Στις 5 Νοεμβρίου 2008 δύο ελικόπτερα της Αεροπορίας Στρατού πραγματοποιούν προγραμματισμένη πτήση στο πλαίσιο επιχειρησιακής νυκτερινής άσκησης για την αξιολόγηση μονάδας αντιαεροπορικής προστασίας. Στις 20.14 χάνεται το σήμα του ενός ελικοπτέρου τύπου Apache. Οι φόβοι που όσοι παρακολουθούν την πορεία των ασκήσεων από το κέντρο επιχειρήσεων ξορκίζουν σε ανάλογες περιπτώσεις γρήγορα επιβεβαιώθηκαν. Το ελικόπτερο συνετρίβη νότια της Κύμης, οι δύο χειριστές του ανασύρθηκαν ύστερα από ώρες νεκροί από τα συντρίμμια. Ηταν ο 36χρονος ταγματάρχης Δημήτριος Σκούρας, πιλότος-εκπαιδευτής, πατέρας δύο παιδιών από τη Γραμμενίτσα Αρτας, και ο 33χρονος συγκυβερνήτης του, λοχαγός Αθανάσιος Κακαμπάκος, πατέρας ενός παιδιού από τη Λάρισα. Οι Ενοπλες Δυνάμεις θρηνούσαν ξανά, κηρύχθηκε διήμερο στρατιωτικό πένθος, ενώ μία εβδομάδα αργότερα η πλατεία στον αύλειο χώρο της 1ης Στρατιάς στη Λάρισα ονομάστηκε «Πλατεία λοχαγού (ΑΣ) Αθανασίου Κακαμπάκου».
Η Ναταλία, η μοναχοκόρη του νεαρού λοχαγού, μόλις τεσσάρων ετών τότε, αδυνατούσε με το παιδικό μυαλό της να συλλάβει «τη θυσία» του πατέρα της για την οποία όλοι μιλούσαν, αλλά και τι σημαίνει «υιοθεσία από τη Βουλή». Σήμερα, 19 ετών και φοιτήτρια της Νομικής Αθηνών, μοιράζεται με ειλικρίνεια το επίμονο και βασανιστικό ερώτημα που την καταδιώκει: «Πώς μπορεί να σου λείπει κάποιος που δεν γνώρισες ποτέ;».
«Ημουν τεσσάρων όταν έχασα τον πατέρα μου. Αυτά που θυμάμαι δεν ξέρω αν είναι μνήμες ή ιστορίες που έχω ακούσει. Είναι ελάχιστα. Η μητέρα μου προσπαθούσε να με προστατεύσει από την έκθεση σε εικόνες και πληροφορίες, σε σημείο που μέχρι πρόσφατα δεν είχα γνώση. Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μην υπάρχει στο σπίτι αυτό το βαρύ κλίμα της απώλειας. Δεν είχα γνώση των γεγονότων, ούτε είχα προσεγγίσει ποτέ το θέμα. Ηταν κάπως απαγορευτικό στο μυαλό μου. Μεγαλώνοντας, έχω ξεκινήσει να το ψάχνω και να αναρωτιέμαι, αναζητώντας πληροφορίες στο Διαδίκτυο και σε αποκόμματα εφημερίδων» σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα».
Στην ερώτηση τι είναι αυτό που θυμάται από τον πατέρα της, η απάντησή της αφοπλίζει. «Οταν δεν έχεις μνήμες, είναι και πιο εύκολο να το διαχειριστείς. Εγώ δεν έχω σχεδόν καμία μνήμη. Δεν θυμάμαι να περνάω χρόνο με τον πατέρα μου, δεν θυμάμαι σχεδόν τίποτα. Πολλές φορές σκέφτομαι ότι θα ήθελα να έχω τον πατέρα μου δίπλα μου, αλλά όταν δεν έχεις κάτι ποτέ, δεν σου λείπει και ποτέ» παραδέχεται και εξηγεί πως ακριβώς λόγω του δυσαναπλήρωτου κενού η σταδιοδρομία στις Ενοπλες Δυνάμεις δεν ήταν ποτέ μια πιθανότητα για την ίδια: «Δεν θα επέλεγα ποτέ να ασχοληθώ με τον Στρατό και αυτό οφείλεται εξ ολοκλήρου στην απώλεια του πατέρα μου. Εχω σκεφτεί ότι δεν θα ήθελα καν να έχω κάποια προσωπική σχέση με άτομα του χώρου γιατί έχω στο μυαλό μου όσα συνέβησαν – την πιθανότητα να τους χάσω για πάντα…».
Αναφερόμενη στο επίδομα που συνεπάγεται η «υιοθεσία» από τη Βουλή, το χαρακτηρίζει εξαιρετικά βοηθητικό, γνώμη που, όπως λέει, συμμερίζεται και η μητέρα της. «Είναι σημαντικό ειδικά για ένα παιδί στην εφηβεία με φροντιστήρια, δραστηριότητες και εξόδους. Σήμερα που είμαι φοιτήτρια με βοηθά και στα δικά μου προσωπικά έξοδα, είναι σαν να έχω έναν δικό μου μισθό».
Ομως, η απουσία του πατέρα της και η διαχείρισή της παραμένει μια ανοιχτή εκκρεμότητα σε αναμονή. «Δεν έχω πάει σε κάποια τελετή μνήμης, δεν έχω επισκεφθεί ποτέ τον τάφο του και αυτό είναι κάτι που με «τρώει». Σκεφτόμουν πρόσφατα ότι θα ήθελα πολύ να πάω να τον επισκεφθώ. Με αυτή την επίσκεψη ίσως να μην κλείσει ένας κύκλος μέσα μου αλλά να ανοίξει ένας νέος. Στην εφηβεία μάλλον έθαβα αυτή την ανάγκη μου. Ισως αυτό να αποτελέσει το έναυσμα για να κάνω ερωτήσεις, να αρχίσω να ψάχνω περισσότερο. Οχι μόνο για το δυστύχημα αλλά και για τον ίδιο» καταλήγει.