Υπάρχει μια χώρα φτιαγμένη από αλμύρα και χώμα, από αρχαίες τραγωδίες και αιματοβαμμένους εμφυλίους, από βουνά μπετόν που τα στολίζουν γλάστρες βασιλικού, πλάι σε τασάκια που διαφημίζουν βουλκανιζατέρ. Στη χώρα αυτή, που λατρεύει να γιορτάζει κι ας ματώνει και που κάθε τόσο χτίζει και γκρεμίζει τον εαυτό της, σπρώχνοντας καρτερικά, σαν τον Σίσυφο, τον βράχο στην κορυφή μόνο και μόνο για να τον δει να κυλά ξανά στον κατήφορο, η αλήθεια ήταν πάντοτε μια περίπλοκη υπόθεση.

Στον αρχαίο κόσμο, ανάμεσα στους κεραυνούς του Δία και τις κρίσεις της Ήρας, στα ψυχολογικά του Άρη και τις στρατηγικές της Αθηνάς, υπήρχε εκείνη η εξόχως ανεπιθύμητη θεότητα, τραχιά και ενοχλητική, που δεν έπαιζε με το υπόλοιπο δωδεκάθεο στο ιερό βουνό. Δεν ήταν ευπρόσδεκτη στα συμπόσια, διέκοπτε τους μονολόγους, έκανε άβολες τις συζητήσεις. Ούτε οι θνητοί τις έκαναν δεήσεις. Ουδέποτε της έστησαν ναούς, της σκάλισαν αγάλματα, κανένας ιερέας δεν λιβάνισε στο όνομά της. Η Αλήθεια ήταν πάντοτε μόνη. Ανεπιθύμητη από θεούς και ανθρώπους.

Κάθε φορά που ο Απόλλωνας καυχιόταν στον καθρέφτη του πως «Είμαι ο πιο όμορφος όλων», εκείνη πεταγόταν από τη γωνία της και απαντούσε ξερά: «Ο Νάρκισσος είναι καλύτερος». Κάθε φορά που ο Άρης ωρυόταν πως είναι ο αήττητος πολεμιστής, η Αλήθεια έσκυβε και του ψιθύριζε: «Μάλλον ξεχνάς πόσες φορές σε έχει διαλύσει η Αθηνά στη μάχη». Ούτε ο πατέρας των θεών, ο Δίας, την ήθελε στα πόδια του – ήταν μεν μια από τις κόρες του, αλλά ήταν και σκέτος μπελάς. Χωνόταν εκεί που δεν έπρεπε, ενοχλούσε, χαλούσε τα θεϊκά πάρτι. Δεν είχε καν Instagram με εκατομμύρια followers και ατέλειωτα reels από βωμούς ανά τον κόσμο.

Δίκη και Αλήθεια: Μια δυσλειτουργική αδελφική σχέση

Η μόνη θεότητα που σχετιζόταν μαζί της, ήταν η αδερφή της, η Δίκη, κόρη του Δία κι αυτή και της Τιτανίδας Θέμιδας. Θεωρούταν η προσωποποίηση της δικαιοσύνης στον αρχαίο κόσμο και όπως η μητέρα της, η Θέμιδα επέβλεπε την θεϊκή τάξη στον Όλυμπο, η Δίκη ήταν υπεύθυνη για την ηθική τάξη μεταξύ, θεών, ανθρώπων και νεκρών. Σαν αδελφές αγαπιόντουσαν, όμως δεν άντεχαν η μία την άλλη.

«Για τους αρχαίους Έλληνες η αλήθεια δεν ήταν μια στατική, μουντή, αυστηρά αριθμημένη έννοια».

Η Δίκη ήξερε να προσαρμόζεται, η Αλήθεια όχι. Η Δίκη ακολουθούσε τους θεσμούς, τους νόμους και τις κοινωνικές συμβάσεις, η Αλήθεια δεν ανεχόταν καμία τέτοια διαπραγμάτευση -όποτε η μία μιλούσε για δικαιοσύνη, η άλλη αναφερόταν ψυχρά στην πραγματικότητα.

