“Δεν θα ξαναγινόμουν ηθοποιός” Είναι η Κυρά των Αγρών στη «Γέρμα» του Λόρκα που παρουσιάζεται από την Παρασκευή στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, σαράντα δύο ολόκληρα χρόνια μετά την παρθενική εμφάνισή της στο θέατρο



Κλασικό ρεπερτόριο, ρόλοι σύγχρονοι, αρχαίο δράμα, επιθεώρηση, μιούζικαλ ή απλώς σελίδες μιας ζωής: η παραπάνω φράση θα μπορούσε να αποτελέσει την πιο σύντομη ίσως περιήγηση στους κυριότερους σταθμούς της 42χρονης ως σήμερα διαδρομής της Μάρθας Βούρτση στον χώρο του θεάτρου. Μιας διαδρομής που, όσο και αν μοιάζει πλήρης, ωστόσο εφέτος αποδεικνύει τις δυνατότητες της περαιτέρω διεύρυνσής της με μία ακόμη «πρώτη φορά». Και αυτό γιατί σε λίγες ημέρες η γνωστή ηθοποιός εγκαινιάζει την παρθενική συνεργασία της με το Εθνικό Θέατρο ερμηνεύοντας την Κυρά των Αγρών στη «Γέρμα» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα που παρουσιάζει η πρώτη κρατική σκηνή της χώρας από την προσεχή Παρασκευή. Το τρίπρακτο «τραγικό ποίημα» του Λόρκα ανεβαίνει σε μετάφραση Τζένης Μαστοράκη, σκηνοθεσία – χορογραφία Κώστα Τσιάνου και σκηνικά – κοστούμια Ιωάννας Παπαντωνίου, ενώ στον πρωταγωνιστικό ρόλο της στείρας ηρωίδας με τον παράφορο πόθο για ένα παιδί εμφανίζεται η Λυδία Κονιόρδου.


Σκηνοθέτης και φίλος


«Η σχετική πρόταση μου έγινε από τον φίλο μου, τον Κώστα Τσιάνο» εξηγεί αρχικά η Μάρθα Βούρτση. «Θα ήθελα να παραμείνω στην έννοια του φίλου και όχι σε αυτήν του σκηνοθέτη. Ο Τσιάνος είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο έχω συνεργαστεί ξανά, τον εκτιμώ και τον αγαπώ πάνω απ’ όλα γιατί γνωρίζει το “τσαγκαριλίκι” της δουλειάς. Δεν είναι κάποιος θεωρητικός που σπούδασε στο εξωτερικό και μετά ήρθε να εφαρμόσει διάφορες θεωρίες. Ξέρει το θέατρο από τα μέσα, έχει ζήσει τη διαδικασία από τα πρώτα της στάδια ως το τελικό φινίρισμα. Η δική του παρουσία λοιπόν ήταν η πρώτη ασφαλιστική δικλίδα για εμένα. Από εκεί και πέρα βέβαια βασικό κίνητρο υπήρξε και η ίδια η Κεντρική Σκηνή του Εθνικού που μαζί της μεγαλώσαμε εμείς οι παλιοί. Τόσα χρόνια στο επάγγελμα, τώρα μου δίνεται η ευκαιρία να την πατήσω για πρώτη φορά. Ας είναι και με την Κυρά των Αγρών…».


Ποιο το νόημα της τελευταίας φράσης της; «Δεν υποτιμώ καθόλου ούτε το ύφος ούτε την ποίηση του Λόρκα αλλά η συγκεκριμένη ηρωίδα δεν είναι, ας πούμε, η Μάνα Κουράγιο. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ίσως δεν είναι ο πιο αντιπροσωπευτικός ρόλος για μια ηθοποιό με 40 και πλέον χρόνια καριέρας. Παρ’ όλα αυτά, είναι μια γυναίκα που αγάπησα και ένιωσα εξαρχής πως την “κουβαλούσα” μέσα μου. Μια γυναίκα “ζυμωμένη” με τη γη, που έχει γεννήσει 14 παιδιά, ζει τα πράγματα “χωμάτινα”, ρουφά τη ζωή ως το μεδούλι της. Παρ’ όλο που είμαι παιδί αστικής οικογένειας, νιώθω πως αυτά τα στοιχεία τα διέθετα από τη φύση μου. Δεν προσέγγισα τον ρόλο εγκεφαλικά…».


Μια κωμική ηθοποιός


Εχοντας διαγράψει μια πορεία πολύχρονη και πολυεπίπεδη, υπάρχει κάποιο είδος θεάτρου που την εκφράζει ιδιαίτερα; «Σαφώς κρατώ ξεχωριστά στη μνήμη μου τις πρώτες μου επαφές με το αρχαίο δράμα: τη συμμετοχή μου στον Χορό των “Βακχών” που παρουσίασε το Θέατρο Τέχνης στο Ηρώδειο λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και τον ρόλο της Κλυταιμνήστρας στην “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή που ανέβασε αργότερα ο Ευαγγελάτος στην Επίδαυρο. Αγαπώ πολύ τον μεγάλο χώρο. Με κάνει να νιώθω λευτερωμένη…» λέει η Μάρθα Βούρτση και συνεχίζει: «Από εκεί και πέρα πάντως δεν κρύβω την αγάπη μου στην κωμωδία. Είμαι όμως κωμική ηθοποιός από θέση, όχι από φύση. Δεν έχω, ας πούμε, την ικανότητα του Αυλωνίτη που, έστω κι αν δεν έκανε τίποτε, μπορούσε να βγάλει γέλιο από το κοινό. Γενικότερα πάντως πιστεύω ότι η χρυσή εποχή για την ελληνική τέχνη ­ μιλώ σαφώς για τη δεκαετία του ’60 ­ είναι μάλλον αδύνατον να επιστρέψει. Τότε υπήρξε μια απίστευτη άνθηση που άγγιξε όλα τα είδη. Από το ’67 και μετά βέβαια τα πράγματα διαφοροποιήθηκαν. Η τέχνη πέρασε στο “μεταξύ μας”, στο υπονοούμενο. Η “γέννηση” της Ελεύθερης Σκηνής δεν ήταν καθόλου τυχαία, ήταν σημείο των καιρών. Η δημοκρατία είναι πολύ δύσκολη για το θέατρο γιατί σου επιτρέπει να τα λες όλα και ο καθένας είναι ελεύθερος να καταθέσει την “πραμάτεια” του. Το “απαγορεύεται”, αντίθετα, είναι περίεργο ρήμα. Σε βάζει σε διαδικασίες ώστε να καταφέρεις να το κάνεις “επιτρέπεται”…».


