Ενας από τους ελάχιστους έλληνες
μουσικούς που κατόρθωσαν να κάνουν διεθνή καριέρα διαρκείας, γνωρίζοντας μάλιστα την αποδοχή στο εξωτερικό πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στην πατρίδα του. Γνωστός πλέον ως Vangelis, με 30 δίσκους στο ενεργητικό του, πολλά σάουντρακ, τελετές έναρξης σπουδαίων γεγονότων, ένα Οσκαρ και συνεργασίες με την Ειρήνη Παπά, τον Γιάννη Τσαρούχη, τον Jan Anderson (Yes) και πολλούς άλλους καλλιτέχνες, έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους πρωτεργάτες του ηλεκτρονικού ήχου που προσδιορίστηκε από τους χαρακτηρισμούς new age, space, progressive ή ambient.


Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου γεννήθηκε στον Βόλο στις 29 Μαρτίου 1943 και άρχισε να παίζει πιάνο από την ηλικία των τεσσάρων ετών, ενώ έδωσε την πρώτη του συναυλία στα έξι. Η πρώτη συστηματική εμπλοκή του με τη μουσική ήταν η συμμετοχή του, στην εφηβεία ακόμη, στους Forminx, ένα από τα πιο πετυχημένα ελληνικά συγκροτήματα της δεκαετίας του 1960, ενώ θα γνωρίσει την καταξίωση με τους Aphrodite’s Child, ένα βραχύβιο συγκρότημα στο οποίο συμμετείχαν ακόμη ο Ντέμης Ρούσσος και ο Λουκάς Σιδεράς. Ξεκίνησαν το 1968 και θέλησαν να μετακομίσουν στην Αγγλία για να μπορέσουν να κάνουν αυτό που είχαν κατά νου, θα μπλοκαριστούν όμως στη Γαλλία και στα γεγονότα του Μάη και θα ηχογραφήσουν σινγκλ και δίσκους που θα γνωρίσουν μεγάλη επιτυχία σε όλη την Ευρώπη, με αποκορύφωμα το άλμπουμ «666» που κυκλοφόρησε το 1972, βασισμένο στην Αποκάλυψη του Ιωάννη. Θεωρείται ένα από τα πιο προοδευτικά άλμπουμ της εποχής εκείνης και κλασικό στο είδος του, βρίσκεται δε πάντοτε πολύ υψηλά στους σχετικούς καταλόγους των ειδικών, ακόμη και σήμερα. Οταν κυκλοφόρησε αυτός ο δίσκος, το συγκρότημα είχε ήδη διαλυθεί και τα μέλη του πήραν τον προσωπικό τους δρόμο, που έφερε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου να κινείται μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας και να ηχογραφεί δίσκους και σάουντρακ που τον έβαζαν δυναμικά στον χώρο της προοδευτικής ηλεκτρονικής μουσικής. Γεγονός που ισχυροποιήθηκε από τη συνεργασία του με τον τραγουδιστή των Yes, ενός συγκροτήματος που έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως τότε στον χώρο του «προοδευτικού ροκ».


Το Οσκαρ που θα κερδίσει το 1982 για το σάουντρακ της ταινίας «Οι δρόμοι της φωτιάς» («Chariots of fire») θα του χαρίσει παγκόσμια αναγνώριση, ενώ θα συνδέσει το όνομά του και τη μουσική του με μία από τις πιο κλασικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας, το περίφημο «Blade Runner».


Οι ηχογραφήσεις του της δεκαετίας του 1990 θα αποκτήσουν κυρίως ελληνική θεματολογία («El Greco», «Μυθωδία»), αφού άλλωστε έχει επιστρέψει και ζει εδώ κυρίως, παραμένοντας όμως ένας διεθνής καλλιτέχνης, όπως έδειξε και η πρόσφατη συμμετοχή του στη μουσική πλευρά του Παγκόσμιου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου που έγινε στην Ιαπωνία και στην Κορέα, ενώ η μουσική του χρησιμοποιείται σε ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, διαφημίσεις και ντοκυμαντέρ σε όλον τον κόσμο.