Η προοπτική της κατάψυξης εμβρύων, γονιμοποιημένων δηλαδή ωαρίων, προκειμένου να μη χρειασθεί η μέλλουσα μητέρα να θυσιάσει την καριέρα της, θα είναι πιθανότατα ένα από τα θέματα που θα συζητηθούν πολύ κατά την επερχόμενη χιλιετία. Η κοινωνική εφαρμογή της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής αποτελεί πλέον πραγματικότητα, καθώς όλο και περισσότερες γυναίκες διστάζουν να γίνουν μητέρες σε νεαρή ηλικία, για να μη χρειαστεί να θέσουν φρένο ή και να εγκαταλείψουν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Από την άλλη πλευρά, η εγκυμοσύνη σε γυναίκες που έχουν ξεπεράσει το 35ο έτος της ηλικίας τους ενέχει κάποιους αρκετά σοβαρούς κινδύνους, όπως η γέννηση παιδιών με χρωμοσωμικές ανωμαλίες ­ περίπου μία στις είκοσι γυναίκες οι οποίες μένουν έγκυοι σε ηλικία άνω των 38 χρόνων γεννούν παιδιά με σύνδρομο Down. Αλλωστε μια γυναίκα που έχει περάσει το 40ό έτος της ηλικίας της αντιμετωπίζει συχνά προβλήματα υπογονιμότητας.



Η ιδέα της κατάψυξης γονιμοποιημένων ωαρίων και χρησιμοποίησής τους, όποτε το ζευγάρι το κρίνει σκόπιμο, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η κατάψυξη εμβρύων εφαρμόστηκε πρώτη φορά το 1983 στην Αυστραλία και στην Ολλανδία και έκτοτε έχει βοηθήσει πολλά ζευγάρια με προβλήματα γονιμότητας να τεκνοποιήσουν. Οπως εξηγεί μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Β. Ταρλατζής, αναπληρωτής καθηγητής Μαιευτικής, Γυναικολογίας και Ανθρώπινης Αναπαραγωγής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, η τεχνολογία προσφέρει σήμερα τη δυνατότητα διατήρησης στην κατάψυξη για μεγάλο χρονικό διάστημα μόνο γονιμοποιημένων ωαρίων και σπερματοζωαρίων. Τα νωπά ωάρια δεν μπορούν να διατηρηθούν και να καταψυχθούν, καθώς πρέπει να χρησιμοποιούνται αμέσως μετά τη λήψη τους από τη δότρια.


Η μέθοδος της τεχνητής γονιμοποίησης για την απόκτηση παιδιών εφαρμόζεται συνήθως όταν συντρέχει κάποιος ιατρικός λόγος. Στην περίπτωση που ο άνδρας ή η γυναίκα αντιμετωπίζει πρόβλημα στειρότητας η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή μπορεί να οδηγήσει στην πολυπόθητη τεκνοποίηση. Επίσης γυναίκες που έχουν πρόωρη εμμηνόπαυση και επομένως δεν παράγουν καθόλου ωάρια, γυναίκες που δεν έχουν ωοθήκες εκ γενετής ή έχουν υποβληθεί σε εγχείρηση αφαίρεσής τους και, κυρίως, γυναίκες που έχουν περάσει το 40ό έτος της ηλικίας τους μπορούν να αποκτήσουν δικό τους παιδί χάρη στις ­ όχι πλέον και τόσο πρόσφατες ­ προόδους της επιστήμης.