Υπάρχει κάτι που την ενοχλεί γενικότερα στον χώρο της σήμερα; «Ο αποδιοργανωτικός ρόλος που παίζει στις ημέρες μας η τηλεόραση» λέει η Μάρθα Βούρτση. «Νομίζω πως το μέσο κάνει κακό σε πολλά νέα παιδιά με δυνατότητες. Εχουμε σπουδαία ταλέντα και σήμερα και κυρίως κορίτσια. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό, ίσως οι γυναίκες τολμούν ευκολότερα την έκθεση. Παλιότερα υπήρχε βέβαια ο κινηματογράφος, ωστόσο ως θεατής είχες τη δυνατότητα επιλογής. Δεν ήταν ανάγκη να δεις αποκλειστικά τη Βούρτση, μπορούσες να επιλέξεις τη Σοφία Λόρεν. Η τηλεόραση όμως σου επιβάλλεται με τρόπο διαφορετικό. Δεν λέω, βοηθά οικονομικά τον ηθοποιό, ωστόσο αν αυτό που θα πάρεις δεν το εξελίξεις μετά στο θέατρο, τότε δεν έχει νόημα. Το θέατρο είναι το μετερίζι του ηθοποιού, αυτό σε καθιερώνει ή σε απορρίπτει. Εκεί δεν έχεις τα άλλοθι που σου παρέχουν τόσο η τηλεόραση όσο και ο κινηματογράφος».


Οι ελληνικές ταινίες


Πώς αποτιμά ωστόσο τη δική της κινηματογραφική καριέρα; «Τότε ο κινηματογράφος ήταν το μέσο της εποχής» λέει η Μάρθα Βούρτση. «Τώρα το γεγονός ότι εγώ φορτώθηκα το “Μάρθα Κλάψα” ήξερα ότι θα το χρεωθώ και σήμερα μπορώ να το πω και τίτλο τιμής. Δεν είχα αυταπάτες, γνώριζα για τι ταινίες επρόκειτο. Αντιλαμβανόμουν ότι η γραφή δεν ήταν απλώς λαϊκή, άγγιζε τα όρια του λαϊκίστικου. Ολη μου η προσπάθεια λοιπόν εστιαζόταν στο να περιφρουρήσω αυτό το λαϊκό και αφελές κείμενο. Την ίδια εποχή ωστόσο στο θέατρο έκανα πράγματα εντελώς διαφορετικά. Γι’ αυτό και δεν εγκλωβίστηκα. Σήμερα ο κόσμος με γνωρίζει ως Μάρθα Βούρτση και όχι ως το κοριτσάκι της γειτονιάς». Και όσο για τις οικονομικές απολαβές από το μέσο, «ο κινηματογράφος δεν έδωσε λεφτά στους ηθοποιούς» απαντά η Μάρθα Βούρτση. «Σαφώς δεν μπορούμε να πάρουμε ως παράδειγμα την Αλίκη, η οποία ήταν μοναδικός συνδυασμός ηθοποιού και επιχειρηματία του εαυτού της. Είχε βάλει προδιαγραφές στην καριέρα της και ήξερε να διαπραγματευθεί. Πρωτοσυναντηθήκαμε στη “Μελωδία της ευτυχίας” και πραγματικά χαίρομαι που πρόλαβα να τη γνωρίσω γιατί όταν κάποιος μεσουρανεί πολλά λέγονται… Η Αλίκη ήταν πολύ μελαγχολικό και μοναχικό πλάσμα. Ενιωσα πολύ τρυφερά γι’ αυτήν και το φευγιό της μου έγινε πραγματικό μάθημα» λέει παρακάτω και εξηγεί: «Είπα στον εαυτό μου: “Βρε Μάρθα, δεν πας να πάρεις τη σύνταξή σου, να προλάβεις να πάρεις κάτι και εσύ από το κράτος; Τόσο καιρό κέρδιζε το κράτος από σένα. Πλήρωσα λοιπόν 3.500.000 δραχμές σε ένσημα προκειμένου να εξασφαλίσω μια αξιοπρεπή σύνταξη. Δεν έχω παράπονο. Το επάγγελμά μου μού φέρθηκε τρυφερά. Αν πάντως ξεκινούσα τώρα, δεν θα ξαναγινόμουν ηθοποιός. Αρχαιολόγος θα γινόμουν».


Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ


Η «Γέρμα» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου (Αγίου Κωνσταντίνου 22). Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Κώστας Τσιάνος και πρωταγωνιστούν οι: Λυδία Κονιόρδου, Στέφανος Κυριακίδης, Μάρθα Βούρτση, Ναταλία Στεφάνου.