Το γλωσσάρι του επενδυτή
Αγορά κεφαλαίου: Η οικονομική αγορά στην οποία συναλλάσσονται ομόλογα, μετοχές ή άλλα μακροπρόθεσμα επενδυτικά εργαλεία (διάρκειας πάνω από ένα έτος).
Αγορά χρήματος: Η οικονομική αγορά στην οποία συναλλάσσονται βραχυπρόθεσμα επενδυτικά εργαλεία (διάρκειας ως ενός έτους).
Απόδοση: Το κέρδος ή η ζημιά η οποία προκύπτει από μια επένδυση.
Δευτερογενής αγορά: Η αγορά στην οποία διαπραγματεύονται καθημερινά τίτλοι οι οποίοι έχουν ήδη εκδοθεί και διατεθεί στους επενδυτές. Η δευτερογενής αγορά τροφοδοτεί με ρευστότητα το οικονομικό σύστημα.
Διατραπεζικό επιτόκιο: Το επιτόκιο με το οποίο οι τράπεζες συναλλάσσονται μεταξύ τους.
Διαχείρισης διαθεσίμων: Κατηγορία αμοιβαίων κεφαλαίων τα οποία επενδύουν κυρίως σε προϊόντα χρηματαγοράς, σε ποσοστό τουλάχιστον 65% του συνολικού χαρτοφυλακίου τους, σε μικρότερο ποσοστό σε σταθερούς τίτλους και όχι πάνω από 10% σε μετοχές.
Επένδυση: Η τοποθέτηση κεφαλαίων σε περιουσιακά στοιχεία ή αξιόγραφα, με σκοπό τη μακροπρόθεσμη ανατίμησή τους. Η επένδυση προϋποθέτει την ανάληψη επενδυτικού κινδύνου.
Επενδυτικός κίνδυνος: Η πιθανότητα μείωσης της αξίας μιας επένδυσης από τις διακυμάνσεις στις τιμές των μετοχών και των ομολόγων.
Κεφαλαιακό κέρδος (υπεραξία): Το κέρδος το οποίο προκύπτει ύστερα από την πώληση μετοχών ή ομολόγων. Αν το μέγεθος είναι αρνητικό ονομάζεται κεφαλαιακή ζημιά.
Κίνδυνος (ρίσκο): Η αβεβαιότητα η οποία συνδέεται με την εξέλιξη μιας επένδυσης ή αλλιώς η πιθανότητα να χάσει χρήματα ένας επενδυτής.
Κίνδυνος επιτοκίου: Η πιθανότητα να αυξηθούν τα επιτόκια, οδηγώντας σε μείωση της αξίας ενός ομολόγου.
Μέρισμα: Τμήμα των καθαρών κερδών μιας ανώνυμης εταιρείας το οποίο διανέμεται από την εταιρεία στους μετόχους της.
Ομόλογα: Γενικός όρος για ένα μακροπρόθεσμο δάνειο όπου ο δανειζόμενος συμφωνεί να πληρώνει στον δανειστή έναν συγκεκριμένο τόκο στη διάρκεια του δανείου και κατόπιν να εξοφλήσει το δάνειο στη λήξη του.
Παρούσα αξία: Η σημερινή αξία του κεφαλαίου στο οποίο αν προστεθεί ένα επιτόκιο θα έχει την ίδια αξία ύστερα από ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Για παράδειγμα, 1.000 δρχ. σήμερα, με ετήσιο επιτόκιο 10%, θα έχουν μελλοντική αξία σε έναν χρόνο 1.100 δρχ. Αρα, η παρούσα αξία των 1.100 δρχ. με ετήσιο επιτόκιο 10% είναι 1.000 δρχ. Ο μαθηματικός τύπος της παρούσας αξίας είναι:
ΠΑ = ΜΑ/(1 + Ι)Ν. Οπου ΠΑ είναι η παρούσα αξία, ΜΑ είναι η μελλοντική αξία, Ι είναι το ετήσιο επιτόκιο και Ν είναι ο αριθμός των ετών ως τη μελλοντική πληρωμή.
Πιστοληπτικός κίνδυνος: Η πιθανότητα μείωσης της αξίας μιας επένδυσης από την αδυναμία του εκδότη ενός τίτλου να αποπληρώσει τις δανειακές υποχρεώσεις του.
Πληθωριστικός κίνδυνος: Η πιθανότητα μείωσης της αξίας μιας επένδυσης από μια άνοδο του πληθωρισμού.
Πραγματική απόδοση: Η πραγματική απόδοση προκύπτει αν από την ονομαστική απόδοση αφαιρεθεί ο πληθωρισμός.
Προεξοφλητικό επιτόκιο: Το επιτόκιο με το οποίο η μελλοντική αξία ενός χρεογράφου μετατρέπεται σε παρούσα αξία.
Πρωτογενής αγορά: Η αγορά στην οποία διατίθενται οι νέες εκδόσεις αξιογράφων, με σκοπό την άντληση κεφαλαίων για δανειακές υποχρεώσεις ή επενδύσεις.
Repos: Βραχυπρόθεσμος δανεισμός μέσω πώλησης ενός τίτλου του δημοσίου σε έναν επενδυτή, με συμφωνία επαναγοράς σε συγκεκριμένη τιμή κατά τη λήξη.
Συναλλαγματικός κίνδυνος: Η πιθανότητα απώλειας χρημάτων από τις διακυμάνσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματος στο οποίο έχει γίνει η επένδυση.
Χαρτοφυλάκιο: Η επιλογή διαφόρων μορφών επενδύσεων έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η διαφοροποίηση και κατ’ επέκταση η μείωση του επενδυτικού κινδύνου.
Χρεόγραφα: Τίτλοι οι οποίοι ενσωματώνουν δανειακή υποχρέωση εκ μέρους του εκδότη και δανειακή απαίτηση εκ μέρους του επενδυτή.
Πηγή: Alpha Trust ΑΕΠΕΥ