Η αλήθεια, οι φιλόσοφοι και το αιώνιο παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι

Για τους αρχαίους Έλληνες η αλήθεια δεν ήταν μια στατική, μουντή, αυστηρά αριθμημένη έννοια -o Ηράκλειτος πίστευε πως η αλήθεια κυλάει, αλλάζει συνεχώς. Είναι ρευστή, παραμορφωτική, φευγαλέα. Ο Πλάτωνας τη φανταζόταν σαν ένα ψευτοφωτισμένο σπήλαιο, όπου οι αλυσοδεμένοι άνθρωποι κοιτούν τις σκιές και νομίζουν πως βλέπουν την πραγματικότητα. Κι αν κάποιος  τολμήσει να βγει στον έξω κόσμο για να αντικρίσει τον ήλιο, οι υπόλοιποι δεν τον δοξάζουν, ούτε του κάνουν like – τον λιθοβολούν. Γιατί η αλήθεια εκτός από ρευστή, είναι συχνά και επώδυνη, σαν ένα ξαφνικό χαστούκι.

Ο Αριστοτέλης, πιο λογικός και πρακτικός, έλεγε πως αλήθεια είναι αυτό που μπορούμε να αποδείξουμε -το πρόβλημα είναι πως οι άνθρωποι δεν είναι φτιαγμένοι για να την αντέχουν. Την προτιμούν φιλτραρισμένη, σερβιρισμένη με τρόπο που να μη χαλάει την όρεξη. Γι’ αυτό οι σοφιστές γέμιζαν τις αγορές και οι πολιτικοί έλεγαν πάντα «αλήθειες» που άρεσαν, ίσως γιατί δεν ήταν αλήθειες.

«Στα χρόνια των σοφιστών, η αλήθεια έγινε ένα εργαλείο πειθούς, παιχνιδάκι στα χέρια εκείνων που μπορούσαν να τη διαστρεβλώσουν προς όφελός τους».

Ο Διογένης, αυτός ο σκοτεινός προφήτης του κυνισμού, τρώγοντας κρεμμύδια και χασκογελώντας με τους άλλους φιλοσόφους που αναζητούσαν τα μεγάλα θέματα της ζωής ανησυχώντας παράλληλα για τη φήμη τους, είχε μια πιο αιρετική άποψη -περιέγραφε την αλήθεια ως αδυσώπητα απλή, ωμή και ξεδιάντροπη, ένα αδέσποτο σκυλί που γαβγίζει μπροστά στην υποκρισία. Αλλά, εντάξει, πόσο εύκολο είναι να εξηγήσεις τις απόψεις ενός ανθρώπου, ο οποίος αν ζούσε σήμερα θα αναζητούσε περαστικούς στο Σύνταγμα, με αναμμένο τον φακό του κινητού του, ρωτώντας τους πού να βρει «έναν καλό άνθρωπο που δεν μετράει την αξία του σε likes και λεφτά»;

Στα χρόνια των σοφιστών, η αλήθεια έγινε ένα εργαλείο πειθούς, παιχνιδάκι στα χέρια εκείνων που μπορούσαν να τη διαστρεβλώσουν προς όφελός τους. Στα χείλη τους ακόμα και ο πιο άδικος λόγος φαινόταν δίκαιος και το πιο τερατώδες ψέμα έμοιαζε ακλόνητο γεγονός.

Στη μία πλευρά του νομίσματος, το Στόμα της Αλήθειας (Bocca della Verità), ένα αρχαίο ρωμαϊκό γλυπτό που οι Ρωμαίοι πίστευαν πως δαγκώνει τους ψεύτες. Στην άλλη πλευρά, η Θεά Δικαιοσύνη (Justitia) κρατά ζυγαριά και ξίφος, αλλά έχει δεμένα τα μάτια. Η μία αποκαλύπτει την αλήθεια, η άλλη την αποδίδει χωρίς να τη βλέπει.

Δεν άλλαξαν πολλά ούτε στην εποχή των μεγάλων αυτοκρατοριών -απλώς εκεί η αλήθεια έγινε επικίνδυνη, μια έννοια που θα έπρεπε να ελέγχεται και να καταστέλλεται. Κάηκε στην πυρά, εξορίστηκε, λοιδορήθηκε κι όσο οι αιώνες προχωρούσαν και νέες μορφές εξουσίας εμφανίζονταν στο προσκήνιο, τόσο η ανάγκη των ανθρώπων για περισσότερη αλήθεια βάθαινε. Άρχισαν να προσεύχονται ξανά στην παραγκωνισμένη θεά. Σήμερα, στην εποχή των social media, οι άνθρωποι την αναζητούν σε έναν ωκεανό πληροφοριών, fake news και clickbait τίτλων. Τώρα πια η προπαγάνδα δεν χρειάζεται να επιβάλλεται από κάποιον απολυταρχικό ηγέτη –αρκεί να φωνάζει πιο δυνατά από την πραγματικότητα. Έτσι οι κοινωνίες μένουν «φυλακισμένες» μέσα στους φαύλους κύκλους τους, όπως οι εραστές μέσα στις τοξικές σχέσεις.

