ΠΑΡΙΣΙ Σε όλη του τη ζωή ο κόμης Αλφρέντ ντε Βινιύ (1797-1863), ο ποιητής με τα «φλογερά μάτια», υπερασπίστηκε με θέρμη και πάθος στα γραπτά του τις καλές τέχνες. Ετσι σήμερα, στο Μουσείο Ρομαντικής Ζωής της γαλλικής πρωτεύουσας, ως την 1η Μαρτίου, οι γλύπτες και οι ζωγράφοι που τόσο πολύ αγαπούσε ο λογοτέχνης του ανταποδίδουν την τιμή με την έκθεση Ο Αλφρέντ ντε Βινιύ και οι τέχνες. Με 150 έργα που προέρχονται από τα μεγαλύτερα μουσεία όλου του κόσμου εικονογραφούνται τα διάφορα στάδια της ζωής του Βινιύ. Εκτός από τα πορτρέτα του σε διάφορες ηλικίες, στην έκθεση παρουσιάζονται και τα έργα που συνετέλεσαν στην καλλιτεχνική διαπαιδαγώγηση του νεαρού αριστοκράτη καθώς και οι πίνακες που δημιουργήθηκαν με πηγή έμπνευσης τα δικά του λογοτεχνικά έργα. Ετσι στην έκθεση αυτή έχουν συγκεντρωθεί μερικά από τα ωραιότερα έργα των κυριοτέρων εικαστικών εκπροσώπων του τέλους του 18ου αιώνα και κυρίως του 19ου και του ρομαντισμού, όπως ο Νταβίντ, ο Ντελακρουά, ο Ενγκρ, ο Φλάξμαν, ο Σασεριό, ο Ντομπινιύ κ.ά. Ενα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο της έκθεσης είναι ότι παρουσιάζει μερικά σχέδια του ιδίου του Ντε Βινιύ, αποκαλύπτοντας ένα ακόμη ταλέντο του. Μυθιστόρημα ποταμός σε χειμαρρώδη διασκευή
ΡΩΜΗ Δεν είναι η πρώτη φορά όπου Οι αδελφοί Καραμάζοφ «δραματοποιούνται». Διασκευές του διάσημου μυθιστορήματος του Ντοστογέφσκι έχουν κατά καιρούς παρουσιασθεί στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Ωστόσο ο μεγάλος ρώσος συγγραφέας δεν παραδεχόταν τις εκφραστικές δυνατότητες του θεάτρου, γι’ αυτό ούτε καταπιάστηκε ποτέ με τη συγγραφή θεατρικού έργου ούτε δέχθηκε τη θεατρική διασκευή των μυθιστορημάτων του. Οι αντιρρήσεις όμως του Ντοστογέφσκι δεν εισακούστηκαν μετά τον θάνατό του. Ετσι ο Λούκα Ρονκόνι ετοίμασε μια νέα θεατρική εκδοχή των Αδελφών Καραμάζοφ προσπαθώντας να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο πιστός στο ντοστογεφσκικό κείμενο. Ο σκηνοθέτης χώρισε το μυθιστόρημα σε τρία αυτοτελή μέρη διάρκειας περίπου τεσσάρων ωρών το καθένα. Τα δύο πρώτα, Οι λάγνοι και Ο μέγας ιεροεξεταστής, παίζονται ήδη στο θέατρο Αρτζεντίνα της Ρώμης, ενώ το τρίτο, Μια νομική πλάνη, θα ανεβεί την ερχόμενη σεζόν, οπότε και θα παιχθεί ολόκληρο το τρίπτυχο. Τα σχόλια του ιταλικού Τύπου ήταν εγκωμιαστικά, αν και κάπως αμήχανα, για αυτή τη χειμαρρώδη θεατρική διασκευή ενός μυθιστορήματος ποταμού όπου, όπως λέει ο Ρονκόνι στη Repubblica, «ξαναζούν στο θέατρο οι σελίδες του βιβλίου σε πραγματικό σχεδόν ρυθμό ανάγνωσης». Ο Ρονκόνι δεν μιλά για