Αρχίζει με τον τόπο – το νησί και την πόλη της Δήλου – και δανείζεται από τον Στράβωνα την περιγραφή: «H πόλη της Δήλου είναι σε πεδιάδα και εκεί βρίσκονται και τα Ιερά του Απόλλωνα και της Λητώς. Πάνω από την πόλη είναι ο Κύνθος, ένα γυμνό και βραχώδες βουνό. Ο Ινωπός ποταμός, που δεν είναι μεγάλος, διατρέχει το μικρό νησί…». Υστερα ακολουθεί η αφήγηση του μύθου που είναι ένας από τους ωραιότερους της μυθολογίας μας, με τη Λητώ να αναζητεί τόπο να γεννήσει και τόπος να μη βρίσκεται, καθώς όλοι φοβόντουσαν την οργή της απατημένης Ηρας. Τελικά βρέθηκε ένας βράχος που περιπλανιόταν στο Αιγαίο. Ηταν ξερός και άδενδρος. Δέχθηκε όμως, αν και πρέπει να πούμε διστακτικά, να φιλοξενήσει τη Λητώ παρ’ όλο που φοβόταν, όχι τόσο την Ηρα, αλλά μήπως και ο Δίας τον περιφρονήσει μη θεωρώντας τον αντάξιο για να γεννηθεί εκεί ένας θεός. Τελικά η Λητώ γέννησε στον βράχο της Δήλου όχι ένα αλλά δύο βρέφη. Κατ’ αρχήν την Αρτεμη, θεά της Σελήνης και της νυχτερινής της λάμψης, και μετά τον Απόλλωνα, θεό του Ηλιου και του ημερήσιου φωτός.


Καθισμένος ψηλά, στην κορυφή του Κύνθου, ο Δίας παρακολουθούσε τις ωδίνες του τοκετού της Λητώς που κράτησαν εννιά μερόνυχτα, καθώς η Ηρα δεν άφηνε τη μαία του Ολύμπου, την Ειλείθυια, να κατέβει στη γη και να ξεγεννήσει τη μοιχαλίδα. Τελικά και χάρη σε ένα «φακελάκι» που περιείχε την υπόσχεση ενός εννιάπηχου ολόχρυσου περιδεραίου που «πέρασε» η Ιρις στη μαμή, η Ειλείθυια αποτόλμησε και κατέβηκε στη Δήλο και η Λητώ γονάτισε, αγκάλιασε σφιχτά ένα φοινικόδενδρο (κίνηση ιδιαίτερα οδυνηρή, αν σκεφθεί κανείς τον κορμό του) και γέννησε τους δίδυμους θεούς. Φαίνεται ότι μόλις γεννήθηκε ο Απόλλωνας η Δήλος γέμισε φως, τα λιβάδια της πρασίνισαν και πουλιά πετούσαν στον ουρανό χαιρετίζοντας την έλευση του φωτός, του μεγαλύτερου αγαθού των Ελλήνων.


Από τον μύθο στην ιστορία


Μετά τον μύθο η αφήγηση προχωράει στην ιστορία ξεκινώντας από τα μυκηναϊκά χρόνια, τη λατρεία του Απόλλωνα και τις λαμπρές γιορτές των Ιώνων που κατά τον ομηρικό Υμνο στον Απόλλωνα έφθαναν κάθε άνοιξη στη Δήλο με γυναίκες και παιδιά για να γιορτάσουν τον θεό (… ένθα τοι ελκεχίτωνες Ιάονες ηγερέθονται αυτοίς συν παίδευσιν αιδοίης αλόχοισιν). Υμνοι, χοροί, αθλητικοί και μουσικοί αγώνες, απαγγελίες· η σύναξη των Ιώνων είχε όλα τα στοιχεία ενός πανηγυριού. Εδώ η ιστορία μόλις που αρχίζει πολύ ισχνά να ξεμπλέκεται από τον μύθο καθώς, σύμφωνα με την παράδοση, τον Υμνο στον Απόλλωνα απήγγειλε ο ίδιος ο Ομηρος (τον 7ο αι. π.X. σε ιστορικούς δηλαδή χρόνους). H απαγγελία γινόταν μπροστά στον βωμό του Απόλλωνα που χτίστηκε χωρίς συνδετικό υλικό από τον ίδιον τον θεό και στάθηκε παράδειγμα ώστε, η μια μετά την άλλη, οι πόλεις της Ελλάδος να χτίζονται με τον τρόπο αυτόν. Υστερα η αφήγηση προχωράει στους καθαρά ιστορικούς χρόνους, με αναφορές στην ιστορία του νησιού και του Ιερού του ώστε να μπορέσει να τοποθετηθεί και να εξηγηθεί η ιδιαιτερότητα και η σημασία που είχε και το νησί και το Ιερό στον αρχαίο κόσμο. Κατόπιν ο αναγνώστης, έτοιμος πια, μπορεί να ακολουθήσει τον συγγραφέα σε μια περιήγηση στην πόλη της Δήλου.


