Η Μάριαν Φέιθφουλ κατόρθωσε αυτό που δεν κατάφερε κανείς άλλος μουσικός στην ιστορία του ροκ. Εγινε πραγματική καλλιτέχνις όταν έφτασε στον πάτο, αντίθετα δηλαδή με τους περισσότερους που φτάνουν (συχνά) στον πάτο επειδή εμπλέκονται με το ροκ. Ευγενούς καταγωγής (μακρινή απόγονος του Λεοπόλδου φον Ζάχερ Μαζόχ, από τον οποίο προήλθε ο όρος μαζοχισμός), φοίτησε σε σχολή καλογραιών αλλά στα 17 της βρέθηκε στη σκηνή τραγουδώντας το κλασικό «As Tears Go By», ένα τραγούδι που έγραψαν ο Μικ Τζάγκερ και ο Κιθ Ρίτσαρντς. Την ανακάλυψε το 1964 ο Αντριου Λουγκ Ολντχαμ, μάνατζερ των Rolling Stones, και αργότερα δήλωσε για τους λόγους που τη διάλεξε: «Αντίκρισα ένα αγγελούδι με μεγάλα βυζιά και υπέγραψα συμβόλαιο μαζί του». Στα 17 της τραγουδούσε και έπαιζε στο θέατρο, στα 18 παντρεύτηκε και απέκτησε παιδί, στα 19 ξεκίνησε σχέση με τον Μικ Τζάγκερ και στα 20 τη συνέλαβαν για ναρκωτικά. Μια ιλιγγιώδης ζωή μέσα σε λίγα χρόνια… Ο Μικ Τζάγκερ συχνά υποστήριζε ότι «όλες οι γυναίκες είναι γκρούπις» και υπ’ αυτή την έννοια η Μάριαν Φέιθφουλ ήταν η πιο διάσημη γκρούπι. Η σχέση της με τον Τζάγκερ την οδήγησε σε εγκυμοσύνη αλλά τον έβδομο μήνα απέβαλε (λόγω των καταχρήσεων, όπως λένε). Αυτό την έκανε κόκκινο πανί στα μάτια των Βρετανών και δέχθηκε μια άνευ προηγουμένου επίθεση από τις εφημερίδες. Μαζί με τη φίλη του Κιθ Ρίτσαρντς, την Αννίτα Πάλεμπεργκ, κατηγορήθηκαν ως μάγισσες και δεν ήταν λίγοι αυτοί που ήθελαν να τις δουν να καίγονται στην πυρά. Η χρήση ναρκωτικών κάθε είδους, η οποία ήταν μια ασυνείδητη πράξη ενός νεαρού κοριτσιού που είχε μπλέξει με «κακές παρέες», έγινε άποψη όταν διάβασε το «Γυμνό γεύμα» του Γουίλιαμ Μπάροουζ. Αποφάσισε να γίνει πρεζάκι, που θα της πρόσφερε τη «χαρά» της ανωνυμίας. Οπως σημειώνει στην αυτοβιογραφία της: «Ημουν τζάνκι αλλά αυτό ήταν μια έντιμη ζωή. Είχα την απόλυτη ανωνυμία που δεν είχα γνωρίσει από τα 17 μου. Τη βρήκα, εξαρτημένη πια, στους δρόμους του Λονδίνου». Οσο καιρό ήταν έγκυος, ο Τζάγκερ την είχε στείλει να μένει στην Ιρλανδία ενώ ο ίδιος (όπως λένε οι φήμες) δημιούργησε σχέση με την Αννίτα Πάλεμπεργκ, προκαλώντας την οργή του συνεργάτη του. Οταν απέβαλε, της υποσχέθηκε πως θα ξαναδοκιμάσουν αλλά δεν έλεγε αλήθεια. Υστερα από λίγο χώρισαν. Οι Rolling Stones γνώριζαν όλο και μεγαλύτερη επιτυχία ενώ η ίδια περνούσε στο περιθώριο έπειτα από μερικά τραγούδια και κάποιους μικρούς ρόλους στο θέατρο και σε ταινίες. Ολα φαίνονταν να έχουν αρχίσει νωρίς και να έχουν τελειώσει γρήγορα. Μια γκρούπι που είχε καταλήξει τζάνκι ήταν και είναι πολύ συνηθισμένη ιστορία στο ροκ αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με μια διαφορετική περίπτωση. Η αυτοκαταστροφή μετουσιώθηκε σε πραγματική τέχνη. Η ζωή που έκανε «βοήθησε» ώστε να σπάσει η λεπτή σοπράνο φωνή της, να αποκτήσει βάθος και τραγικότητα και στα 30 της ήταν ήδη γερασμένη (αν και δεν υπήρξε ποτέ πραγματικά νέα, όπως η Μάρλεν Ντίτριχ). Αφού έφτασε στον πάτο, άρχισε η άνωση. Εγραφε τραγούδια μόνη της, διαμόρφωνε ένα προσωπικό στυλ που είχε στοιχεία μπλουζ, καμπαρέ, μυστικισμού και μελαγχολίας. Παράλληλα άρχισε όχι απλώς να αλλάζει τη νεανική εικόνα της αλλά να την εξευτελίζει δημόσια, σε ένα είδος καθαρτήριου αυτοσαρκασμού. Στα 40 της ξανατραγουδάει τα τραγούδια «Sister Morphine» (που είχε συγγράψει με τον Μικ και τον Κιθ) και «As Tears Go By» και η διαφορά είναι συγκλονιστική. Η φωνή της φαίνεται ότι είναι ταυτόχρονα η τιμωρία της και η περιουσία της που θα την ακολουθήσει από το 1979, όταν ξεκινάει στην πραγματικότητα η προσωπική της καριέρα, ως τις ημέρες μας. Και αν αναζητήσουμε ένα επιμύθιο για την πριγκίπισσα που αυτοκαταστράφηκε και αναγεννήθηκε, ίσως αυτό είναι το σημείωμα της Ανν Πάουερς το 1995: «Η θέληση της Φέιθφουλ να συγχωνεύσει την υψηλή κουλτούρα με την κουλτούρα του δρόμου, να υιοθετήσει ταυτόχρονα τη Σέλεϊ και τον Κέρουακ, την Αρίθα Φράνκλιν και τον Φραντς Σούμπερτ, χρησίμευσε ως παράδειγμα του ροκ μποεμισμού αλλά και ως μια κατεύθυνση πέρα από τους περιορισμούς του ροκ. Της επέτρεψε να αποφύγει την παγίδα της νεάζουσας κουλτούρας και σε ηλικία 47 ετών εξακολουθεί να δείχνει τόσο σύγχρονη όσο και στα 17 της». Την περασμένη Κυριακή η Μάριαν Φέιθφουλ ήταν στο Δουβλίνο, στο σπίτι της ένα υπέροχο σπίτι. Η συνομιλία μαζί της κράτησε μιάμιση ώρα και λίγο προτού έρθει για να τραγουδήσει στην Αθήνα με μάγεψε. Ελπίζω κι εσάς. Γιατί η Μάριαν Φέιθφουλ δεν έχει μόνο μια υπέροχη φωνή, είναι και η σκιά της ιστορίας του ροκ-εν-ρολ. Απολαύστε την.