Ο Πολύβιος και το déjà vu της ιστορίας

Η ανησυχία για τη σχέση εξουσίας και αλήθειας απασχόλησε και στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια -διάφοροι φιλόσοφοι και ιστορικοί κατέγραφαν αναλυτικά τους φαύλους κύκλους των κοινωνιών στο  χρόνο. Ο αρχαίος ιστορικός, Πολύβιος, μας είχε προειδοποιήσει ήδη από τον 2ο αιώνα π.Χ. στην «Ανακύκλωση των Πολιτευμάτων» πως η εξουσία δεν πεθαίνει, ανακυκλώνεται. Παρατήρησε το αέναο μοτίβο ανόδου, ακμής, διαφθοράς και τελικά παρακμής, στον κύκλο της εξουσίας, η οποία όταν συγκεντρώνεται υπερβολικά, φαίνεται πως αναπτύσσει μια ενσωματωμένη τάση προς τη φθορά, την υπερβολή και τελικά την πτώση. Κάθε φορά η ίδια φάρσα που μετατρέπει το ψέμα σε θέαμα, ο ίδιος εκφυλισμός με διαφορετικά κοστούμια. Από τη βασιλεία στην τυραννία, από την αριστοκρατία στην ολιγαρχία, από τη δημοκρατία στην οχλοκρατία και πάλι από την αρχή.

«Η αλήθεια δεν είναι προορισμός για δειλούς».

Διότι, όταν η πίστη στους θεσμούς χαθεί ή διαβρωθεί και ο δημόσιος διάλογος καταντήσει θορυβώδης και κενός, τότε η πολιτική δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα θέατρο εντυπώσεων, μέσα στο οποίο η γνήσια, ακέραιη αλήθεια είναι πολύ δύσκολο να ακουστεί. Η ιστορία είναι γεμάτη από τέτοιες στιγμές. Όποτε οι κοινωνίες αναμετρήθηκαν με την αλήθεια και την απέρριψαν, πλήρωσαν βαρύ τίμημα, λαβώνοντας το ίδιο τους το σώμα. Η αλήθεια είναι η τελευταία γραμμή άμυνας πριν από το χάος. Το μοναδικό αντίβαρο στην αδυσώπητη τάση της εξουσίας να συγκεντρώνεται και να διαφθείρει.

Μια δημοκρατία, όμως, πεθαίνει όταν οι άνθρωποι της σταματούν να φαντάζονται κάτι καλύτερο. Όταν βολεύονται, όταν συμβιβάζονται, όταν εμπιστεύονται σωτήρες και δημαγωγούς, όταν οι άνθρωποι προτιμούν το προσωπικό τους συμφέρον από την αλήθεια, τη χειραγώγηση από τη γνώση, την παραίτηση από τη συμμετοχή. Η αλήθεια δεν είναι προορισμός για δειλούς. Σε καταδιώκει και σε τσακίζει σαν αρχαία τραγωδία, προτού σε απελευθερώσει με ένα σκληρό και απότομο σπρώξιμο στο γκρεμό, ελπίζοντας πως θα θυμηθείς να ανοίξεις τα φτερά σου, προτού σκάσεις με κρότο στο έδαφος.

Κι όταν κυκλοφορεί ελεύθερα, οι πολίτες δεν είναι πια απλοί θεατές, αλλά συμμετέχουν ενεργά στο έργο που λέγεται «κοινωνία». Παίρνουν αποφάσεις που βασίζονται σε γεγονότα κι όχι σε πονηρά προπαγανδιστικά σχήματα ή στους λεκτικούς ακροβατισμούς κάποιου ρήτορα. Η αλήθεια κόβει με την ακρίβεια γιαπωνέζικου μαχαιριού —δεν σφαγιάζει άτσαλα, παρά μονάχα ξεφλουδίζει απαλά τις στρώσεις μιας αυταπάτης.

