Ο κύριος 473



Αύριο 15 Μαρτίου απονέμονται για 14η συνεχή χρονιά οι «διαπιστεύσεις» για το Rock and Roll Hall of Fame, ένα βραβείο που συνήθως δίνεται στη Νέα Υόρκη, αν και το ομώνυμο μουσείο βρίσκεται στο Κλίβελαντ. Οταν βεβαίως μιλάμε για το ροκ, κατά πάσα πιθανότητα η σκέψη μας δεν πηγαίνει σε κάποιο μουσείο, γιατί η ιδέα του μουσείου αντιστρατεύεται την όλη ιδεολογία του ροκ. Αυτές όμως είναι σκέψεις που θα είχαν μεγαλύτερη βάση 30 και 40 χρόνια πριν. Σήμερα περισσότερο από ποτέ το ροκ έχει την ανάγκη της σωστής τοποθέτησής του απέναντι στον χρόνο. Με αυτές τις σκέψεις ο τόσο σημαντικός για την εξέλιξη του ροκ ­ ιδρυτής της εταιρείας Arista ­ Αχμέτ Ερτεγκάν αποφάσισε το 1993 μαζί με τον Σέιμουρ Στέιν (πρόεδρο της Sire) και τον Τζαν Γουένερ (εκδότη του περιοδικού «Rolling Stone»), μεταξύ άλλων, ότι ήρθε η ώρα να τιμήσουν όλους τους σημαντικούς μουσικούς από το 1920 ως σήμερα. Ετσι φτιάχτηκε το μουσείο στο Κλίβελαντ, όπου μπορεί κανείς να αφιερώσει ολόκληρη την ημέρα του παρακολουθώντας σε ειδικές αίθουσες την εξέλιξη όλων των μουσικών ειδών που έχουν σχέση με το ροκ, βλέποντας προσωπικά είδη πολύ σημαντικών καλλιτεχνών, όπως την κιθάρα του Ερικ Κλάπτον, τα παπούτσια-πλατφόρμες του Κιθ Μουν και το μπλε σουέτ σακάκι του Ελβις Πρίσλεϊ, ενώ παράλληλα μπορεί να ακούσει δίσκους που δεν θα είχε την ευκαιρία να ακούσει ποτέ. Η ιδέα για την είσοδο των καλλιτεχνών στο μουσείο πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1986 και μερικοί από τους πρώτους που πέρασαν την πόρτα του ήταν ο Τσακ Μπέρι, ο Τζέιμς Μπράουν, ο Ρέι Τσαρλς και φυσικά ο Ελβις Πρίσλεϊ. Στην πορεία μπήκαν ονόματα όπως οι Beatles, ο Μπομπ Ντίλαν, ο Ντέιβιντ Μπάουι και οι Rolling Stones. Απαραίτητη προϋπόθεση για την είσοδο ενός καλλιτέχνη στο Rock and Roll Hall of Fame είναι η προϋπηρεσία του στο ροκ επί τουλάχιστον 25 χρόνια. Για την εκλογή τους αποφασίζει μια επιτροπή από 52 προσωπικότητες της μουσικής βιομηχανίας που προτείνει σε άλλους 500 τους 15 υποψήφιους καλλιτέχνες, από τους οποίους οκτώ θα είναι οι τυχεροί.


Το σημαντικό για τη χώρα μας είναι ότι από τους 500 που αποφασίζουν, οι 50 μόνο είναι Ευρωπαίοι και οι 30-35 από αυτούς Βρετανοί. Στους υπόλοιπους βρίσκεται μια εξέχουσα φυσιογνωμία της χώρας μας σε ό,τι αφορά την πληροφόρηση και την εξέλιξη της παιδείας γύρω από το ροκ: ο Γιάννης Πετρίδης, ο οποίος, έπειτα από 21 χρόνια στο «Ποπ & Ροκ», 25 χρόνια στο ραδιόφωνο στην ίδια εκπομπή και στη διεύθυνση της Virgin Ελλάδας, βρίσκεται στην επιτροπή από την αρχή, το 1986. Βρήκαμε έτσι την ευκαιρία να μας μιλήσει εκ των έσω για αυτό τον θεσμό.