Ωραίο σπίτι…
«Ναι, είναι πανέμορφο… Από τα ωραιότερα στο κέντρο του Δουβλίνου».
Πώς και επιλέξατε το Δουβλίνο για να εγκατασταθείτε μονίμως;
«Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ζούσα στην Αμερική, αλλά επειδή αρρώστησε η μητέρα μου έπρεπε να γυρίσω πίσω και να κοιτάξω λίγο την οικογένειά μου. Επιστρέφοντας στην Ευρώπη, τα μέρη που θα πήγαινα για να μείνω ήταν ή το Δουβλίνο ή το Παρίσι. Τελικά επέλεξα το Δουβλίνο και νομίζω ότι έκανα καλή επιλογή. Είναι όμορφα και ήσυχα εδώ, μου αρέσει».
Μια πόλη μπορεί να επηρεάσει τη δημιουργικότητα ενός ανθρώπου;
«Παλαιότερα δεν το πίστευα, αλλά τώρα βλέπω ότι τελικώς πρέπει να υπάρχει σ’ αυτό μια δόση αλήθειας. Δεν ξέρω αν είναι η πόλη… Ισως όμως και να είναι… Αν σκεφτεί κανείς ότι το Δουβλίνο έχει βγάλει τόσους μεγάλους συγγραφείς. Από την άλλη όμως, όλοι αυτοί οι συγγραφείς το έργο τους δεν το δημιούργησαν εδώ. Επρεπε να φύγουν από το Δουβλίνο για να γράψουν. Τέλος πάντων, χωράει πολλή συζήτηση πάνω σε αυτό… Σημασία έχει ότι εδώ δεν έχει πολλή φασαρία. Στο Λονδίνο, για παράδειγμα, θα το θεωρούσα πολύ πιο δύσκολο να απομονωθώ κάπου και να δουλέψω, γιατί πάντα έχεις πράγματα να κάνεις: πάρτι από ‘δώ, συναντήσεις με φίλους, νέες γνωριμίες… Στο Δουβλίνο τα περισσότερα πάρτι γίνονται τα Χριστούγεννα και υπάρχει πολλή κίνηση και το καλοκαίρι. Ολο τον υπόλοιπο καιρό έχει ησυχία, οπότε μου είναι εύκολο να καθήσω να δουλέψω».
Υπήρξε μια στιγμή στη ζωή σας που νιώσατε ότι κάτι έχετε να πείτε που πρέπει να ακούσουν οι άλλοι ή πάντα κάνατε ό,τι να ‘ναι για να περνάει η ώρα και να περνάτε και εσείς καλύτερα;
«Από παιδί ήξερα ότι ήθελα να κάνω κάτι που να έχει σχέση με τις λέξεις. Μου άρεσε όμως πολύ και η ηθοποιία. Από ‘κεί και πέρα είχα δύο πολύ ενδιαφέροντες γονείς που μου έμαθαν πολλά πράγματα. Από τον πατέρα μου κληρονόμησα τη μεγάλη αγάπη του για την αγγλική γλώσσα».
Ο πατέρας σας έχω ακούσει ότι μίλαγε πολλές γλώσσες…
«Ναι… Με μεγάλη ευκολία μιλούσε όποια γλώσσα ήθελε… Τον ζήλευα για αυτό. Η γλώσσα είναι ένα παράθυρο με θέα τους άλλους. Δεν νιώθεις μόνος σε κανένα σημείο του πλανήτη αν ξέρεις γλώσσες».
Από τη μητέρα σας τι κληρονομήσατε;
«Η μητέρα μου ήταν χορεύτρια και έτσι από εκείνη έμαθα τον χορό. Κατάλαβα τι θα πει μουσική, τι θα πει χορός… Ενιωθα να έχω πλήρη αίσθηση αυτών των πραγμάτων από παιδί. Τελικά, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα με αυτά ήθελα να ασχοληθώ… Με τις λέξεις, με τον χορό και με τη μουσική».
Πάντως είστε από τα άτομα που ξεκίνησαν νέοι την περιπέτεια…
«Ναι, ξεκίνησα αρκετά νωρίς αν και τώρα τα νέα παιδιά ξεκινάνε πολύ νωρίτερα. Νιώθω πάντως τυχερή. Οταν ξεκίνησα ήμουν 17 ετών. Δεν είχα τελειώσει καν το σχολείο».
Και τι κάνατε;
«Το είδα σαν μια ευκαιρία να φύγω από το σπίτι μου, να αφήσω το σχολείο και να μπω σε αυτό που λέμε ζωή».
Υπήρξαν κάποιοι άνθρωποι τότε που σας τράβηξαν προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση; Είχατε κάποια πρότυπα στα οποία ακουμπούσατε τα όνειρά σας για το μέλλον σας;
«Οχι. Πάντα όμως μου άρεσαν οι ανατροπές και οι άνθρωποι που τις προκαλούν. Πρότυπα για μένα υπήρξαν άνθρωποι όπως ο Οσκαρ Γουάιλντ… Ανθρωποι δηλαδή που προσπάθησαν να κάνουν τη ζωή τους έργο τέχνης».
Αρα, δεν είναι τυχαίο που τελικώς καταλήξατε στο Δουβλίνο… (γέλια)
«Μάλλον όχι. Και εγώ το ίδιο αισθάνομαι».
Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να σας ρωτήσω αυτό που, όπως φαντάζομαι, θα σας ρωτούν μετά τα πέντε πρώτα λεπτά όλοι όσοι σας συναντούν για πρώτη φορά…
«Για τους Stones…».