Ωστόσο η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή δεν αποκλείεται πλέον να εφαρμοστεί και για κοινωνικούς λόγους. Μια γυναίκα που επιθυμεί να συνεχίσει την καριέρα της ακολουθεί συνήθως διάφορες πρακτικές αντισύλληψης, προκειμένου να αναβάλει μια εγκυμοσύνη που πιθανότατα θα ανατρέψει την επαγγελματική της άνοδο. Οι παραπάνω μέθοδοι όμως, και γενικότερα ο οικογενειακός προγραμματισμός, δεν εξασφαλίζουν ότι αν η γυναίκα μείνει έγκυος σε μεγαλύτερη ηλικία δεν θα αντιμετωπίσει όλα τα αρνητικά συνεπακόλουθα. Αντίθετα η κατάψυξη και διατήρηση εμβρύων, όσο η γυναίκα είναι ακόμη νεαρής ηλικίας και η χρησιμοποίησή τους τη χρονική στιγμή που το ζευγάρι θα επιλέξει, επιτρέπει τη συνέχιση της καριέρας τής μέλλουσας μητέρας χωρίς μάλιστα να καθιστά αμφίβολη την επιτυχία μιας εγκυμοσύνης που ίσως έρθει πολύ αργότερα. Ο κ. Σ. Σαρρής, γυναικολόγος και διευθυντής του Κέντρου Διάγνωσης και Θεραπείας Στειρότητας του Μαιευτηρίου «Λητώ», εξηγεί ότι μια γυναίκα της οποίας τα έμβρυα έχουν καταψυχθεί έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει ακόμη και στη διαδοχική εμφύτευσή τους. Δύο, τρία ή και περισσότερα χρόνια μπορεί να χωρίζουν τη χρονική στιγμή κατά την οποία έγινε η τεχνητή γονιμοποίηση από εκείνη της εγκυμοσύνης, καθώς η ποιότητα του κατεψυγμένου εμβρύου δεν διαφοροποιείται με την παρόδο των ετών.


Η νομοθεσία των χωρών όσον αφορά τη συγκεκριμένη κοινωνική εφαρμογή της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ποικίλλει. Επί παραδείγματι, στη Βρετανία δεν απαγορεύεται, ενώ στη Γαλλία νόμος του 1994 επιτρέπει την εφαρμογή της μεθόδου μόνο όταν ιατρικοί λόγοι το απαιτούν. Στην Ελλάδα η ανυπαρξία σχετικού νόμου προφανώς δεν το απαγορεύει ωστόσο, όπως αναφέρει ο κ. Ταρλατζής, οι Ελληνίδες, τουλάχιστον στην πλειονότητά τους, δεν έχουν προς ώρας εκδηλώσει παρόμοια επιθυμία.


Ο σκεπτικισμός όσον αφορά την κοινωνική εφαρμογή της τεχνητής γονιμοποίησης ίσως δεν υφίσταται άνευ λόγου και αιτίας. Η κατάψυξη εμβρύων και η διατήρησή τους για μεγάλο χρονικό διάστημα είναι πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα. Οπως επισημαίνει ο κ. Σαρρής στην περίπτωση που το ζευγάρι χωρίσει ή ένας από τους δύο πεθάνει, τίθεται θέμα «ιδιοκτησίας» εμβρύων. Ανάλογες υποθέσεις έχουν ανακύψει στο εξωτερικό και έχουν μάλιστα παραπεμφθεί προς επίλυση στο Ανώτατο Δικαστήριο. Προφανώς γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο στα περισσότερα ευρωπαϊκά νοσοκομεία υπάρχει ειδική Επιτροπή Ηθικής και Δεοντολογίας η οποία, αφού προχωρήσει σε ψυχοκοινωνική διερεύνηση του ζευγαριού, δίνει ή όχι την έγκρισή της για την κοινωνική εφαρμογή της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.


Οσο για τα ηθικά ζητήματα που ανακύπτουν σχετικά με την καθυστέρηση εφαρμογής της εξωσωματικής γονιμοποίησης η συζήτηση θα ήταν μάλλον μακρά και τα επιχειρήματα ποικίλα. Πρόκειται για μωρά που έρχονται στον κόσμο «κατά παραγγελία» ή για αντικείμενα τα οποία μπορεί κανείς να αποκτήσει, όποτε το επιλέξει; Ο κ. Ταρλατζής απαντά: «Δεν νομίζω ότι πρέπει να είμαστε αντίθετοι με την κατάψυξη εμβρύων στην περίπτωση που η μέλλουσα μητέρα επιθυμεί να συνεχίσει την καριέρα της. Αλλωστε και η αντισύλληψη προσφέρει αυτή τη δυνατότητα επιλογής. Καλό θα ήταν ωστόσο να μην περνά μεγάλο χρονικό διάστημα από τη στιγμή της τεχνητής γονιμοποίησης ως την εγκυμοσύνη, καθώς οι μαιευτικοί κίνδυνοι αυξάνονται όταν η γυναίκα μείνει έγκυος μετά την ηλικία των 40 χρόνων».