Η τεχνολογική βιομηχανία των Ηνωμένων Πολιτειών αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της παγκόσμιας καινοτομίας και οικονομικής ανάπτυξης. Από τις startups της Σίλικον Βάλεϊ μέχρι τους πολυεθνικούς κολοσσούς που ελέγχουν το ψηφιακό τοπίο, ο συγκεκριμένος επιχειρηματικός κλάδος έχει αναδείξει προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν μεταμορφώσει την καθημερινή ζωή δισεκατομμυρίων ανθρώπων.

Ωστόσο, πίσω από τα εντυπωσιακά νούμερα και επιτεύγματα κρύβεται ένα πολυπαραγοντικό περιβάλλον που μοιάζει όλο και περισσότερο με κινούμενη άμμο: πολιτικές παρεμβάσεις, νομικές μάχες, κοινωνικές αντιπαραθέσεις, νέες ανακαλύψεις και αδυσώπητος ανταγωνισμός αλλάζουν διαρκώς και με απρόβλεπτο τρόπο τον συσχετισμό δυνάμεων.

Η πρόσφατη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει, για παράδειγμα, ταράξει (επιεικώς) τα δεδομένα, καθώς οι αποφάσεις της κεντρικής κυβέρνησης απέκτησαν και πάλι κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση των συνθηκών κάτω από τις οποίες καλούνται να λειτουργήσουν (και) οι αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας.

Η επιβολή υψηλών δασμών στα προϊόντα που εισάγονται από την Κίνα και άλλες χώρες, στο πλαίσιο της «σκληρής γραμμής» εμπορικής στρατηγικής, έχει δημιουργήσει γενικευμένη ανησυχία. Το άμεσο κόστος για τους κατασκευαστές ημιαγωγών και ηλεκτρονικών εξαρτημάτων αυξήθηκε κατά 20%-25% μέσα σε μόλις έξι μήνες, όπως αναφέρουν οι εφοδιαστικές εταιρείες. Αυτό οδήγησε ορισμένους κατασκευαστές να επαναμεταφέρουν γραμμές παραγωγής στο Μεξικό, στο Βιετνάμ και στην Ινδία, προκειμένου να αποφύγουν τους δασμούς, παρά το αυξημένο κόστος μεταφοράς και την πολύπλοκη διαχείριση πολυεθνικών αλυσίδων εφοδιασμού.

Δεύτερον, η πίεση για ανεύρεση νέων προμηθευτών μείωσε τα περιθώρια κέρδους των αμερικανικών κολοσσών. Πολυεθνικές όπως η Apple και η Cisco αναγκάστηκαν να μετακυλήσουν μέρος του αυξημένου κόστους στους τελικούς καταναλωτές, αυξάνοντας τις τιμές λιανικής σε προϊόντα όπως τα MacBooks και οι routers. Παράλληλα επιβαρύνθηκαν αισθητά οι τομείς της έρευνας και της ανάπτυξης.

Μια γυναίκα περνά δίπλα από το λογότυπο της Apple μέσα σε ένα κατάστημα της Apple στο Παρίσι, Γαλλία (23 Απριλίου 2025) REUTERS/Abdul Saboor

Το φαινόμενο AOC

Καθώς η προεδρία Τραμπ χαρακτηρίζεται από κυκλοθυμία και έντονα φραστικά ξεσπάσματα, η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ (γνωστή αλλιώς και ως AOC) αναδεικνύεται σε μια φωνή προοδευτικής σταθερότητας. Τους τελευταίους έξι μήνες, ανεξάρτητες δημοσκοπήσεις καταγράφουν αύξηση της θετικής αξιολόγησής της στο 54% (+8 μονάδες σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2024).

Μεταξύ των ψηφοφόρων των Δημοκρατικών, το 63% τη θεωρεί κύρια εκπρόσωπο της «νέας γενιάς ηγετών» που μπορούν να αντισταθμίσουν τις ακραίες πολιτικές αποφάσεις της τωρινής κυβέρνησης. Σε αντίθεση με τους ακατανόητους μερικές φορές τακτικισμούς του POTUS – όπως η αιφνίδια αποχώρηση από εμπορικές συμφωνίες ή η στοχοποίηση προσώπων και θεσμών – η 35χρονη πολιτικός παρουσιάζει μακροπρόθεσμα σχέδια για την κλιματική δικαιοσύνη (επενδύσεις σε «πράσινες» υποδομές και φορολογικά κίνητρα για καθαρές τεχνολογίες), την κοινωνική πρόνοια και το ρυθμιστικό πλαίσιο της τεχνολογικής ανάπτυξης (νομοθετικές πρωτοβουλίες για αυστηρότερους κανόνες ασφάλειας δεδομένων και προστασίας του προσωπικού απορρήτου).

