Οπως και να έχει πάντως γίνεται φανερό ότι η ένταση περισσεύει στην πολιτική σκηνή, την ώρα που η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη, νωρίς-νωρίς, και με την κλιματική κρίση και τις πολλές συνέπειές της, τόσο στα δημόσια οικονομικά όσο και στον τουρισμό, που δεν έχουν ακόμη συνέλθει από τα βάρη της τρέχουσας υγειονομικής και της προηγηθείσης μακράς οικονομικής κρίσης.
Αισιοδοξία για την πορεία της οικονομίας
Πριν από την εκδήλωση των πυρκαγιών το οικονομικό κλίμα φάνταζε σπουδαίο, ο τουρισμός εκινείτο με δυναμισμό παρά τον κορωνοϊό και όλοι οι αναλυτές προσέβλεπαν στην περαιτέρω ενίσχυσή του τον Αύγουστο και στην παράταση της τουριστικής περιόδου πέραν του Σεπτεμβρίου. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι οι οικονομικοί αναλυτές των τραπεζών ανέμεναν εντυπωσιακή ανάκαμψη του τουρισμού, ικανή να προσθέσει ακόμη και δύο μονάδες στην αύξηση του ΑΕΠ.
Δεν δίσταζαν μάλιστα να προβλέπουν ότι με δεδομένα τα επίπεδα της αυξημένης κατανάλωσης και της τουριστικής κίνησης η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να επιτύχει το 2021 ρυθμούς ανάπτυξης μεταξύ 5,5% και 6%. Ενθαρρύνονταν δε και από τις πρώτες εκτιμήσεις για την εξέλιξη των μεγεθών στη διάρκεια του δευτέρου και τρίτου τριμήνου του τρέχοντος έτους. Κατά μία εκδοχή στο δεύτερο τρίμηνο του 2021 η ανάπτυξη έτρεχε με διψήφιο ποσοστό. Πρώιμες προβλέψεις δε, ήθελαν να εκδηλώνεται και στο τρίτο τρίμηνο δυναμική ανάκαμψη, πολύ υψηλότερη του αντίστοιχου περσινού. Υπολόγιζαν μάλιστα ότι θα ήταν τέτοια η δυναμική που θα μπορούσε να απορροφήσει ακόμη και δυσμενείς εξελίξεις εξαιτίας ενδεχόμενης επιδείνωσης της υγειονομικής κρίσης στο τέταρτο τρίμηνο του έτους. Συνδυαζόμενες μάλιστα οι προγνώσεις, βεβαίωναν ότι η τρέχουσα χρονιά θα μπορούσε να δημιουργήσει μια πολύ ισχυρή βάση ανάκαμψης και εκκίνησης από πιο στέρεες βάσεις για το 2022. Και όλα αυτά χωρίς να υπολογίζεται η θετική επίδραση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης που άρχισαν να εισρέουν και είναι ικανοί να προσθέσουν δυναμική στην οικονομία.
Η οικονομική επίπτωση των πυρκαγιών
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια τις επιπτώσεις των πυρκαγιών στην πολιτική και στην οικονομία. Ορισμένοι θέλουν να τις προσπερνούν με τη συνήθη αποστροφή στα κακά μαντάτα. Ομως κατά πάσα βεβαιότητα θα επαυξήσουν το δημοσιονομικό κόστος, το γενικότερο οικονομικό κλίμα θα επηρεάσουν, την κοινωνική ένταση θα πολλαπλασιάσουν και την κυβέρνηση θα πιέσουν πολλαπλώς. Στοιχεία που θα απαιτήσουν αναπροσαρμογές, αλλαγή προτεραιοτήτων και στόχων βεβαίως.
Ο έλεγχος τόσο του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής όσο και ο περιορισμός των φυσικών καταστροφών που θα το συνοδεύουν είναι ένα πολυσύνθετο και περίπλοκο θέμα. Για την άμβλυνση των συνεπειών του θα χρειαστούν δομικές αλλαγές σε όλους τους τομείς της πολιτικής.
Η αναπτυξιακή πολιτική οφείλει να λάβει υπ’ όψιν τον νέο αυτόν παράγοντα, η χωροταξική και οικιστική να αυστηροποιηθούν, η φορολογική πολιτική να αναπροσαρμοστεί, οι υποδομές θα χρειαστούν ανακατεύθυνση και βεβαίως η πολιτική προστασία είναι απαραίτητο να αναδιαταχθεί, να διευρυνθεί και μαζί να ενισχυθεί. Η δοκιμασία θα είναι διαρκής και η προσπάθεια μακρά.
Κατόπιν τούτων η πρόκληση για την ελληνική πολιτική είναι μεγάλη, αντίστοιχη της σχεδόν υπαρξιακής κρίσης που δημιουργεί το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν επιτέλους να σκύψουν με μεγάλη προσοχή στο μείζον πρόβλημα της νέας εποχής, χωρίς τις άγονες εντάσεις του παρελθόντος και τις αλληλοκατηγορίες της συμφοράς.