Ο ΧΡΟΝΟΣ ήταν λίγος και τα χρήματα ακόμα λιγότερα. Θέλω να πω, ο χρόνος απ’ τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου ως το δημοψήφισμα, που είχε προκηρυχθεί για τις 8 Δεκεμβρίου… και τα χρήματα της δημοκρατικής παράταξης για την οργάνωση του αντιμοναρχικού αγώνα και την προβολή των θέσεών της.


Βέβαια, είχαμε απόλυτη πεποίθηση στο δημοκρατικό φρόνημα της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων ­ που η εγκληματική δικτατορία το είχε τρανέψει κατακόρυφα.


Επιπλέον, διαθέταμε και δυο σπουδαίους συμμάχους: Πρώτα-πρώτα, τον ίδιο τον Κωνσταντίνο. Η πολιτεία του, απ’ την ώρα που ανέβηκε στον θρόνο, βοούσε πως η «Βασιλευομένη Δημοκρατία» του, μπορεί να ήταν εστεμμένη, αλλά μόνο δημοκρατία δεν ήταν. Το πραξικόπημά του της 15.7.65 ­ η «απόλυση» του Γ. Παπανδρέου ­, η Αποστασία, το πραξικόπημα που χάλκευαν οι στρατηγοί «του» με την επίνευση της Αυλής, έπειτα η όρκιση της δικτατορικής κυβέρνησης απ’ τον «άνακτα», οι έπαινοί του για την «εθνοσωτήρια», το ιλαροτραγικό αντι-πραξικόπημά του του Δεκεμβρίου 1967 και η επαίσχυντη φυγή του, τα συγχαρητήριά του στον Παπαδόπουλο για τη διάσωσή του από την εναντίον του απόπειρα του Αλέκου Παναγούλη… όλα αυτά και πολλά άλλα συνθέτανε βαρύ παθητικό για τον διεκδικητή του «θρόνου των πατέρων του» και των ψήφων των Ελλήνων.


Επειτα, η ουδετερότητα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που δήλωσε πως ο ίδιος και το κόμμα του δεν θα είχαν καμιάν ανάμειξη στην προ δημοψηφίσματος εκστρατεία. Αν ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας εκδηλωνόταν υπέρ της βασιλείας (όπως προσδοκούσαν οι ζηλωτές της), τα πράγματα θα δυσκόλευαν πολύ για εμάς, αφού, τρεις εβδομάδες νωρίτερα, τον είχε ψηφίσει το 54% των εκλογέων. Ευτυχώς, ο Καραμανλής είχε πικρή πείρα από τα «παλατιανά» και προτίμησε την αποχή.


ΑΛΛΑ, και πάλι, ο δρόμος για το δημοψήφισμα δεν ήταν στρωμένος με ρόδα. Οι βασιλικοί είχαν άφθονα οικονομικά μέσα για την προπαγάνδα τους ­ κατά την «Νταίηλυ Εξπρές», της 26.11, την κωνσταντινική εκστρατεία είχαν ενισχύσει «ισχυροί κύκλοι των παρασκηνιών (εφοπλιστές κ.ά.)», ου μην αλλά και ο… Σάχης της Περσίας! Είχαν κιόλας νοικιάσει πολυτελή γραφεία στην Πανεπιστημίου… Εμείς είμαστε άστεγοι και άποροι. Τύχη αγαθή, ο αείμνηστος Γεώργιος Μαύρος μας παραχώρησε το επάνω πάτωμα του κτιρίου στη γωνία Πανεπιστημίου και πλατείας Ομονοίας. Σήμερα, το κτίριο αυτό η Εθνική Τράπεζα το έχει ανακαινίσει και καλλωπίσει, αλλά τότε ήταν κάπως… σαράβαλο. Εφτανε, όμως, και περίσσευε για να στήσουμε τις σκηνές μας. Και το «παγκάρι» μας: μη έχοντας οικονομικά μέσα, κάναμε έκκληση στους δημοκρατικούς πολίτες να εισφέρουν ό,τι μπορούσαν για τον αγώνα. Κόσμος και κόσμος άρχισε αμέσως ν’ ανεβοκατεβαίνει τη (μάλλον ετοιμόρροπα) σκάλα και να καταθέτει, κυριολεκτικά, τον οβολό του.