Ακριβώς, το πετύχατε… Αλήθεια πώς συναντηθήκατε για πρώτη φορά με τους Rolling Stones;
«Τους συνάντησα σε κάποιο πάρτι στα 17 μου. Ο μάνατζέρ τους μου είχε προτείνει να κάνουμε δίσκο μαζί και έτσι ξεκίνησα κάνοντάς τους τα φωνητικά. Συνέβη αυτό και μετά έκανα πολύ καιρό να τους ξαναδώ. Στο μεταξύ παντρεύτηκα, έγινα μαμά, έκανα άλλους τρεις δίσκους… Ξέρετε, έχω κάνει διάφορα στη ζωή μου. Η ζωή είναι ωραία όταν σε αιφνιδιάζει και όχι τόσο όταν την αιφνιδιάζεις… Δύο χρόνια μετά την πρώτη μου συνάντηση με τους Rolling Stones, στα 19 μου, επανήλθα και το ‘σκασα με τον Μικ Τζάγκερ».
Πώς είναι να ζει κανείς με κάποιον που γίνεται θρύλος και μετά να ξαναβρίσκεται πάλι μόνος του, και η ζωή να συνεχίζεται;
«Πρώτα πρώτα, η στιγμή που παύεις να ζεις κοντά σ’ έναν θρύλο είναι μεγάλη ανακούφιση. Είναι πολύ δύσκολο πράγμα να ζεις με έναν σούπερσταρ όπως ο Μικ Τζάγκερ. Για μένα τουλάχιστον ήταν πολύ δύσκολο. Οταν όμως τους γνώρισα εγώ, οι Rolling Stones δεν είχαν γίνει ακόμη αυτό που έγιναν μετά».
Πάντως, όπως και αν έχει, η φήμη τούς είχε συναντήσει… Ηταν βέβαια ακόμη πολύ νέοι αλλά ήταν ήδη γνωστοί… Πιστεύετε ότι σας επηρέασε αυτή η συνάντηση; Φαντάζεστε τη ζωή σας αν δεν είχε συμβεί ποτέ αυτή η συνάντηση;
«Δεν ξέρω, μου είναι πολύ δύσκολο να φανταστώ μια ζωή που δεν έζησα, όπως μου είναι δύσκολο να κρίνω τη ζωή που έζησα… Νοιώθω πως ό,τι έζησα είναι κάτι που μου συνέβη… Εμεινα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα κοντά στους Rolling Stones… και αυτό είναι το μόνο που μπορώ να σας το επιβεβαιώσω».
Η φήμη μπορεί να πλήξει έναν καλλιτέχνη;
«Σίγουρα. Γι’ αυτό θα πρέπει κανείς να την αγνοεί. Εγώ τουλάχιστον αυτό κάνω».
Αγνοείτε τη φήμη;
«Ναι, για να μπορώ να ζω ήσυχα».
Η φήμη σκοτώνει το ταλέντο;
«Αυτό δεν το ξέρω. Αν και πιστεύω ότι όταν ένας άνθρωπος είναι πραγματικά ταλαντούχος, τίποτα δεν μπορεί να σκοτώσει το ταλέντο του. Το χρήμα και η άνεση, ναι… Αυτά είναι δυο πράγματα που μπορούν να σε κάνουν να σταματήσεις να δουλεύεις ενώ γεννήθηκες για να δουλεύεις και να δημιουργείς… Οταν ζεις για πολύ καιρό μέσα στον πλούτο, στην άνεση και στη χλιδή, αυτό δεν κάνει καλό στη δουλειά».
Υπάρχουν άλλες καταστρεπτικές συνέπειες του πλούτου και της άνεσης;
«Ο πλούτος, η άνεση… μπορεί να σε οδηγήσουν σε συμβιβασμούς, στο να είσαι πιο επιεικής με τον εαυτό σου… Είναι πολλοί οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν… Δεν μπορώ να τους απαριθμήσω τώρα. Η άνεση είναι μια γλυκιά αναπηρία, όπως και ο πλούτος. Εχει μεγάλη σημασία στη ζωή το κυνήγι της επιβίωσης. Κανείς δεν ήρθε σε αυτή τη ζωή για να μην ταραχθεί, να μην αγωνιά, να μη διατρέξει τον παραμικρό κίνδυνο. Η ζωή είναι η δύναμη της ανατροπής. Ο,τι δεν μπορεί σήμερα να γίνει, γίνεται αύριο… Αυτό είναι η ζωή… Οταν η ζωή γίνεται δεδομένη, αλλάζουν τα δεδομένα. Το ενδιαφέρον γίνεται πλήξη αυτομάτως».
Πιστεύετε στο ταλέντο; Τι είναι αυτό που λέμε ταλέντο;
«Ταλέντο δεν είναι μόνο το να έχεις κάποιες ιδέες… Ταλέντο είναι να μπορείς και να υλοποιήσεις τις ιδέες σου, να τις κάνεις έργο συγκεκριμένο. Αυτό είναι το πιο σημαντικό· από τη μια να υπάρχει η ιδέα και από την άλλη η ενέργεια που θα σε βοηθήσει να την υλοποιήσεις. Από εκεί και πέρα, πρέπει αυτό το πράγμα να μπορείς να το περάσεις και στον κόσμο. Αυτή ακριβώς η δυνατότητα να κάνεις τις όποιες ιδέες σου κάτι, για μένα είναι το ταλέντο. Υπάρχει πολύ ταλέντο στον κόσμο. Δεν είναι κάτι τόσο εξαιρετικό όσο θέλουν οι άνθρωποι να το παρουσιάζουν… Απλώς ζούμε σε έναν κόσμο που από το πρωί ως το βράδυ εκθειάζει την ιδέα και όχι το έργο… Ετσι έχει διαμορφωθεί γύρω μας μια θάλασσα ιδεών που κανένας δεν κολυμπάει μέσα της… Κανείς δεν απολαμβάνει την ουσία των ιδεών… Ολοι αρκούνται στη θέα μιας ιδέας… Γι’ αυτό και όλοι γύρω δεν ξέρω αν το έχετε προσέξει λένε: “Εχω μια ιδέα”. Σπάνια ακούτε γύρω σας τη φράση: “Βλέπεις τι έκανα;”. Για μένα η απόδειξη του ταλέντου είναι η πράξη, το έργο και όχι η σύλληψη…».
Τι είναι αυτό που βοηθάει ένα ταλέντο να φανεί;
«Πρέπει να βρεθεί κάποιος να το εκτιμήσει. Δεν φτάνει η ικανότητα. Πρέπει να νιώσεις ότι έχεις αυτή τη δυνατότητα να το περάσεις στους άλλους».
Επομένως το ταλέντο υπάρχει όταν γίνεται αποδεκτό;
«Ακριβώς».