Η Ρώμη, το Forum και το δικαίωμα στο μπούμερανγκ

Οι Ρωμαίοι κατανοώντας αυτή τη δυναμική, επιχείρησαν να θεσπίσουν μηχανισμούς ελέγχου της εξουσίας. Ήταν πραγματιστές και καταλάβαιναν πως όσο δύσκολη κι αν είναι μια αλήθεια, παραμένει κρίσιμη για τη σταθερότητα ενός κράτους. Έτσι, εφηύραν μηχανισμούς που – τουλάχιστον θεωρητικά – θα προστάτευαν την res publica από τη διαφθορά και τον εκφυλισμό. Η Σύγκλητος, οι ύπατοι, οι δήμαρχοι του λαού, όλοι ήταν ένα πρώιμο σύστημα checks and balances προκειμένου να διασφαλιστεί πως καμία αλήθεια δεν θα μπορούσε να θαφτεί ολοκληρωτικά κάτω από την πολιτική ίντριγκα. Οι Θεσμοί θα την προστάτευαν. Πίστευαν πως η εξουσία πρέπει να φοβάται τον ίδιο της τον λαό, γι’ αυτό στις δημόσιες ομιλίες στη ρωμαϊκή αγορά, Forum Romanum, οι πολιτικοί έπρεπε να σταθούν μπροστά στο πλήθος και να μιλήσουν ανοιχτά – όταν έλεγαν ψέματα, το πλήθος δεν δίσταζε να τους αποδοκιμάσει.

«Η αλήθεια δεν κάνει φίλους –είναι σαν την αλογόμυγα του Σωκράτη, ξεβολεύει».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκαν πάνω στην αρχή ότι η ελεύθερη έκφραση και η αναζήτηση της αλήθειας είναι θεμελιώδη δικαιώματα μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Γι’ αυτό, στην Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος κατοχυρώθηκε η ελευθερία του λόγου, του Τύπου, της συνάθροισης και της διαμαρτυρίας. Οι Πατέρες του Έθνους γνώριζαν ότι η αλήθεια δεν είναι ποτέ δεδομένη – χρειάζεται ανοιχτή δημόσια συζήτηση, δημοσιογραφική έρευνα και ισχυρούς θεσμούς που επιτρέπουν την αμφισβήτηση και τη λογοδοσία. Ειδάλλως, όταν βάζεις όλα τα αυγά στο ίδιο καλάθι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος, κάποιος αχόρταγος, να τα αρπάξει.

Η αλήθεια, η δικαιοσύνη και το τελευταίο οχυρό

Ούτε στη Ρώμη, ούτε στις ΗΠΑ οι μηχανισμοί αυτοί αποδείχθηκαν άτρωτοι. Από τον Μακαρθισμό μέχρι τις σύγχρονες στρατηγικές παραπληροφόρησης και από τις επιχειρήσεις επιρροής μέχρι την εμπορευματοποίηση της πραγματικότητας σε ένα απέραντο πολιτικό reality show, η ιστορία συνεχίζει να μας υπενθυμίζει πως όταν η κοινωνία σταματά να αγρυπνά για την αλήθεια, σύντομα γλιστρά σε μια ύπουλη και αργή διάβρωση.

Η αλήθεια δεν κάνει φίλους –είναι σαν την αλογόμυγα του Σωκράτη, ξεβολεύει. Διαλύει μύθους, συντρίβει αφηγήματα, στέκει απόμακρη και δεν χαρίζεται σε κανέναν. Όμως, εκεί που οι περισσότεροι άνθρωποι αποθαρρύνονται, υπάρχουν άλλοι που δεν το βάζουν κάτω και συνεχίζουν να την αναζητούν, αφήνοντας σε κάθε στροφή του μονοπατιού κι από ένα άνθος, ένα κερί, μια κραυγή απελπισίας για αυτούς που ζητούν δικαίωση στο όνομα της αλήθειας. Αυτοί, οι τελευταίοι, είναι οι μόνοι που μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο -γιατί έχουν καταλάβει πως η δικαιοσύνη χωρίς την αλήθεια είναι ένα κενό γράμμα.