Το δραστήριο μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών για την 14η Περιφέρεια της Νέας Υόρκης (όπου ανήκει και η Αστόρια) αξιοποιεί καθημερινά πλατφόρμες και εργαλεία όπως το TikTok και το Instagram Live για να απαντά σε ερωτήματα πολιτών, να εξηγεί σύνθετα θέματα και να καταγγέλλει πρακτικές της κυβέρνησης Τραμπ – ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την ταυτότητά της ως ιδανικού αντίπαλου δέους.

Αξίζει να σημειωθεί πως η αυξημένη δημοτικότητά της έχει και οικονομικό αντίκτυπο, καθώς έγινε πριν από λίγες ημέρες γνωστό ότι συγκέντρωσε 9,6 εκατομμύρια δολάρια από δωρεές τους πρώτους τρεις μήνες του έτους– ποσό υπερδιπλάσιο του δεύτερου καλύτερου αντίστοιχου τριμήνου της –, πρόκειται δηλαδή για μια τεράστια διαφορά.

Επίσης η νεαρή γυναίκα έχει καθιερωθεί ως ένα από τα πλέον επιδραστικά πρόσωπα στις αποκεντρωμένες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, με περισσότερους από 2 εκατ. ακολούθους στο Bluesky (πρόκειται για το «most followed person» εκεί), εξ ου και πολλοί Δημοκρατικοί θεωρούν ότι θα άξιζε να στοχεύσει σε μερικά χρόνια στη διεκδίκηση της προεδρίας. Στην περιοδεία που έκανε τις τελευταίες εβδομάδες παρέα με τον Μπέρνι Σάντερς με τίτλο «Fighting Oligarchy» συγκεντρώνονταν πλήθη δεκάδων χιλιάδων πολιτών ακόμη και σε Πολιτείες που θεωρούνται άντρα των Ρεπουμπλικανών.

Η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ με τον Μπέρνι Σάντερς στην περιοδεία «Fighting Oligarchy» στην Καλιφόρνια (15 Απριλίου 2025). Φωτ: Reuters

Η Οκάσιο-Κορτέζ κρούει συχνά τον κώδωνα του κινδύνου όσον αφορά την παντοδυναμία των τεχνολογικών εταιρειών και η ανταπόκριση που βρίσκει δείχνει πως υπάρχει μια τέτοια τάση. Δεν είναι τυχαίο το ότι η Meta Platforms, μία από τις πλέον επιδραστικές επιχειρήσεις στον κόσμο, έχει γίνει στόχος τόσο της αμερικανικής κυβέρνησης όσο και διεθνών Aρχών, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας ρύθμισης και περιορισμού των μεγάλων τεχνολογικών μονοπωλίων. Προ ημερών ξεκίνησε η δίκη κατά της Meta, με την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) να υποστηρίζει ότι οι εξαγορές του Instagram (το 2012) και του WhatsApp (το 2014) δημιούργησαν μονοπώλιο.

Σε περίπτωση που η Meta κριθεί ένοχη, κινδυνεύει με διάσπαση των εν λόγω μονάδων σε ξεχωριστές εταιρείες. Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ αμφισβητεί μέσω εφέσεων τις διαδικασίες, επιδιώκοντας την καθυστέρηση της δίκης, επιδιώκει συνεργασίες με Πολιτείες που ευνοούν την τεχνολογία (π.χ. Τέξας, Φλόριντα) για να δημιουργήσει «φιλικούς κόμβους» επιχειρηματικότητας και ανακοίνωσε τη δημοσιοποίηση όλων των αιτημάτων διακοπής περιεχομένου, προκειμένου να απαντήσει στην κριτική περί αδιαφάνειας και καταστολής της ελευθερίας της έκφρασης.


Ο διευθύνων σύμβουλος της Meta, Μαρκ Ζάκερμπεργκ.

Girl Power και οι… συνήθεις ύποπτοι

Η AOC δεν είναι ωστόσο η μόνη νέα γυναίκα που έχει αναδειχθεί τελευταία. Η 34χρονη Τζέι Γκρέιμπερ, μηχανικός λογισμικού και CEO της πλατφόρμας Bluesky, ηγείται της προσπάθειας για αποκέντρωση των κοινωνικών δικτύων. Το Bluesky λειτουργεί με ανοικτά πρότυπα πρωτοκόλλων, επιτρέποντας στους χρήστες να ελέγχουν πλήρως τα δεδομένα τους. Η πλατφόρμα ξεπέρασε πριν από λίγο καιρό τους 32 εκατομμύρια χρήστες.