Το βιβλίο του Παναγιώτη Χατζηδάκη για τη Δήλο δεν ήταν έκπληξη. Ο συγγραφέας από χρόνια ζει στη Δήλο, της έχει αφιερώσει την ύπαρξή του και έχει ορκιστεί πίστη και αφοσίωση στον Απόλλωνα. Ετσι, αργά ή γρήγορα, η έκδοση ενός βιβλίου για το ιερό νησί ήταν κάτι το αναμενόμενο. Το ανέλπιστο ήταν η εξαιρετική και πολυτελής έκδοση την οποία ο όμιλος Λάτση έστειλε στους τυχερούς αποδέκτες των πρωτοχρονιάτικων ευχών του. Ο τύπος του βιβλίου ακολουθεί την πάγια πλέον εκδοτική τακτική του ομίλου. Και εφέτος, όπως κάθε Δεκέμβριο τα τελευταία χρόνια, εκδόθηκε ένα εξαιρετικής ποιότητας και γούστου coffee-table book, με εξαιρετικές φωτογραφίες, ενδιαφέρουσα διάθρωση της ύλης και πρωτίστως ένα εξαιρετικό και καλογραμμένο κείμενο. Και αυτή τη χρονιά, όπως συνέβη τις περισσότερες αλλά όχι όλες, το θέμα της έκδοσης είναι αρχαιολογικό. Εχουμε με άλλα λόγια ένα έργο επιστημονικό, το οποίο όμως, χάρη στον γλαφυρό τρόπο γραφής και κυρίως στο περιεχόμενό του, ξεφεύγει από τη σχολαστικότητα που σχεδόν αναγκαστικά κυριαρχεί στις επιστημονικές εκδόσεις.


Το κείμενο αναφέρεται στην ιστορία του νησιού και του Ιερού του, στην εγκατάσταση και στη ζωή των κατοίκων του, στην αρχιτεκτονική της πόλης αλλά και στην εσωτερική διαμόρφωση και διακόσμηση των σπιτιών. Ακόμη αναπτύσσονται οι διαμάχες των πόλεων-κρατών, γίνονται αναφορές στους πολέμους, αλλά και στη λήθη που ακολούθησε την ακμή των αρχαίων χρόνων, και επίσης στην επιστροφή της Δήλου στην ανθρώπινη μνήμη χάρη στους ταξιδιώτες του Μεσαίωνα και αργότερα στους περιηγητές. Υστερα από πολλούς αιώνες ερχόμαστε στην επιβεβαίωση της ιστορίας μέσα από την αρχαιολογική έρευνα. Ολα αυτά αναπτύσσονται στις πρώτες 122 σελίδες του βιβλίου.


Χωρίς μουσειακό μανδύα


Στη συνέχεια ακολουθεί το καθαρά φωτογραφικό μέρος, όπου τα έργα του μουσείου αποβάλλουν τον μουσειακό μανδύα τους και αποκτούν τη ζωντάνια της καθημερινότητας. Εδώ η φωτογραφική απόδοση των έργων, είτε πρόκειται για κινητά μνημεία είτε για αρχιτεκτονήματα, συμπληρώνεται με μιαν εύληπτη και «διαβαστική» τεκμηρίωση (μεγάλες περιγραφικές λεζάντες) και συχνά και με άλλα διευκρινιστικά στοιχεία, λεπτομέρειες φωτογραφιών, ή σχέδια. Στις λεζάντες διαβάζουμε για τα πετρώματα από όπου αντλούσαν τα χρώματα για τις τοιχογραφίες. Για το πώς αποκαθιστούσαν τις τοιχογραφίες στο εξωτερικό των σπιτιών, οι οποίες όπως είναι φυσικό καταστρέφονταν γρηγορότερα από τις εσωτερικές κτλ.


Το βιβλίο είναι πραγματικά εξαιρετικό και σίγουρα οι δύο ή τρεις λιγότερο θετικές παρατηρήσεις που θα σημειώσουμε εδώ δεν μειώνουν την αξία του. Ωστόσο, επειδή πρόκειται για βιβλίο που διαβάζεται και δεν ξεφυλλίζεται απλώς, ο επιμελής αναγνώστης θα περίμενε στην αρχή να υπάρχει ένας πίνακας με τα περιεχόμενα και στο τέλος ένα ευρετήριο (Index), δύο ελλείψεις δηλαδή που ίσως να οφείλονται και σε κάποια διαφορετική εκτίμηση για το είδος του βιβλίου τόσο από τον συγγραφέα όσο και από την επιμέλεια της έκδοσης. Στην τελευταία πάντως περίπτωση θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή τη φορά η κυρία Ειρήνη Λούβρου, που είχε τη συνολική επιμέλεια της έκδοσης, ξεπέρασε τον εαυτό της, ενώ και η καλλιτεχνική επιμέλεια του Δημήτρη Καλοκύρη είναι εξαιρετική και οι φωτογραφίες του τοπίου και των εκθεμάτων από τους Γιάννη Πατρικιάνο και Π. Χατζηδάκη είναι πάρα πολύ ωραίες και μάλιστα μερικές μοναδικές.