διασκευή αλλά για «θεατρική εκδοχή» των Αδελφών Καραμάζοφ όπου γίνεται προσπάθεια να διατηρηθεί η σύνθετη ανάπτυξη της πλοκής με την παράθεση ορισμένων βασικών κεφαλαίων του βιβλίου. Τον ρόλο που πατέρα Καραμάζοφ ερμηνεύει ο Κοράντο Πάνι, ο οποίος, πριν από περίπου τριάντα χρόνια, είχε υποδυθεί τον Ντιμίτρι Καραμάζοφ στην ιταλική τηλεοπτική διασκευή του μυθιστορήματος. Ο Ρονκόνι με το εγχείρημά του αυτό προσπαθεί να καταγάγει μία ακόμη περιφανή θεατρική νίκη, παρ’ όλο που υπάρχουν μερικές θρυλικές θεατρικές εκδοχές των Αδελφών Καραμάζοφ, όπως εκείνη του Βλαντίμιρ Ντάτσενκο με το Θέατρο της Μόσχας το 1910 ή του Ζακ Κοπώ το 1911 στο Θέατρο των Τεχνών του Παρισιού. «Συνήθως στις διάφορες διασκευές» λέει ο σκηνοθέτης «τονίζεται ο ψυχοπαθολογικός χαρακτήρας της ιστορίας. Εγώ αντίθετα προσπάθησα να βάλω σε πρώτο πλάνο τη μελοδραματικότητα του έργου με τους έρωτες, τις ζήλειες, τα μίση, όπως τα περιγράφει ο Ντοστογέφσκι». Οικογενειακή τραγωδία με ιστορικές προεκτάσεις
ΤΟΥΡΙΝΟ Με το θεατρικό έργο Ο θάνατος του Γκαλεάτσο Τσιάνο, μια οικογενειακή τραγωδία, που παίζεται ως τις 8 Φεβρουαρίου στο Teatro Stabile, ο συγγραφέας Εντσο Σιτσιλιάνο θυμίζει στους συμπατριώτες του γεγονότα που, αν είχαν εξελιχθεί διαφορετικά, ίσως να είχαν αλλάξει τον ρουν του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Γκαλεάτσο Τσιάνο, γαμβρός του Μουσολίνι, αφού διέγραψε μια λαμπρή τροχιά μέσα στο φασιστικό κόμμα (υπουργός Τύπου και Προπαγάνδας το 1934, υπουργός Εξωτερικών το 1939 και κύριος αρχιτέκτων της γερμανοϊταλικής συμμαχίας), άρχισε να αμφιβάλλει για τις καλές προθέσεις της Γερμανίας και να σκέπτεται ότι θα έπρεπε η Ιταλία να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τους Συμμάχους. Ετσι στις 25 Ιουλίου 1943, στο Μεγάλο Συμβούλιο, ο Τσιάνο ψήφισε υπέρ της αντικατάστασης του Μουσολίνι. Θιγμένος ο Μουσολίνι συνέλαβε τον γαμβρό του και μετά από μια θρυλική δίκη ο Τσιάνο κρίθηκε ένοχος εσχάτης προδοσίας και εκτελέστηκε στις 11 Ιανουαρίου 1944. Στο κείμενο του Σιτσιλιάνο αποφεύγονται οι εξωραϊσμοί και οι μυθιστορηματικές περιγραφές. Ο συγγραφέας στήριξε το έργο του σε πληροφορίες από επιστολές, ημερολόγια και ντοκουμέντα της εποχής. Ακόμη και η εκτέλεση του Τσιάνο παρουσιάζεται «αυτούσια» με την προβολή ντοκυμαντέρ. Η ιστορία ωστόσο προσφέρεται από μόνη της για το θέατρο: πόλεμος, εξουσία, έρωτες, δολοπλοκίες, πάθη, δάκρυα. Ο Τσιάνο κλεισμένος στο κελί του αναπολεί τις καλές ημέρες με την όμορφη και κομψή σύζυγό του Εντα και τα «φλας μπακ» είναι σχεδόν κινηματογραφικά με