Σε πρόσφατη ανακοίνωσή της, η εταιρεία γνωστοποίησε πως ξεκινά την επίσημη εφαρμογή ενός συστήματος επαλήθευσης τύπου «μπλε τικ» για λογαριασμούς που θεωρούνται «γνήσιοι και αξιοσημείωτοι». Παράλληλα, θα δώσει τη δυνατότητα σε ορισμένους αξιόπιστους οργανισμούς να επαληθεύουν χρήστες μέσω μιας νέας λειτουργίας «trusted verifiers».

Ως ιδρύτρια και CEO της πλατφόρμας online dating Bumble, η Γουίτνεϊ Γουλφ Χερντ έγινε η νεότερη γυναίκα αυτοδημιούργητη δισεκατομμυριούχος στον χώρο της τεχνολογίας το 2021. Πρόσφατα η Bumble Inc. ανακοίνωσε λανσάρισμα AI chatbot που βοηθά γυναίκες να διαχειρίζονται διαδικτυακές παρενοχλήσεις.

Η 35χρονη entrepreneur δεν σταματά να καινοτομεί: εκτός από την ενσωμάτωση «AImatchmaking» στη δημοφιλή εφαρμογή ερωτικών γνωριμιών, ανακοίνωσε πρόσφατα την επέκταση σε «Bumble Bizz» (επαγγελματικό δίκτυο) και «Bumble BFF» (φιλικές συνδέσεις), με ειδικά χαρακτηριστικά ασφαλείας για την προστασία των γυναικών online.

Η Κιάρα Νίργκιν, απόφοιτη του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και υπότροφος του ιδρύματος του δισεκατομμυριούχου Πίτερ Τιλ (όπως λέμε Palantir Technologies), η οποία ως έφηβη κέρδισε το 2016 το Google Science Fair Grand Prize για μοντέλα αντιμετώπισης των συνεπειών της ξηρασίας στις γεωργικές καλλιέργειες, συνίδρυσε την Chima – μια startup εταιρεία που κατασκευάζει συστήματα τεχνητής νοημοσύνης για επιχειρηματικές λειτουργίες, σχεδιασμένα να διαχειρίζονται καθημερινά σενάρια όπως η αυτοματοποίηση επαναλαμβανόμενων εργασιών. Αγαπημένο παιδί πλήθους διεθνών οργανισμών, εκπροσωπεί μεταξύ άλλων το πρόγραμμα «Women and Girls in STEM» του ΟΗΕ.

Υπάρχουν βεβαίως και οι συνήθεις ύποπτοι, όπως ο γνωστός και μη εξαιρετέος Σαμ Αλτμαν. Ο CEO της OpenAI αποκάλυψε προ ημερών ότι η εταιρεία συγκεντρώνει feedback για ένα ChatGPTμέσο κοινωνικής δικτύωσης με έμφαση στη δημιουργία εικόνας – κάτι που θα τον φέρει πιθανότατα σε κόντρα με το X και τη Meta. Παράλληλα, πρωτοστατεί στο εμβληματικό πρόγραμμα «Stargate», ύψους 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για την εγκαθίδρυση των ΗΠΑ σε αδιαμφισβήτητο παγκόσμιο ηγέτη στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης και τη δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας. Παράλληλα, ανακοίνωσε την πρόθεση δημιουργίας 16 εκτεταμένων data centers σε ισάριθμες Πολιτείες των ΗΠΑ καθώς και την έναρξη μιας startup με AI εργαλεία ανίχνευσης και αντιμετώπισης κυβερνοεπιθέσεων.

O CEO της OpenAI, Σαμ Αλτμαν. REUTERS/Denis Balibouse

Σε αυτό το εκρηκτικό μείγμα ρυθμιστικών προκλήσεων, νομικών μαχών, παλαιών έμπειρων παικτών και αναδυόμενων δυναμικών ηγετών, η τεχνολογία και η εξέλιξη της Tεχνητής Nοημοσύνης αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει στασιμότητα. Κάθε δικαστική απόφαση, κάθε καινοτόμο project, κάθε teaser για ένα νέο κοινωνικό δίκτυο επαναπροσδιορίζει τον χάρτη της καινοτομίας, μετακινώντας τα πιόνια στη διεθνή σκακιέρα. Και καθώς οι πολιτικές αποφάσεις σμιλεύουν το επιχειρηματικό περιβάλλον, οι φρέσκιες φωνές φέρνουν νέα πνοή, κάνοντας το μέλλον πιο συναρπαστικό και πιο απρόβλεπτο από ποτέ.