Εσείς δηλαδή δεν θα κάνατε μουσική αν δεν πουλούσαν οι δίσκοι σας, αν το κοινό δεν ερχόταν να σας δει;
«Σίγουρα ναι… Το γεγονός ότι εκτίθεμαι μπροστά σε κόσμο, ουσιαστικά παίζω μπροστά σε κοινό και ο κόσμος ξανάρχεται να με ακούσει, αυτό κάτι σημαίνει».
Δηλαδή το κοινό είναι που δίνει νόημα σε αυτό που κάνετε;
«Οχι… Αυτό που ρωτάτε τώρα είναι άλλο… Πάντα μπορεί να υπάρχει ένα νόημα σε κάτι που κάνουμε. Ο,τι κάνουμε όμως δεν το κάνουμε για να το παρουσιάσουμε στον κόσμο και ο κόσμος να το αποδεχθεί. Κάτι που κάνουμε και δεν το αποδέχεται ο κόσμος δεν σημαίνει ότι το κάναμε χωρίς λόγο».
Κάθε έργο δεν χρειάζεται ένα κοινό για να το εισπράξει;
«Ναι, το κοινό είναι ένα σημαντικό κομμάτι του έργου. Ενας συγγραφέας, ας πούμε, ο οποίος γράφει μυθιστορήματα ή ποίηση, έχει ανάγκη από αναγνώστες. Και ακριβώς το γεγονός ότι αποκτάς ένα κοινό είναι αυτό που δημιουργεί τη φήμη».
Πιστεύετε ότι το να γίνει κάποιος καλλιτέχνης είναι κάτι που το αποφασίζει η μοίρα; Ισχύει δηλαδή αυτό που λένε «το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον»; Με σας έτσι συνέβη;
«Ποτέ δεν μου άρεσε να σκέφτομαι έτσι τα πράγματα και νομίζω ότι δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για να σας μιλήσω γι’ αυτό. Ισως υπάρχουν άνθρωποι που έχουν αυτό το χάρισμα… Να μιλούν δηλαδή με έναν εξαιρετικό τρόπο για τη μοίρα και τον καθοριστικό ρόλο της στη ζωή. Στη δική μου περίπτωση, ας πούμε, τα πράγματα δεν πιστεύω ότι οφείλονται στο “πεπρωμένον φυγείν αδύνατον”. Εγώ θεωρώ ότι είχα πολύ ταλέντο, ήμουν πολύ όμορφη, ήμουν και πάρα πολύ τυχερή… Με αυτή την έννοια σίγουρα ήταν μοιραίο να πετύχω. Οχι όμως ότι κουβαλούσα καμιά βαριά μοίρα… (γέλια). Οχι… Πολλά πράγματα θα μπορούσαν να έχουν πάει στραβά στη ζωή μου και να μην είχα βρεθεί εδώ που βρίσκομαι».
Οι Stones πιστεύετε ότι είχαν ταλέντο;
(γέλια). «Απίστευτη ερώτηση… Αν ήταν μπροστά και την άκουγαν θα ένιωθαν σαν να τους βρίζετε… (γέλια) Πάντως, πέρα από τα αστεία, για να καταφέρουν να ξεχωρίσουν σε αυτό που έκαναν σημαίνει ότι είχαν κάποιο ταλέντο. Δεν νομίζω ότι κάνετε καλά να ρωτάτε εμένα προσπαθώντας να μάθετε πράγματα για τους Stones. Προσωπικά, δεν με ενδιαφέρουν καθόλου, οπότε καλύτερα να μην προσπαθείτε να μάθετε για αυτούς μέσω εμού. Δεν θα καταφέρετε πολλά πράγματα».
Μα, εσείς τους χρησιμοποιήσατε πολύ στη ζωή σας… Ολο γι’ αυτούς μιλάτε στην αυτοβιογραφία σας… Νόμιζα ότι σας αρέσει να μιλάτε γι’ αυτούς… Νόμιζα ότι δηλώνατε ότι τους ξέρετε καλά…
«Κάθε φορά που μιλάω γι’ αυτούς, μιλάω για τη ζωή μου και όχι γι’ αυτούς. Ξέρω μόνο ό,τι έζησα εγώ. Την ίδια στιγμή δεν ξέρω τι σκέφτονταν εκείνοι. Αυτό μπορείτε να το ρωτήσετε στους ίδιους».
Σεβαστό. Από τη στιγμή που καταφέρνει κάποιος να βρει τον δρόμο του δεν κινδυνεύει να τον χάσει ξανά;
«Σε μεγάλο βαθμό αυτό είναι το ζητούμενο… Αλλά η επιμονή πιστεύω ότι παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο. Δεν πρέπει κανείς να τα παρατάει στην πρώτη δυσκολία. Το να βρεις τον δρόμο σου δεν σημαίνει ότι κλείδωσες τις δυσκολίες στο ντουλάπι. Οι δυσκολίες είναι πάντα παρούσες, έτοιμες να ανατρέψουν τα πάντα… έτοιμες να σε κάνουν να τα παρατήσεις. Εκεί μετριέται η δύναμη του ταλέντου».
Και τι είναι αυτό που κάνει κάποιον δυνατό στις δύσκολες στιγμές ενώ έναν άλλο όχι;
«Η πίστη στον εαυτό του. Εγώ πιστεύω στον εαυτό μου και σε μια θεϊκή ενέργεια που υπάρχει μέσα σε όλους τους ανθρώπους. Ολοι μας είμαστε κομμάτι του Θεού».
Πιστεύετε στον Θεό; Στον Θεό δημιουργό;
«Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάτι έξω από μας που μας έχει δημιουργήσει. Υπάρχει απλώς μια σημαντική ενέργεια, η οποία ξεπερνάει το ανθρώπινο μέγεθος και η οποία μπορεί να μας βοηθήσει όταν θέλουμε να υπηρετήσουμε έναν ανώτερο σκοπό».
Ο χρόνος που περνάει με ποιον τρόπο σας επηρεάζει ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνιδα;
«Νομίζω ότι ο χρόνος υπήρξε πολύ καλός μαζί μου. Οσο μεγαλώνω τόσο πιο δυνατή νιώθω εννοώ σωματικά. Ακριβώς επειδή νιώθω αυτή τη δύναμη, η δουλειά δεν με κουράζει, δεν την βλέπω σαν κάτι δύσκολο. Γενικά όμως νιώθω ότι ο χρόνος που πέρασε πρέπει να με έχει δυναμώσει και σε πολλά άλλα πράγματα όπου δεν ήμουν και πολύ δυνατή. Η φυσική ρώμη δεν έρχεται από μόνη της. Δεν δυνάμωσε λοιπόν μόνο το σώμα μου· δυνάμωσε η θέλησή μου, η αποφασιστικότητά μου, η περηφάνια μου αν θέλετε. Πιστεύω ότι είναι πολύ καλό να είναι κανείς περήφανος… Αυτή είναι η μέγιστη αξιοπρέπεια για μένα: η περηφάνια μας».