­ Πώς ακριβώς έγινε η διαδικασία επιλογής σας στους 500 που ψηφίζουν κάθε χρόνο;


«Θα σου πω γιατί έχει αρκετή πλάκα. Βρισκόμουν το 1985 στη Νέα Υόρκη σε ένα δείπνο που έκανε ο Ντάνιελ Μίλερ (διευθυντής της ανεξάρτητης εταιρείας Mute) προκειμένου να προωθήσει τους Depeche Mode στην Αμερική. Επειδή συνήθως αυτές οι συγκεντρώσεις είναι βαρετές, ο Μίλερ μου λέει: Θα σε βάλω να καθήσεις δίπλα από κάποιον που θα σε κάνει να περάσεις ωραία τη βραδιά».


­ Και ποιος ήταν αυτός;


«Ηταν ο Σέιμουρ Στέιν. Πράγματι ο Μίλερ είχε δίκιο, γιατί τον Στέιν εγώ τον θαύμαζα από την πετυχημένη πορεία του στην εταιρεία Sire. Ηταν αυτός που έβγαλε τους Talking Heads και εγώ εκείνη την εποχή τους λάτρευα. Καθήσαμε λοιπόν δίπλα δίπλα ανακαλύπτοντας αμφότεροι ότι είχαμε τρέλα με τα στατιστικά γύρω από το ροκ: ποιος έκανε εκείνη την επιτυχία, πόσο καιρό έμεινε στα τσαρτ, όλο τέτοιες ερωτήσεις. Ολη τη βραδιά την περάσαμε έτσι, με τις ερωτήσεις να διαδέχονται η μία την άλλη. Οι Αμερικανοί είχαν μείνει άφωνοι, γιατί σκέφτονταν πως ένας Ελληνας τα ξέρει όλα αυτά. Τους είπα τότε για τη δισκοθήκη μου και για την τρέλα μου με τη μουσική και ο Στέιν μου λέει τότε: Θα σου κάνω μια ερώτηση και αν την απαντήσεις θα είσαι ένας από τους 50 Ευρωπαίους που θα ψηφίζουν στο Rock and Roll Hall of Fame».


­ Εσείς γνωρίζατε τότε ότι επρόκειτο να ιδρυθεί;


«Οχι, δεν το ήξερα».


­ Η ερώτηση ποια ήταν;


«Μου ζήτησε να τραγουδήσω την επιτυχία ενός τραγουδιστή που λεγόταν Γκάι Μίτσελ».


­ Ποιο ήταν το τραγούδι;


«Ηταν μια επιτυχία των αρχών της δεκαετίας του ’50, το “Pittsburgh, Pennsylvania”. Πράγματι του το τραγούδησα και μου λέει: Εντάξει, είσαι μέσα στους 50».


­ Τόσο απλά;


«Τόσο απλά. Βέβαια ο Σέιμουρ είχε πάρει όλες τις πληροφορίες που έπρεπε για μένα».


­ Εσείς τι άλλες υποχρεώσεις έχετε απέναντι στον θεσμό στη διάρκεια του χρόνου;


«Δεν έχω καμία άλλη υποχρέωση εκτός από το να ψηφίσω. Μπορώ επίσης να παρευρεθώ στην τελετή κάθε χρόνο με μια πρόσκληση που μου έρχεται».


­ Γιατί δεν βρίσκονται άλλοι Ελληνες στην επιτροπή αυτή των 500 που ψηφίζουν για το Rock and Roll Hall of Fame; Δεν διαθέτουν τα προσόντα ή δεν έχουν ενδιαφερθεί;


«Αυτό δεν το ξέρω. Υποθέτω γιατί ο αριθμός είναι περιορισμένος και γιατί ήδη έχουν βάλει κάποιους που ξέρουν αρκετά καλά τα μουσικά δρώμενα».


­ Δεν είναι παράδοξο για σας να ψηφίζετε σε ένα θεσμό στον οποίο κατά πάσα πιθανότητα η Ελλάδα δεν θα εκπροσωπηθεί ποτέ;


«Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Μου δίνεις όμως την ευκαιρία να εκφράσω εδώ την παράκλησή μου να ενδιαφερθούν στην Ελλάδα οι υπεύθυνοι για κάτι αντίστοιχο που θα διασώσει την παράδοση του ελληνικού τραγουδιού. Θα ήθελα να αναμειχθώ κι εγώ, αν γίνεται, σε ένα μουσείο σαν και αυτό των ηθοποιών που θα συμπεριλάβει όλους τους συνθέτες, από τον Τσιτσάνη και τον Παπαϊωάννου ως τους πιο πρόσφατους».


­ Ο όρος ροκ δεν περιορίζει τις επιλογές σας; Προφανώς θα υπάρχει κάποια ελαστικότητα.


