Ανισότητες υπάρχουν πολλές και προνόμια επίσης ουκ ολίγα. Προκαλεί όμως η διαφορά που έχουν το κράτος από τη μία και οι πολίτες από την άλλη όταν πρόκειται για τους τόκους που πληρώνουν όταν έχουν χρέη ληξιπρόθεσμα, τους τόκους υπερημερίας δηλαδή. Ισως να ακούγεται παράξενο αλλά έτσι είναι: άλλον τόκο πληρώνει το κράτος όταν μας χρωστά και άλλο εμείς όταν χρωστάμε! Οι πρώτες προσφυγές πολιτών για την παράλογη ανισότητα που χρονολογείται από το 1944(!) και ισχύει ακόμη είναι πλέον γεγονός και ήδη δύο δικαστήρια (των Τρικάλων και της Θήβας) ασχολούνται ακριβώς με αυτό το θέμα: πώς, δηλαδή, είναι νοητό και σύννομο να πληρώνει το κράτος και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου τόκο υπερημερίας (όταν οφείλουν και το χρέος τους έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο) μόλις 6% στους πολίτες και οι πολίτες να αναγκάζονται να πληρώνουν για τα ληξιπρόθεσμα χρέη τους τόκο 14,75%!
Οι πρώτες δικαστικές αποφάσεις που αναμένεται να εκδοθούν μετά τις γιορτές θα είναι εκείνες που, 56 χρόνια μετά την ισχύ του νόμου που ακόμη εφαρμόζεται, θα δώσουν μια σύγχρονη απάντηση στο τι πραγματικά θα γίνεται στο μέλλον: τι τόκους υπερημερίας θα πληρώνει το κράτος και τι τόκους οι πολίτες. Πάντως η ανισότητα που σήμερα υπάρχει επικρίνεται έντονα από νομικούς και δικαστικούς και μάλιστα προσφάτως απασχόλησε και τους νέους δικαστές μας, μια και απετέλεσε αντικείμενο εισήγησης στην Εθνική Σχολή Δικαστών.
Αλλα ας τα πάρουμε τα πράγματα ένα ένα για να δούμε τι συμβαίνει στην πράξη και τι συνέπειες έχει για τους πολίτες η διαφορετική μεταχείριση που επιφυλάσσει ο νόμος στο κράτος και στους ιδιώτες.
Ενα εύγλωττο και καθημερινό παράδειγμα από τη δικαστηριακή πρακτική μάς φανερώνει τι ακριβώς συμβαίνει. Σε τροχαίο ατύχημα, όταν το ένα από τα δύο ζημιογόνα αυτοκίνητα είναι κρατικό (ανήκει π.χ. στον Δήμο Αθηναίων), η αποζημίωση που επιδικάζεται στους πολίτες υπολογίζεται με τόκο 6%.
* Αλλα μέτρα και σταθμά
Δεν ισχύει όμως το ίδιο όταν στο τροχαίο εμπλέκονται μόνο ιδιώτες ή όταν εκείνος που φταίει είναι ο ιδιώτης και όχι ο οδηγός του κρατικού αυτοκινήτου. Και αυτό γιατί, όταν ο πολίτης πρέπει να πληρώσει στο κράτος, τότε ο τόκος υπερημερίας ανεβαίνει στο 14,75%. Αλλα μέτρα και άλλα σταθμά, δηλαδή. Ετσι λοιπόν η πρώτη συνέπεια από την ισχύουσα ρύθμιση είναι ότι το κράτος όταν χρωστάει πληρώνει λιγότερα.
Και το δεύτερο ότι, όταν χρωστάει, δεν βιάζεται να πληρώσει, μια και ο τόκος υπερημερίας γι’ αυτό δεν είναι ιδιαίτερα υψηλός, όπως είναι για τους ιδιώτες.
Αρα το τρίτο είναι ότι το κράτος δεν εκτελεί σε σύντομο χρόνο τις εις βάρος του καταδικαστικές αποφάσεις και δεν «σκοτώνεται» να πληρώσει τους δανειστές του.