Τα εμπόδια μας δυναμώνουν ή μας εξαντλούν;
«Τα εμπόδια μπορούν να είναι η αιτία της φυσικής ρώμης που απέκτησα με τα χρόνια… Ναι, αυτό είναι κάτι που το έχω σκεφτεί. Οπως επίσης έχω σκεφτεί πόσο με δυνάμωσαν οι προκλήσεις που είχα να αντιμετωπίσω. Εμένα οι προκλήσεις με έκαναν να σκέφτομαι πιο έξυπνα, να ψάχνω να βρω έξυπνους τρόπους για να μπορώ να αντεπεξέλθω. Και πάντα τα κατάφερνα».
Τα λάθη βοηθούν;
«Ναι, πιστεύω ότι βοηθούν, αν τα λάθη γίνονται στην προσπάθεια να μάθουμε και όχι από ανοησία».
Τι είναι για σας λάθος;
«Είναι κάτι που σε κάνει να πας πίσω και να ξαναρχίσεις από την αρχή».
Τι μουσική ακούτε;
«Τα πάντα. Ακούω πολλή κλασική, τζαζ, μπλουζ… Μου αρέσει πολύ η Μπίλι Χολιντέι. Μου αρέσουν και πολλά καινούργια όμως».
Ηταν απλώς μια εμπειρία για σας τα ναρκωτικά ή και διέξοδος;
«Αυτό που θέλω να πω είναι ότι για μένα σαν εμπειρία υπήρξε πάρα πολύ σημαντική. Με έβαλε στη διαδικασία να κάνω πράγματα που διαφορετικά δεν θα τα είχα κάνει. Με έκανε να σταθώ και να σταθμίσω κάπως τα πράγματα κάτι που δεν είχα κάνει ποτέ πριν. Γιατί εγώ ξεκίνησα πολύ νέα, με ανακάλυψαν με έναν πολύ περίεργο τρόπο και δεν πρόλαβα να σταθμίσω ούτε τη δουλειά ούτε τους ανθρώπους που ήταν γύρω μου. Αναρωτιόμουν αν σε όλες τις φάσεις που πέρασα υπήρξε έστω και ένα στοιχείο που να το έχω επιλέξει εγώ και κανένας άλλος. Αυτά ήταν πράγματα που άρχισα να τα σκέφτομαι πολύ μετά, όταν πια ήμουν καθαρή και είχα αρχίσει να ανακτώ την περηφάνια μου. Από εκείνο το σημείο και μετά ήμουν εγώ αυτή που αποφάσιζε τι ήθελα να είμαι, πώς ήθελα να είμαι και με ποιους ανθρώπους ήθελα να είμαι».
Υπήρξε κάποια στιγμή που νιώσατε ότι φθάσατε στον πάτο;
«Η στιγμή που αγγίζεις τον πάτο είναι ταυτόχρονα και η στιγμή που αρχίζεις να ελευθερώνεσαι. Είναι δύσκολο να περιγράψω τη στιγμή που άγγιξα τον πάτο. Νομίζω ότι δεν έπιασα ποτέ πάτο… Εκείνο που θυμάμαι είναι περισσότερο αυτή η αίσθηση της πτώσης: να πέφτεις, να πέφτεις και ξαφνικά προτού φθάσεις κάτω να νιώθεις ελεύθερος και να βγαίνεις ξανά προς τα πάνω σε ένα καινούργιο φως, σε ένα μέρος όπου δεν είχες ξαναπάει ποτέ πριν. Δεν νομίζω ότι έφθασα ποτέ στο έσχατο σημείο όπου μπορεί να φθάσει ένας άνθρωπος. Δεν είδα τον πάτο· απλά ταρακουνήθηκα πολύ έντονα και είδα κάποια πράγματα πιο ξεκάθαρα. Είναι πολύ παράξενο, ξέρετε, να νιώθεις ότι πέφτεις, ότι κατεβαίνεις βαθιά προς τα κάτω και ξαφνικά να σου δημιουργείται η αίσθηση ότι βγαίνεις από έναν φεγγίτη».
Αρα για σας τα ναρκωτικά ήταν μια αποκαλυπτική εμπειρία…
«Οχι, δεν μ’ αρέσει να το βλέπω έτσι. Προτιμώ να το βλέπω ψύχραιμα, με ηρεμία και λογική και να το προσεγγίζω από αυτή την πλευρά, παρ’ όλο που ήταν μια εκπληκτική, μοναδική εμπειρία. Μόνο έτσι μπορώ να σας το περιγράψω, αν και πιστεύω ότι είναι πολλοί άνθρωποι που ζουν παρόμοιες εμπειρίες. Είναι κάτι που μπορεί να σ’ το στείλει η ζωή για να μάθεις και όχι για να χαθείς. Εγώ ανήκω σε αυτούς που έμαθαν από αυτή την εμπειρία. Γι’ αυτό νιώθω τυχερή. Αλλοι χάθηκαν και χάνονται μέσα σε αυτή την εμπειρία».
Από ένα σημείο και μετά, δηλαδή, ξεκίνησε για σας μια καινούργια ζωή;
«Ναι, σχεδόν αμέσως άρχισα να ανεβαίνω ξανά προς τα πάνω».
Και έκτοτε πήρατε την απόφαση να μείνετε εντελώς μακριά από όλα αυτά;
«Στην ουσία αυτό έκανα, παρ’ όλο που δεν το αντιμετώπισα ποτέ με φανατισμό. Ζω στο Δουβλίνο, πού και πού μπορεί να πιω κανένα ποτηράκι, παρ’ όλο που είχα να πιω πεντέμισι ολόκληρα χρόνια απείχα τελείως , αλλά σε γενικές γραμμές, ναι, θέλω να απέχω από αυτό τον κόσμο. Θέλω να ασχοληθώ με τη δουλειά μου, να την προχωρήσω και είδα ότι μπορώ να το κάνω και από μόνη μου, χωρίς τη βοήθεια αυτών των πραγμάτων».