«Οχι, καθόλου, γιατί κάτω από την ομπρέλα του ροκ βρίσκεται και η σόουλ και το ρυθμ-εν-μπλουζ και τα πάντα. Το ροκ πια είναι μια λέξη που καλύπτει όλα τα είδη της σύγχρονης μουσικής που ακούμε. Μόνο στην Ελλάδα κάνουμε ακόμη αυτή την παρεξήγηση και θεωρούμε ροκ ό,τι έχει σχέση με τον σκληρό ήχο της κιθάρας. Ροκ είναι και ο Σάλομον Μπερκ και ο Ντελ Σάνον».


­ Σας κάλυψε η εφετεινή επιλογή των ονομάτων;


«Απ’ ό,τι βλέπεις, τρία από τα επτά ονόματα που επιλέχθηκαν τα ψήφισα. Στενοχωρήθηκα λίγο για τους Black Sabbath, γιατί θεωρώ ότι αποτελούν την απαρχή σε αυτό που θεωρούμε σήμερα μεταλλικό ροκ και πιστεύω ότι σε μία από τις επόμενες ψηφοφορίες θα βγουν».


­ Με ποιους άλλους ξένους συναδέλφους βρίσκετε ότι ταυτίζονται οι απόψεις σας;


«Η αγαπημένη μου περίοδος είναι οι δεκαετίες ’50 και ’60, με καλλιτέχνες που επέδρασαν οριακά σε αυτό που λέμε ροκ. Κοινός τόπος με τις απόψεις μου υπάρχει στο περιοδικό “Rolling Stone”, το οποίο και παρακολουθώ χρόνια, αλλά και με το “Spin” και κάποια άλλα έγκυρα περιοδικά».


­ Αν μπορούσατε να διαγράψετε κάποιους από αυτούς που έχουν μπει στο Rock and Roll Hall of Fame, ποιοι θα ήταν αυτοί;


«Τι να πω; Ολοι αυτοί είναι θεοί για μένα, είναι τόσο δύσκολο. (γελώντας και κοιτάζοντας τις λίστες των προηγούμενων χρόνων) Ισως τον Ρίκι Νέλσον. Λέω “ίσως” γιατί μπορεί να έχει πάρει τη θέση κάποιου σημαντικού εκείνη την εποχή. Ευτυχώς, απ’ ό,τι βλέπω, δεν έχει μπει ο Πατ Μπουν».


­ Επειτα από 25 χρόνια ποιοι σημερινοί καλλιτέχνες πιστεύετε ότι θα ψηφιστούν;


«Χωρίς συζήτηση οι Nirvana. Οι Massive Attack για την επιρροή τους, κι ας μην έχουν πουλήσει παρά πολύ στην Αμερική. Για τον ρόλο της στη δεκαετία του ’90 πιστεύω ότι η Μαντόνα θα μπει σίγουρα στο μέλλον. Οι Smashing Pumpkins θα είναι σίγουρα. Από τη μαύρη μουσική θα είναι μάλλον ο Τουπάκ Σακούρ και η Λορίν Χιλ με τους Fugees οπωσδήποτε. Αυτή η κοπέλα το 2018 περίπου ­ να ζούμε πρώτα ­ θα είναι σίγουρα, γιατί είναι καταπληκτικός ο τρόπος που ανακατεύει όλα αυτά τα μουσικά είδη και και καταλήγει σε αυτό το αποτέλεσμα».


­ Ποια είναι η καλύτερη ανάμνησή σας από τις βραβεύσεις αυτών των χρόνων;


«Ηταν το 1995 που βραβεύτηκαν οι Led Zeppelin. Θα μου μείνει αξέχαστη η βραδιά γιατί επανασυνδέθηκαν για τις ανάγκες της τελετής και έπαιξαν καταπληκτικά. Σημειωτέον ότι είναι ένα από τα αγαπημένα μου συγκροτήματα».


Εφέτος προτάθηκαν και δεν τα κατάφεραν:


οι Black Sabbath, ο Σάλομον Μπερκ, οι Flamingos, η Νταρλίν Λαβ, οι Moonglows, ο Τζιν Πίτνεϊ, οι Steely Dan και ο Ρίτσι Βάλενς


Τα κατάφεραν όμως:


ο Μπίλι Τζόελ, ο Κέρτις Μέιφιλντ, ο Πολ Μακ Κάρτνεϊ, ο Ντελ Σάνον, η Ντάστι Σπρίνγκφιλντ (η οποία δυστυχώς πέθανε μόλις πριν από λίγες ημέρες), ο Μπρους Σπρίνγκστιν, οι Staple Singers