Τον Νοέμβριο 2021, ο υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, Χρίστος Δήμας, πρότεινε στο Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη δημιουργία Ενιαίου Χώρου Έρευνας για τα κράτη–μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τον Μάρτιο 2023, ο τομεάρχης Ανάπτυξης και Επενδύσεων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Χαρίτσης, κατά τη συμμετοχή του στην Ημερίδα της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών, περιέγραψε ως στρατηγική επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τη δημιουργία ενιαίου χώρου έρευνας και εκπαίδευσης. Τον Ιούλιο 2022, ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας, Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας, περιέγραψε με επιστολή του στον τύπο τους τομείς Έρευνας, Καινοτομίας, και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ως στοιχεία ενός «ενιαίου χώρου έρευνας». Τον Δεκέμβριο 2022, ο πρώην υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, Κώστας Γαβρόγλου, και ο αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και πρώην πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Ανθρώπινου Δυναμικού, Σπύρος Γεωργάτος, δημοσίευσαν άρθρο στο οποίο τόνιζαν τη σημασία δημιουργίας «ενιαίου χώρου ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας». Ακόμα πιο πριν, το 2016, ο τότε Αναπληρωτής Υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, Κώστας Φωτάκης πρωτοστάτησε στη δημιουργία του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας, το οποίο συντόνισε τη χρηματοδότηση της έρευνας όλων των επιστημονικών τομέων στην Ελλάδα με ενιαίο μηχανισμό και διαδικασίες.

Η ταύτιση απόψεων ανθρώπων από διαφορετικούς τομείς και πολιτικές παρατάξεις γύρω από ένα θέμα αποτελεί σπάνια συγκυρία στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας και επισημαίνει αφενός την εθνική σημασία που έχουν η έρευνα και η τριτοβάθμια εκπαίδευση, αφετέρου τη διακομματική αναγνώριση της ανάγκης για πιο αποτελεσματική οργάνωσή τους. Έχει αναφερθεί πολλάκις ότι η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με τα περισσότερα μέλη της ΕΕ ως προς το μέγεθος των εθνικών πόρων που επενδύονται στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Παραδείγματα χωρών με αντίστοιχο ή μικρότερο πληθυσμιακό μέγεθος, όπως η Ιρλανδία και το Ισραήλ, που επενδύουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, την έρευνα και την επιστημονική παραγωγή μέσα από ενιαίο εθνικό φορέα για κάθε χώρα, απέδειξαν το ειδικό βάρος που έχει η ερευνητική ανάπτυξη και η καινοτομία για την οικονομία μιας χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από 20 χρόνια οι δύο αυτές χώρες είχαν περίπου το ίδιο ΑΕΠ με την Ελλάδα. Σήμερα, τόσο το Ισραήλ των 9.5 εκ. κατοίκων όσο και η Ιρλανδία των 5 εκ. κατοίκων έχουν υπερδιπλάσιο ΑΕΠ από αυτό της Ελλάδας.

Η Ελλάδα διαχρονικά αποτελεί ειδική ιστορική περίπτωση. Η αντιγραφή συστημάτων άλλων χωρών δεν εγγυάται την αποτελεσματική μεταφορά και εφαρμογή τους στην Ελλάδα. Όμως, η σπάνια για τα δεδομένα της χώρας σύμπλευση προτάσεων για την οργάνωση ενός ενιαίου χώρου έρευνας και εκπαίδευσης δείχνει ότι αυτό μπορεί να είναι το πεδίο στο οποίο θα εφαρμοστεί διακομματική συνεννόηση ώστε να χαραχθεί ενιαία εθνική πολιτική που θα εφαρμοστεί σε βάθος χρόνου χωρίς να επηρεάζεται από τις αλλαγές κυβερνήσεων. Ανεξάρτητα, από το αν το κύριο εργαλείο θα είναι το υπάρχον ΕΛΙΔΕΚ, ένας νέος Εθνικός Οργανισμός Έρευνας ή ένα νέο Υπουργείο Έρευνας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης που έχουν προταθεί, είναι κοινή πεποίθηση ότι ο διαχωρισμός της έρευνας από την τριτοβάθμια εκπαίδευση και η οργανωτική και χρηματοδοτική ασυνέχεια στους μηχανισμούς στήριξής τους είναι τροχοπέδη για την επιστημονική, ερευνητική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Η διαμόρφωση της τελικής διακομματικής πρότασης θα είναι αποτέλεσμα διαβουλεύσεων. Οι επιστήμες και η έρευνα προχωρούν εδώ και αιώνες μέσα από διαφωνίες μεταξύ των επιστημόνων που τελικά οδηγούν σε σύνθεση απόψεων και πρόοδο προς τα εμπρός. Τώρα που πολιτικοί διαφορετικών παρατάξεων και επιστήμονες διαφορετικών πεδίων και χωρών συγκλίνουν στην αναγνώριση της ανάγκης δημιουργίας ενιαίου χώρου έρευνας και εκπαίδευσης, είναι η ώρα της Προέδρου της Δημοκρατίας, του Πρωθυπουργού και των αρχηγών των κοινοβουλευτικών κομμάτων να παραμερίσουν τις πολιτικές διαφορές τους διευκολύνοντας και στηρίζοντας αυτή την ιστορική σύμπλευση και εν όψει των επικείμενων εκλογών, να τη θέσουν μεταξύ των πρώτων προτεραιοτήτων της επόμενης Βουλής των Ελλήνων.

Ο Κωνσταντίνος Γ. Δροσάτος είναι Καθηγητής Ιατρικής Σχολής University of Cincinnati, ΗΠΑ και Αντιπρόεδρος Ινστιτούτου για την Προώθηση Έρευνας και Εκπαίδευσης Τεχνών, Επιστημών και Τεχνολογίας (ARISTEiA)