Για κάποια χρόνια μείνατε μακριά από τη μουσική σκηνή και στη συνέχεια αποφασίσατε να επιστρέψετε. Σας πέρασε από το μυαλό να ασχοληθείτε με κάτι άλλο ή ήσασταν σίγουρη ότι θα ασχοληθείτε ξανά με αυτό που κάνατε και πριν;
«Στο μυαλό μου είχα πάντα μόνο αυτό. Οχι ότι δεν υπάρχουν πάντα και άλλες δυνατότητες· απλώς αγαπώ πάρα πολύ τη δουλειά μου. Μου αρέσει να τραγουδάω, μου αρέσει να γράφω τραγούδια, μου αρέσει να μπαίνω στο στούντιο και να ηχογραφώ. Αυτό μου αρέσει να κάνω».
Ποιο πράγμα από αυτή τη δουλειά είναι που σας κάνει να την αγαπάτε τόσο πολύ;
«Υποθέτω η συγγένεια που έχει με την ποίηση».
Πιστεύετε ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στη φαντασία και στην πραγματικότητα;
«Τη στιγμή που γράφω σίγουρα δεν ζω στην πραγματικότητα, βρίσκομαι αλλού. Δεν λέω ότι είναι εύκολο· ίσα ίσα είναι κάτι που σχεδόν πάντα μου προκαλεί τρόμο. Εμένα με τρομάζει η απόσταση μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας».
Γιατί;
«Δεν ξέρω να σας πω γιατί. Περιέχει όμως για μένα μια φοβερή αίσθηση φόβου. Είναι σαν να διατρέχεις τον κίνδυνο να χάσεις τον εαυτό σου, σαν να μην πρόκειται να ξαναγυρίσεις ποτέ πίσω. Φαντάζομαι ότι είναι φόβοι που έχουν να κάνουν με το εγώ μας. Γιατί κάθε δουλειά που είναι πραγματικά δημιουργική δεν έχει καμία σχέση με το εγώ. Δεν τη γεννάει, εννοώ, το εγώ μας».
Τι τη γεννάει;
«Κάτι άλλο. Μπορεί να είναι το υποσυνείδητο, μπορεί κάτι άλλο… Δεν ξέρω. Δεν είμαι και ειδικός γύρω από αυτά. (γέλια) Πάντως το μόνο πράγμα με το οποίο θα μπορούσα να συγκρίνω αυτό τον τρόμο που νιώθω όταν βρίσκομαι μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας είναι η έμπνευση».
Αλήθεια πώς σας έρχεται και γράφετε ένα νέο τραγούδι;
«Κάθε φορά βρίσκομαι κάπου αλλού και με αιφνιδιάζει. Με το που θα εμφανιστεί όμως μου είναι πολύ δύσκολο μετά να κρατήσω τον έλεγχο. Σε σχέση όμως με τον τόπο που γράφω, συνήθως δεν ξεφεύγω πολύ από τα όρια μιας συγκεκριμένης περιοχής. Πολλά τραγούδια, ξέρετε, τα ολοκληρώνω μέσα στο στούντιο. Το πιο σημαντικό πράγμα στη διαδικασία με την οποία δημιουργώ είμαι εγώ η ίδια. Το σώμα μου είναι το σπίτι μου, είναι το μέρος όπου κατοικεί η ψυχή μου, γι’ αυτό και νιώθω την ανάγκη να το φροντίζω: για να μπορώ να δουλεύω όπως πρέπει. Οταν έχω έμπνευση ή όταν πρέπει να καθήσω να γράψω, είμαι σε θέση να το κάνω με καθαρότητα και έτσι όπως πρέπει. Για μένα αυτή είναι η δουλειά μου: να φροντίζω τον εαυτό μου για να μπορώ να δημιουργώ».
Ποια είναι τα πράγματα από τα οποία συνήθως εμπνέεστε;
«Κάτι που χρησιμοποιώ συχνά είναι οι εφημερίδες κυρίως η Herald Tribune, επειδή η γραφή της είναι σύντομη, περιεκτική και στεγνή. Διαβάζοντάς την έχω ξεκινήσει πολλές φορές να γράψω τραγούδια. Το Vagabond Ways έτσι το έγραψα. Επειδή ακριβώς είναι στεγνό αυτό το γράψιμο, μου αφήνει τα περιθώρια να βάλω πολλά πράγματα από τον εαυτό μου, να το χτίσω, να το ντύσω, να το μετατρέψω σε στίχο. Χρησιμοποιώ πολύ επίσης πράγματα που μου λένε οι άνθρωποι, χρησιμοποιώ τα όνειρα, χρησιμοποιώ αυτά που βλέπω στην τηλεόραση… Τα πάντα μπορούν να γίνουν αφορμή για ένα τραγούδι».
Πιστεύετε ότι τα όνειρα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα;
«Ναι, το πιστεύω. Υπήρξαν κάποια πολύ σημαντικά όνειρα για μένα τα οποία έγιναν πραγματικότητα ακριβώς τη στιγμή που το χρειαζόμουν».
Μπορείτε να μου πείτε ένα από αυτά;
«Ηταν η πρώτη φορά που έμεινα “καθαρή”. Ημουν στη Βοστώνη, έκανα θεραπεία αποτοξίνωσης και είχα εκεί έναν πάρα πολύ καλό ψυχίατρο. Παρ’ όλα αυτά, ήταν δύσκολο και οδυνηρό. Περνούσα μια κρίση την οποία πιστεύω ότι περνούν όλοι οι δημιουργικοί άνθρωποι που κάνουν ψυχοθεραπεία. Νιώθεις μια τρομερή ανησυχία ότι ο άλλος θα παραβιάσει την ψυχή σου, το υποσυνείδητό σου, και θα σου προκαλέσει ζημιά. Μιλώντας τόσο πολύ για τον εαυτό σου σε έναν άνθρωπο όπως είναι ο ψυχίατρος μπορείς πραγματικά να κάνεις πολύ κακό στον ίδιο σου τον εαυτό. Και μετά να μην μπορείς πια να ξαναγράψεις. Γι’ αυτό όλοι οι δημιουργικοί άνθρωποι που περνούν από μια τέτοια διαδικασία ανησυχούν. Ορισμένοι δεν θέλουν καν να μπουν στη διαδικασία ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο. Εγώ εκείνη την εποχή ένιωθα ότι έπρεπε οπωσδήποτε να αλλάξω, να σταματήσω τα ναρκωτικά, και η ψυχοθεραπεία με βοήθησε πολύ σε αυτό. Από τη μία ένιωθα την ανάγκη να το κάνω και από την άλλη φοβόμουν μήπως χάσω την ικανότητα που είχα να γράφω. Ενα απόγευμα, λοιπόν, είδα ένα όνειρο. Ηταν ένα πολύ όμορφο όνειρο, από αυτά που ταιριάζουν με τη γλύκα του απογεύματος. Ημουν περιτριγυρισμένη από αγγέλους οι οποίοι κρατούσαν στα χέρια τους ένα βιβλίο, ένα υπέροχο βιβλίο γεμάτο εικόνες, και μου έλεγαν να μην ανησυχώ. Το βιβλίο ήταν χοντρό και σε όλες τις σελίδες του είχε γραμμένους στίχους. Δεν μπορούσα να τους διαβάσω, μπορούσα όμως να δω ότι ήταν στίχοι και άκουγα τους αγγέλους να μου λένε: “Μην ανησυχείς καθόλου, σ’ αυτό το βιβλίο είναι γραμμένοι όλοι οι στίχοι που θα γράψεις στο μέλλον”».