Δεν ξεχνώ ένα στιγμιότυπο, χαρακτηριστικό και χιουμοριστικό: Κάποιο πρωί, ήρθε ένας μεσόκοπος άντρας ­ εργατικός φαινόταν ­ και πρόσφερε ένα ποσό δυσανάλογο με την (εικαζόμενη) οικονομική κατάστασή του. «Μα δεν είναι πάρα πολλά;» τον ρώτησαν αμήχανα οι κοπέλες που συλλέγανε τις προσφορές. «Μπα», γέλασε εκείνος. «Πήγα και τα πήρα απ’ τους βασιλικούς και σας τα φέρνω»! Εμείς επαιτούσαμε κι εκείνοι πετούσαν χρήματα…


ΤΗΝ κρίσιμη ώρα την σήμανε η τηλεοπτική αντιπαράθεση. Οι δυο αντίπαλες παρατάξεις είχαν συμφωνήσει να γίνουν ανά τέσσερις δεκάλεπτες ομιλίες απ’ την κάθε πλευρά. Την αρχή έκανε (τιμής ένεκεν!) ο ίδιος ο Κωνσταντίνος, στις 26 Νοεμβρίου, με μαγνητοφωνημένο μήνυμα, σταλμένο απ’ το Λονδίνο, όπου εποιούσε τας διατριβάς του. Δήλωσε πως «σέβεται απόλυτα τη λαϊκή κυριαρχία» (εξαίρεση, τα βασιλικά πραξικοπήματα)… πως σκοπός του ήταν «η αποκατάσταση της εθνικής ενότητας» (εξαίρεση, οι διχασμοί που είχαν προκαλέσει οι «πατέρες» του, αλλά κι ο ίδιος, χαρακτηρίζοντας τους μισούς Ελληνες «μιάσματα»)… πως φρίττει για το «αυταρχικό καθεστώς της 21 Απριλίου» (εξαίρεση οι εναγκαλισμοί μαζί του και οι λιβανωτοί στους πρωτεργάτες του). Και τέλος, δακρυρρόησε για τον πόνο της εξορίας και τον καημό του να γυρίσει στον τόπο όπου «βρίσκεται το σπίτι του και οι τάφοι των προγόνων του». Αυτό το τελευταίο ­ όπως διαπιστώσαμε ­ φάνηκε να συγκινεί κάποιες «ευαίσθητες ψυχές» για «το καημένο το παιδί, που υποφέρει μακριά απ’ την πατρίδα του»…



ΤΗΝ παράλλη, 28.11 ήταν η σειρά της δημοκρατικής παράταξης ­ που δεν είχε ακόμα καταλήξει ποιος θα ήταν ο πρώτος ομιλητής της. Πολιτικός αρχηγός ή και βουλευτής αποκλειόταν, ύστερ’ από σχετική απόφαση όλων των κομμάτων να μη δοθεί κομματική χροιά στην αντιπαράθεση. Την παραμονή το μεσημέρι, έγινε σύσκεψη στο γραφείο του Γ. Μαύρου, για να επιλεγεί ο αντιφωνητής του Κωνσταντίνου. Τελικά, ο κλήρος έπεσε στον υπογράφοντα, επειδή είχα ασκήσει, από «Το Βήμα» έντονη πολεμική κατά του «ιερού παλατίου», τόσο στη διάρκεια της αποστασίας, όσο και στη μεταπολίτευση.


Αλλά όσα δίκια και να ‘χεις, πώς απαντάς σ’ έναν «εστεμμένο», που είχε μάλιστα «ποντάρει» και στον συναισθηματισμό των ακροατών ­ ενώ εσύ δεν διαθέτεις ούτε τη «διασημότητά» του, ούτε την «αίγλη» του αξιώματός του, ούτε θρήνους και δάκρυα;


Ο μόνος τρόπος ήταν, στον έναν και «μεγαλειότατο» ν’ απαντήσεις ως φωνή των πάμπολλων «μικρών» Ελλήνων, που δεν διαθέτανε βασιλικό «φωτοστέφανο» αλλά, επί γενεές γενεών, είχαν πληρώσει πανάκριβα το χρύσωμά του. Ετσι κι έγινε.