Αυτή είναι η κατάσταση. Σε ποιους μπορεί το κράτος να χρωστάει και ποιοι είναι εκείνοι που ενδιαφέρονται για να κλείσει και μάλιστα όσο το δυνατόν συντομότερα η ψαλίδα των τόκων υπερημερίας; Η απάντηση είναι: Σχεδόν όλοι. Γιατί οικονομικές δοσοληψίες με το κράτος έχουμε καθημερινά. Αλλοι γιατί τους οφείλει συντάξεις, άλλοι γιατί τους οφείλει μισθούς και επιδόματα, άλλοι γιατί τους χρωστάει από προμήθειες παντός είδους και άλλοι γιατί τους χρωστάει φόρους.
Και τώρα ας δούμε τι κρίνουν τα δικαστήρια και τι αναμένεται από τις αποφάσεις τους. Ποιες επικρίσεις δέχεται το ισχύον καθεστώς και για ποιον ακριβώς λόγο;
Να ξεκινήσουμε με το βασικό επιχείρημα που προβάλλεται στις προσφυγές των πολιτών με τις οποίες ζητούν να καταργηθεί το προνόμιο του Δημοσίου για χαμηλότερο τόκο υπερημερίας.
Το επιχείρημά τους στηρίζεται στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα που κυρώσαμε και ισχύει στη χώρα μας από το 1998. Με βάση τις διατάξεις του άλλωστε τα ελληνικά δικαστήρια κατήργησαν και το προνόμιο του ελληνικού Δημοσίου να μη βγαίνουν στο σφυρί (σε πλειστηριασμό) τα ακίνητα του κράτους.
* Αναχρονιστική διάταξη
Με αυτές τις διατάξεις οι προσφεύγοντες ζητούν και την κατάργηση του προνομίου να πληρώνει το κράτος διαφορετικό τόκο υπερημερίας. Και ο λόγος τώρα στον κ. Γιάννη Αδαμόπουλο, ο οποίος μετέχει στη διοίκηση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και αποσαφηνίζει το περιεχόμενο αυτής της ανισότητας:
«Ο τόκος για αξιώσεις των πολιτών κατά του Δημοσίου περιορίζεται σε 6% κατ’ έτος. Αντίθετα οι απαιτήσεις του Δημοσίου τοκίζονται με 15% σχεδόν και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως τα φορολογικά χρέη, οι αξιώσεις του έχουν επιτόκιο 2% τον μήνα και είναι και εξοπλισμένες με την προσωπική κράτηση του οφειλέτη. Και επιπλέον η ευεργετική διάταξη της τοκοφορίας του 6% για το Δημόσιο επεκτάθηκε και στο επικουρικό κεφάλαιο με νόμο του 1999. Η διάκριση αυτή είναι προδήλως αναχρονιστική και αντισυνταγματική».
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ Τι είπε το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Περί της αντισυνταγματικότητας της σχετικής ρύθμισης αλλά και της αντίθεσής της με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα εισηγήθηκε προσφάτως στην Εθνική Σχολή Δικαστών με σωρεία επιχειρημάτων ο κ. Ιωάννης Κτιστάκης, διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου και επιστημονικός συνεργάτης του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου, ο οποίος ειδικώς έχει ασχοληθεί με το θέμα.
Και τώρα εν αναμονή των δικαστικών αποφάσεων. Και κάτι ακόμη: το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Στρασβούργο) προσφάτως με απόφασή του σε τουρκική υπόθεση αποδοκίμασε τη νομοθετική τακτική οι τόκοι υπερημερίας που πληρώνονται από το κράτος στους πολίτες να είναι χαμηλοί και να μην καλύπτουν τις πληθωριστικές τάσεις του τουρκικού νομίσματος. Αναψε, δηλαδή, το πράσινο φως για κατάργηση της ανισότητας που ισχύει και σε μας, για άλλους όμως λόγους.