Πιστεύετε ότι υπάρχουν ταλαντούχοι άνθρωποι που κάποια στιγμή χάνουν το ταλέντο τους;
«Γενικά νομίζω ότι δεν είναι καλό να μιλάμε τόσο πολύ για το ταλέντο. Αναλύοντάς το είναι σαν να το καταστρέφουμε. Αυτός είναι ο λόγος που δεν δίνω συχνά συνεντεύξεις. Επειδή δεν θέλω να σκέφτομαι γύρω από αυτά τα πράγματα, το θεωρώ πολύ επικίνδυνο να καθόμαστε να τα αναλύουμε. Προφανώς η κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και πρέπει ο καθένας να μπορεί να προσαρμόζεται στις συνθήκες που συναντά. Εγώ έπρεπε τότε να κάνω θεραπεία επειδή έπρεπε οπωσδήποτε να συνέλθω και για να συνέλθω έπρεπε να βάλω τον εαυτό μου να περάσει από αυτή τη διαδικασία».
Πιστεύετε ότι η τέχνη είναι και αυτή ένας τρόπος ψυχοθεραπείας;
«Ναι, το πιστεύω. Το έχω αισθανθεί, δηλαδή. Υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες με τρομερές ψυχώσεις και ο μόνος τρόπος για να τις αντιμετωπίσουν είναι διά μέσου της τέχνης. Από ένα σημείο και μετά όμως αυτό μπορεί να γίνει καταστροφικό».
Για ποιον λόγο;
«Επειδή αυτό που κάνεις είναι να βάζεις συνεχώς κάτω τον εαυτό σου και να τον χτυπάς… Και αυτό δεν είναι το σωστότερο».
Και αυτό όμως είναι μια λύτρωση.
«Οχι, δεν θα συμφωνήσω. Ερχεται μια στιγμή που πρέπει να προχωρήσεις. Οι άνθρωποι δεν πρέπει να κολλάνε στην ψύχωσή τους. Πρέπει να μπορούν να προχωρήσουν. Ε, αυτό είναι κάτι που αν δεν το αντιμετωπίσεις μπορεί να σε σκοτώσει».
Προσωπικά αυτό που με ενοχλεί στους νέους καλλιτέχνες είναι ο εγωκεντρισμός τους, το γεγονός ότι ασχολούνται με πράγματα πάρα πολύ προσωπικά, που σε τελική ανάλυση δεν ενδιαφέρουν κανέναν.
«Ναι, έχετε δίκιο, αλλά τι να κάνεις; Γι’ αυτά μπορούν να γράψουν, γι’ αυτά γράφουν. Και εγώ στην ηλικία τους, γύρω στα 20-22, αυτές τις μαλακίες έγραφα που ξέρω ότι για όλους τους υπολοίπους είναι πράγματα πολύ βαρετά. Κάποιοι από αυτούς θα περάσουν από αυτή τη φάση και θα γίνουν αληθινοί καλλιτέχνες, θα αρχίσουν πραγματικά να δημιουργούν. Αυτό όμως απαιτεί χρόνο. Ο χρόνος είναι πολύ σημαντικό πράγμα στη δημιουργία».
Τι είναι αυτό που μας κάνει να υπερβούμε το προσωπικό και να δημιουργήσουμε πράγματα που αφορούν και άλλους ανθρώπους, πράγματα που έχουν ένα μέγεθος και μπορούν να μείνουν;
«Είναι αυτό το θεϊκό που σας έλεγα και δεν πιστεύω ότι έχει σχέση με τον Θεό αλλά με την ανθρωπιά».
Εσείς γι’ αυτά τα πράγματα μιλάτε μέσα από τα τραγούδια σας;
«Ακριβώς. Αυτό προσπαθώ να κάνω και μερικές φορές το καταφέρνω. Και τότε νιώθω πάρα πολύ τυχερή».
Η τέχνη σας, το γεγονός ότι γράφετε τραγούδια, είναι ένας τρόπος να κερδίσετε τη μάχη με τον χρόνο;
«Οχι, σε αυτή τη μάχη όλοι χάνουμε· κανένας δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσει. (γέλια) Προτού όμως ο χρόνος τελειώσει θα ήθελα να προλάβω να ζήσω τη ζωή μου με όλη μου την καρδιά».
Τώρα μου θυμίζετε πάλι τον Οσκαρ Γουάιλντ που είχε πει ότι σκοπός της ζωής είναι να γίνει έργο τέχνης.
«Ναι, το πιστεύω. Μάλλον πρέπει να με έχει επηρεάσει πάρα πολύ αυτός ο άνθρωπος χωρίς να το πολυκαταλάβω».
Πώς κάνουμε τη ζωή μας έργο τέχνης;
«Μα, αν ήταν εύκολο, δεν θα είχε κανένα ενδιαφέρον έτσι δεν είναι; Ο καθένας θα μπορούσε να το κάνει. Δεν θα ήταν πρόκληση».
Πρέπει να υπάρχει συνέπεια ανάμεσα στη ζωή και στο έργο ενός καλλιτέχνη; Με άλλα λόγια, πρέπει να κρίνουμε το έργο ενός καλλιτέχνη ανεξάρτητα από τον άνθρωπο-καλλιτέχνη ή αυτά τα πράγματα είναι αλληλένδετα;
«Δεν ξέρω, ειλικρινά δεν ξέρω. Φαντάζομαι ότι, ανεξάρτητα από το αν είναι κάποιος καλλιτέχνης ή όχι, πρέπει να κρίνεται με βάση ορισμένα κριτήρια».
Εννοείτε με βάση κάποια ηθικά κριτήρια;
«Ναι, μάλλον. Από ηθικής άποψης υπάρχουν πολύ λίγα πράγματα τα οποία πραγματικά με ενοχλούν».