Οπως ήδη αναφέρθηκε, το βιβλίο του Παναγιώτη Χατζηδάκη για τη Δήλο μπόρεσε να εκδοθεί χάρη στη γενναιόδωρη χορηγία του ομίλου Λάτση και της EFG Eurobank Ergasias ως πρωτοχρονιάτικο δώρο. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, που ευτυχώς τείνει να γίνει παράδοση, οι εκδόσεις του ομίλου Λάτση δεν φθάνουν ποτέ στα βιβλιοπωλεία, έστω και σε δυσπρόσιτη για το ευρύ κοινό τιμή. Οι αποδέκτες, όπως ξέρουμε, ανήκουν σε έναν εκλεκτό αλλά στενό κύκλο παραγόντων και στελεχών του επιχειρηματικού και πολιτικού κόσμου. Είναι με άλλα λόγια άνθρωποι πολυάσχολοι που ίσως δεν διαθέτουν καν τον χρόνο να διαβάσουν ένα τέτοιο βιβλίο. Ετσι οι εκδόσεις Λάτση παραμένουν απρόσιτες για τους πανεπιστημιακούς καθηγητές, για τους αρχαιολόγους, για όλους όσοι εργάζονται σε μουσεία, για να μην πούμε και για τους φοιτητές ή όσους άλλους ενδιαφερόμενους οι οποίοι δεν ανήκουν στο κοινωνικό, στο πολιτικό ή στο οικονομικό κατεστημένο που περιέχεται στο mailing list του ομίλου. Ενα μεγάλο μέρος όμως του επιστημονικού κοινού δεν θα πάρει ποτέ αυτά τα βιβλία.


Καθώς όμως ο όμιλος Λάτση δεν επιβάλλει «μερική λογοκρισία», η μόνη εξήγηση που ίσως υπάρχει είναι ότι, όταν ένα δώρο καταλήγει μετά την αποστολή του στα βιβλιοπωλεία, θα πρέπει να χάνει κάπως από την αξία του. Ενα βιβλίο όμως δεν είναι συλλεκτικό αντικείμενο, δεν είναι έργο τέχνης, ούτε ανθοδέσμη. Είναι κάτι πολύ πάρα πέρα και πολύ πάρα πάνω και ασφαλώς αυτό το γνωρίζουν οι εμπνευστές του άριστου αυτού εκδοτικού εγχειρήματος. Ετσι τώρα, μετά την «ετήσια γκρίνια» για το θέμα, ας σημειώσουμε και μια πρόταση, μια ιδέα που προκλήθηκε ειδικά από αυτό το βιβλίο για τη Δήλο, του οποίου το κείμενο είναι γραμμένο με τρόπο περισσότερο αφηγηματικό από τα άλλα. Είναι δηλαδή ένα βιβλίο που θέλεις να πάρεις στο κρεβάτι σου ή να ξαπλώσεις στον καναπέ και να το διαβάσεις και σου είναι αδύνατο γιατί είναι ασήκωτο. Γίνεται μήπως να βρεθεί κάποια διέξοδος και να αποδεσμευθεί η έκδοση από τις όποιες δεσμεύσεις πνευματικών δικαιωμάτων, ώστε να μπορέσει να περάσει το βιβλίο σε κάποιον εκδοτικό οίκο και τελικά να υπάρξει μια δεύτερη έκδοση, μετά την αποστολή της πρώτης, μια έκδοση που θα είναι φθηνή, χαρτόδετη, με ελαφρύ χαρτί και λιγότερες φωτογραφίες, μια έκδοση, με άλλα λόγια, που θα μπορούν να αποκτήσουν οι δάσκαλοι, οι πανεπιστημιακοί καθηγητές που τώρα βλέπουν τον τόμο π.χ. σε δημοσιογράφους και τον λιγουρεύονται, θα μπορούν να αποκτήσουν το βιβλίο οι φοιτητές και, τέλος πάντων, όλοι όσοι θέλουν να διαβάσουν μια επιστημονική εργασία που έγινε πρόσφατα επάνω σε θέματα που τους ενδιαφέρουν και έχουν ανάγκη να ενημερωθούν; Τα τελευταία χρόνια σηκώνονται πολλά τείχη που χωρίζουν τους λαούς, ας μη σηκώσουμε και άλλο ένα στη γνώση…