τη σκηνοθεσία του Μάρκο Τούλιο Τζιορντάνα και τη γρήγορη εναλλαγή των σκηνών χάρη στη δεξιοτεχνική σκηνογραφία του Καρμέλο Τζιαμέλο. Στο έργο δεν εκφέρεται καμία κρίση για τα γεγονότα. Ο συγγραφέας αφήνει τους θεατές να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα για την προσωπικότητα του Τσιάνο (Ματία Σμπράτζια), της Εντα (Κιάρα Καζέλι) και της μυστηριώδους Φελίσιτας Μπέετς (Μπάρμπαρα Μπομπουλόβα), της γερμανίδας κατασκόπου στην οποία το Γ’ Ράιχ είχε αναθέσει να κλέψει το περίφημο ημερολόγιο που κρατούσε ο Τσιάνο. Οσο για τον Μουσολίνι (Πιέτρο Μπιόντι), ο χαρακτήρας του είναι καταγεγραμμένος στην Ιστορία. Η παγκοσμιότητα και η διαχρονικότητα του Μπαχ
ΛΟΝΔΙΝΟ Ενώ ο Γιο Γιο Μα (φωτογραφία) συνεχίζει να μεσουρανεί στο μουσικό στερέωμα ηχογραφώντας δίσκους και κάνοντας εμφανίσεις από τη μία άκρη του πλανήτη ως την άλλη, το BBC2 αρχίζει από τις 7 Φεβρουαρίου τη μετάδοση έξι ταινιών με τον γενικό τίτλο Ο Γιο Γιο Μα εμπνέεται από τον Μπαχ. Πρόκειται για έργα που βασίζονται στις Εξι Σουίτες για Σόλο Βιολοντσέλο του Μπαχ και σε μια ιδέα του 42χρονου κινεζικής καταγωγής βιολοντσελίστα. Η διάρκεια της κάθε σουίτας είναι περίπου είκοσι λεπτά αλλά, κινηματογραφική αδεία, ο χρόνος της κάθε ταινίας εγγίζει τα πενήντα λεπτά της ώρας. Πρωταγωνιστής και ερμηνευτής της μουσικής του Μπαχ είναι πάντα ο Γιο Γιο Μα αλλά μαζί του έχουν συνεργασθεί διάφοροι σκηνοθέτες και πολλοί καλλιτέχνες. Τα θέματα έχουν επιλεγεί με στόχο να καταδειχθούν η παγκοσμιότητα και η διαχρονικότητα της μουσικής του Μπαχ. Η Σουίτα αρ. 3, λόγου χάριν, «εικονογραφείται» με μια χορογραφία του Μαρκ Μόρις, ενώ στη Σουίτα αρ. 5 ο Γιο Γιο Μα ενσωματώνει τη μουσική του Μπαχ στο ιαπωνικό Καμπούκι και συνεργάζεται με τον έξοχο Ταμαζαμπούρο Μπάντο, ο οποίος, μολονότι η πολιομυελίτιδα του άφησε το ένα πόδι κοντύτερο από το άλλο, εκτελεί με χάρη τις γεμάτες ποίηση κινήσεις του. Η καλύτερη ίσως ταινία της σειράς, όπως επισημαίνουν οι Financial Times, είναι του Φρανσουά Ζιράρ, του σκηνοθέτη του έργου 32 σύντομες ταινίες για τον Γκλεν Γκουλντ (Ars… brevis, 5.6.1994). Ο Ζιράρ, με τον τίτλο Ο ήχος των φυλακών, τοποθετεί τον βιολοντσελίστα μέσα σε ένα χώρο εικονικής πραγματικότητας. Με τη βοήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών τα περίφημα χαρακτικά Φανταστικές Φυλακές του Τζιοβάνι Μπατίστα Πιρανέζι (1720-1778) έγιναν τρισδιάστατα σκηνικά και, μέσα στην καταθλιπτική απεραντοσύνη των σκοτεινών φυλακών, η μορφή του Γιο Γιο Μα μοιάζει με μυρμήγκι αλλά η μουσική αντηχεί με τρόπο μεγαλειώδη.