Οπως;
«Οπως ο φόνος ή ο βιασμός μικρών παιδιών. Εκεί βρίσκεται το όριό μου. Από όλα τα υπόλοιπα τα περισσότερα δεν με ενδιαφέρουν καθόλου, προσωπικά δεν με αγγίζουν. Ούτε μπαίνω στη διαδικασία να κρίνω τους άλλους. Ηθικά σας λέω ότι εγώ σταματάω σε αυτά τα δύο. Και πάλι όμως δεν παύει να είναι κάτι προσωπικό. Κάποιος άλλος μπορεί να κρίνει με άλλα κριτήρια. Δεν νιώθω ότι γεννήθηκα για να ασκώ κριτική. Από την άλλη, είναι κάτι το οποίο προσπαθώ να αντέξω γιατί κάπου πρέπει να τα βρούμε και με τον εαυτό μας έτσι δεν είναι;».
Υπάρχουν πράγματα με τα οποία πλήττετε;
«Βρίσκω πολύ πληκτικό το να σκοτώνει κανείς τον χρόνο του».
Με ποιον τρόπο σκοτώνει κανείς τον χρόνο του;
«Γυρνώντας από πάρτι σε πάρτι, κυνηγώντας τη μεγάλη ζωή, ζώντας διαρκώς μέσα στην καλή χαρά, όλα αυτά».
Ολα αυτά όμως δεν είναι πράγματα που καλό είναι να τα ζει κάποιος νέος για να μπορεί μετά να τα αφήνει πίσω του;
«Ναι, δεν λέω, αν και αυτά είναι πράγματα που δεν τα αφήνεις ποτέ εντελώς πίσω σου. Ο άνθρωπος δεν παύει ποτέ να έχει ανάγκη από κοινωνικότητα, από το να κάνει πράγματα μαζί με άλλους ανθρώπους. Επομένως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα σε όλα αυτά, απλά εγώ μερικές φορές τα θεωρώ πληκτικά. Θεωρώ πολύ πιο ενδιαφέρουσα τη δουλειά μου».
Υποθέτω ότι θα έχετε ζήσει πολλά οργιώδη πάρτι και επομένως δικαιούστε να το βλέπετε έτσι.
«Μπα, μην το λέτε. Οργιώδη όχι τόσο, βαρετά όμως όντως έχω ζήσει πολλά. (γέλια) Μην ακούτε τι λέγεται, όλα αυτά είναι μέρος του θρύλου. Δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Αν εσείς τώρα θέλετε να τα πιστέψετε, δεν έχω κανένα πρόβλημα. Πάντως, σας λέω, το σίγουρο είναι ότι έχω βρεθεί σε απίστευτα πληκτικές συναθροίσεις αυτού του είδους».
Υπήρξαν στιγμές και με τους Rolling Stones που νιώσατε να πλήττετε;
«Οχι πάντα, αλλά υπήρξαν».
Πιστεύετε ότι έχει υπάρξει πρόοδος από το ’60 ως σήμερα;
«Οχι. Επιφανειακά μπορεί τα πράγματα σήμερα να δείχνουν ηθικά πιο τακτοποιημένα αλλά οι άνθρωποι δεν διασκεδάζουν πια το ίδιο».
Εξαιτίας της πολιτικής ορθότητας που κυριαρχεί;
«Ναι… Και δεν αναφέρομαι μόνο στο ότι δεν χορεύουν, δεν μεθάνε και δεν δημιουργούν σχέσεις όπως παλιά οι άνθρωποι. Η ίδια η ζωή σήμερα έχει γίνει πολύ πιο συντηρητική».
Τα θυμάστε με κάποια νοσταλγία όλα αυτά τα θρυλικά χρόνια που ζήσατε;
«Βέβαια. Ηταν πολύ ωραία. Είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον αυτή η εποχή».
Για το καινούργιο άλμπουμ σας τι έχετε να πείτε; Σηματοδοτεί μια καινούργια φάση στη δουλειά σας;
«Είμαι πολύ ευχαριστημένη επειδή θεωρώ ότι είναι ένας δίσκος που μπορεί να παιχτεί πολύ καλά στη σκηνή. Γι’ αυτό και εκτός από την Ελλάδα θα κάνω περιοδεία σε όλη την Ευρώπη, το Ισραήλ, σε όλα αυτά τα μέρη. Νομίζω ότι μουσικά είναι μία από τις καλύτερες στιγμές της ζωής μου. Οσο ήμουν νέα, δεν είχα τον χρόνο, δεν έδωσα ποτέ στον εαυτό μου αρκετό χρόνο να ξεχωρίσει τα καλά. Είναι πολύ δύσκολο να βουτήξει κανείς μέσα στον εαυτό του και να αρχίσει να γράφει. Οχι ότι το στάδιο της ηχογράφησης είναι πιο εύκολο. Από τη στιγμή όμως που ένας δίσκος θα κυκλοφορήσει, θα τον ακούσει ο κόσμος και θα του αρέσει, εκεί πια στέκεσαι και το απολαμβάνεις. Είναι μία από τις πιο ωραίες στιγμές αυτής της διαδικασίας. Μετά, όταν αυτό το πράγμα ανεβεί στη σκηνή και το δει πολύς κόσμος, αλλάζει. Η παρουσία του κοινού το κάνει πιο ζωντανό. Αυτό ακριβώς είναι που ζω τώρα. Είναι από μόνη της μια πολύ όμορφη εμπειρία, εντελώς ξεχωριστή από το να γράψεις ή να ηχογραφήσεις ένα τραγούδι. Αυτό λοιπόν είναι κάτι που θέλω να το ζήσω προτού βιαστώ να προχωρήσω στο επόμενο βήμα».
Πιστεύετε ότι και το κοινό μπορεί να έχει ή να μην έχει ταλέντο;
«Δεν συνάντησα ποτέ μου κοινό που να μην είχε ταλέντο. Ποτέ».
Αυτό ίσως να είναι κάτι που προκαλεί ο καλλιτέχνης.
«Οχι, δεν νομίζω. Ισως αυτά τα δύο να πηγαίνουν μαζί. Ο κάθε καλλιτέχνης έλκει το κοινό που χρειάζεται και που του αξίζει. Από την άλλη, το κοινό ψάχνει και βρίσκει τον καλλιτέχνη που θέλει».
Σας ευχαριστώ.
«Κι εγώ, πολύ».
* Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους συναδέλφους Μάκη Μηλάτο, για τη βοήθειά του στη συγγραφή του προλόγου, και Λουίζα Αρκουμανέα, για τη συμβολή της κατά τη διάρκεια της συνομιλίας.



