωτικότητας. Διαφορετικά η Αριστερά μετατρέπεται σε κοινότητα νοσταλγίας και μελαγχολίας. Για το καινούργιο, η σύζευξη με το αριστερό είναι θέμα αξιοδότησης και κατεύθυνσης. Ποιες αξίες, εξαρτάται αν στο φαντασιακό μας υπάρχει ουτοπία, δυστοπία, ή κενό.


* H εξέλιξη στην Ελλάδα


Ας έρθουμε στην Ελλάδα παρακολουθώντας, αφαιρετικά έστω, τις βασικές γραμμές αυτού του διλήμματος. H περίοδος του Ανδρέα Παπανδρέου στάθηκε στο δίλημμα αριστερό – δεξιό. Το σύνθημα «Ποτέ πια Δεξιά», ανταποκρινόταν σε μια γενικευμένη κριτική του νεοελληνικού παρελθόντος. Ωστόσο, το οικονομικό περιεχόμενό του, δηλαδή κοινωνικοποιήσεις, παρεμβατισμός και κοινωνικό κράτος, ερχόταν σε μια εποχή που οι αντίστοιχες πολιτικές στη Δυτική Ευρώπη εγκαταλείπονταν. Συνέπεια; H οικονομική παρακμή, η αναποτελεσματικότητα και η υποκατάσταση της κοινωνικής πολιτικής με τη ρητορεία του λαϊκισμού. H οκταετία του Κώστα Σημίτη σημάδεψε μια στροφή προς τον εκσυγχρονισμό. Αποκάλυψε ότι το καινούργιο απέναντι στο παλιό μπορούσε να υπολογίζει σε μια κλίμακα αξιών, η οποία, εν πολλοίς συνέπιπτε και σε χρόνια αιτήματα διαφωτισμού και εκλογίκευσης της ελληνικής κοινωνίας τα οποία είχε προβάλει η Αριστερά στην Ελλάδα. Φαλκιδεύτηκε όμως τόσο από εσωτερικές αγκυλώσεις, ακόμη και σε επίπεδο υπουργών, όσο και από τους περιορισμούς του διεθνούς οικονομικού αλλά και του πολεμικού κλίματος. Ας θυμηθούμε πως με τον πόλεμο στο Ιράκ παραμερίστηκε η χάρτα σύγκλισης της ελληνικής προεδρίας στην EE. Παρ’ όλα αυτά ο Σημίτης δημιούργησε την αίσθηση ότι στις προθέσεις του βρισκόταν η σύμπτωση ανάμεσα στα δύο διλήμματα. H σύμπτωση δηλαδή ανάμεσα στο εκσυγχρονιστικό και στο αριστερό – στην ευρύτερη πολιτισμική και αξιακή έννοιά του. Γι’ αυτό άλλωστε είχε σημασία η αντιδιαστολή της έννοιας «κοινωνία της αγοράς» που αντιστοιχούσε σε μια συντηρητική αντίληψη της νέας εποχής, στην «οικονομία αγοράς – κοινωνία αλληλεγγύης» που αντιστοιχούσε στο μοντέλο της προοδευτικής διακυβέρνησης που κάποια στιγμή επεδίωξε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Τώρα, με τον Γιώργο Παπανδρέου, βρισκόμαστε σε μια νέα επιλογή, όπου το δίλημμα νέο έναντι του παλιού τίθεται εμφατικά, με μια νέα δυναμική. Αν στην περίοδο Σημίτη ο εκσυγχρονισμός σκόπευε στη σύγκλιση με την υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη, ο επαγγελλόμενος εκσυγχρονισμός αφορά την προσαρμογή της κοινωνίας στη νέα οικονομία. Ωστόσο δεν έχει πείσει ότι το δίλημμα αυτό σχετίζεται, και μπορεί να αντιστοιχηθεί, με το δίλημμα αριστερό έναντι δεξιού. Γιατί η προσαρμογή στη νέα οικονομία μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Αν χρειάζεται να επιμένει κανείς στη σύζευξη δεν είναι για να προσελκύσει τις ψήφους και των δύο υπαρκτών Ελλάδων, της μειονεκτούσας που θέλει κοινωνική δικαιοσύνη και της δυναμικής που θέλει ελευθερία και πρωτοβουλία. Για να συγκροτηθεί μια σύγχρονη ηγεμονία χρειάζεται ταυτότητα. Και η ταυτότητα ορίζεται όχι από το τι είναι, αλλά από τι δεν είναι. Χρειάζεται, δηλαδή, ισχυρά και πολιτικοποιημένα διλήμματα.


Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.