«Προχθές το βράδυ ­ είπα ­ σας μίλησε ο απόγονος μιας ξένης δυναστείας, εκλιπαρώντας την ψήφο σας για τη Βασιλεία ­ δηλαδή, για τον εαυτό του, για τα παιδιά του, για τη δυναστεία του. Σήμερα, σας μιλεί ένας απλός πολίτης, ένας από σας, ζητώντας την ψήφο σας για τη Δημοκρατία ­ δηλαδή, για σας τους ίδιους, για τα παιδιά τα δικά σας, για την Ελλάδα».


Ακολούθησε η ανασκευή των επιχειρημάτων του Κωνσταντίνου, με αναδρομή στους άθλους των προκατόχων του και του ίδιου. Εμεναν τα δάκρυα για την εξορία του και για τους τάφους των προγόνων του, που τους θυμόταν με οδύνη. Η φυσική απάντηση ήταν να θυμίσεις στους ακροατές την αμνησία του, τη σιωπή του για τις εξορίες των αντιδικτατορικών αγωνιστών, για τους τάφους των θυμάτων της, για το σφαγιαστήριο του Πολυτεχνείου, για την κυπριακή τραγωδία, για όλα όσα ήταν γέννημα της δικτατορίας, που κι αυτή ήταν γέννημα του ίδιου. Και η κατάληξη:


«Οταν την Κυριακή θα φθάσετε στην κάλπη, πάνω απ’ τον ώμο σας θα στέκουν οι σκιές μυριάδων Ελλήνων, που πέθαναν για την ελευθερία αυτού του τόπου. Ο αγώνας των περισσότερων απ’ αυτούς προδόθηκε ξανά και ξανά ­ και το κυριότερο όργανο της προδοσίας ήταν ο θρόνος, που μεταμόρφωνε τα κατορθώματα των αγωνιστών σε προνόμια της ιθαγενούς και ξένης ολιγαρχίας. Στο χέρι σας είναι να μην προδόσετε μεθαύριο, κι εσείς, τους νεκρούς μας και τις θυσίες τους»…


Ας μου επιτραπεί να πω ότι η ομιλία αποδείχθηκε εύστοχη ­ χαρακτηρίσθηκε «υπόδειγμα δημοκρατικής έκφρασης» («Το Βήμα»), «συντριπτική» («Αυγή»), «καταπελτική» («Αθηναϊκή»), κλπ. Ανάλογη απήχηση είχαν και οι κατοπινές ομιλίες του Λεωνίδα Κύρκου (29.11), του Κώστα Σημίτη (3.12) και του Γ. Κουμάντου (6.12). Από τη βασιλική παράταξη, μίλησαν ο στρατηγός ε.α. Σ. Τζαννετής (2.12) και ξανά, τελευταίος, ο ίδιος ο Κωνσταντίνος (6.12).


Μ’ ΑΥΤΑ και μ’ αυτά, ο αντιμοναρχικός αγώνας φούντωσε σ’ όλη την Ελλάδα. Χιλιάδες επιτροπές σχηματίσθηκαν παντού, «πούλμαν της Δημοκρατίας» όργωναν την ύπαιθρο, μοιράζοντας μυριάδες προκηρύξεις και γαλβανίζοντας τον κόσμο.


Το αποτέλεσμα δικαίωσε, όπως είναι γνωστό, τον αγώνα: 69,2% για την Αβασίλευτη Δημοκρατία, 30,8 για τη Βασιλευόμενη. (Το «χρυσό μετάλλιο» πήρε η Κρήτη με 91%, το αργυρό η Αθήνα με 86,5% και το χάλκινο η Αττική με 74,75%).


Οι πανηγυρισμοί τελειωμό δεν είχαν. Αλλά και η επίγνωση πως «τέτοιο τέλος είναι αρχή» άλλων προσπαθειών για θεμελίωση και στερέωση μιας ουσιαστικής δημοκρατίας…


­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­


1. Το πλήρες κείμενο δημοσιεύθηκε στο «Βήμα», 29.11.74, και σε πολλές άλλες εφημερίδες, καθώς και στο βιβλίο μου «Δυναστείες και δυνάστες» (Θεμέλιο, 1974). Βλ. και την έκδοση «Η εικονογραφία του αντιμοναρχικού αγώνα» (Ακμων, 1975), με άφθονο σχετικό υλικό.