Περισσότεροι από 7,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους τον Απρίλιο και τον Μάιο, έναντι 4,3 εκατομμυρίων την ίδια περίοδο το περασμένο έτος. Το σύνδρομο burnout, η επιστροφή στο γραφείο, η ανία ύστερα  από έναν χρόνο σταθερότητας στον επαγγελματικό τομέα: Όλα αυτά φαίνονται καλοί λόγοι για να στείλουμε αυτό το αποχαιρετιστήριο email.

Είναι, όμως, η παραίτηση η σωστή απόφαση; Πώς μπορείτε να πάρετε μία απόφαση για την οποία δεν θα μετανιώσετε;

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη τον Μάιο από την PricewaterhouseCoopers σε 1.021 Αμερικανούς, πάνω από το ένα τρίτο των ήδη εργαζομένων ψάχνουν μία νέα θέση εργασίας. Ο Άντονι Κλοτζ, καθηγητής διοίκησης επιχειρήσεων στο  Πανεπιστήμιο Texas A&M, ο οποίος μελετά τα στοιχεία για τις παραιτήσεις, αναφέρει ότι διάφορα σοκ που βιώνει το προσωπικό μίας εταιρείας, συνήθως ωθεί τους υπαλλήλους στην παραίτηση.

Εκείνη την εποχή, είχαμε βιώσει όλοι μερικά σοκ, αναφέρει ο ίδιος. «Έχουν γίνει τόσα πολλά μέσα σε έναν χρόνο που με τον έναν τρόπο ή τον άλλο όλοι αναρωτηθήκαμε “Είναι αυτή η δουλειά που θέλω να κάνω;”»

Προτείνει, όμως, στους υπαλλήλους να χαλαρώσουν και να το σκεφτούν καλά πριν παρατήσουν τη δουλειά τους. Σχεδόν το ένα τέταρτο από τους 1.000 υπαλλήλους που ρωτήθηκαν από το προσωπικό της Accountemps το 2017, ανέφεραν ότι μετάνιωσαν για την απόφασή τους να παραιτηθούν. Συνήθως, παραιτούμαστε γιατί πιστεύουμε ότι μία νέα θέση εργασίας θα λύσει το 20% όσων μας ενοχλούν στη δουλειά που είμαστε τώρα, αναφέρει ο Δρ. Κλοτζ. Και ίσως, στην αρχή, να συμβαίνει αυτό. «Είναι αυτός ο ενθουσιασμός στην αρχή, αλλά, στη συνέχεια, συνειδητοποιείς ξαφνικά ότι αυτή η εταιρεία έχει διαφορετικά προβλήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσεις», συνεχίζει ο ίδιος.

Εναλλακτικές

Σκεφτείτε εναλλακτικές. Είναι εύκολο να αλλάξετε τις αρμοδιότητές σας, ώστε να σας ταιριάζει περισσότερο; Εάν νιώθετε εξαντλημένοι, μήπως μία άδεια θα σας βοηθούσε; Σε όσους θέλουν απεγνωσμένα να συνεχίσουν να δουλεύουν εξ αποστάσεως, ο Δρ. Κλοτζ προτείνει να επιστρέψουν στο γραφείο τους για κάνα δυο εβδομάδες. Ίσως ανακαλύψετε ότι, τελικά, σας αρέσει να φοράτε τα «καλά» σας και να βλέπετε και άλλους ενήλικους κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ίσως και όχι – τουλάχιστον, όμως, θα το έχετε καταλάβει πριν παραιτηθείτε.

Μερικά χρόνια πριν, ο Σαμ Τζέικομπς παράτησε τη δουλειά του σε μία βιαστική του απόφαση. Η εταιρεία του, μία τεχνολογική startup στη Νέα Υόρκη, αγωνιζόταν να επιβιώσει οικονομικά. Όταν ήταν στέλεχος πωλήσεων συζητούσε συχνά για περικοπές μισθών, απολύσεις και μειώσεις στις αποζημιώσεις που πραγματοποιούνταν με μετρητά στο χέρι. Στο μεταξύ, μία νέα εταιρεία που υποστηριζόταν από επενδυτές υψηλού προφίλ, επιθυμούσε να τον προσλάβει και, μάλιστα, σε θέση εκτελεστικού διευθυντή.

«Ένιωθα ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να φύγω από την προβληματική εταιρεία στην οποία δούλευα», αναφέρει ο κ. Τζέικομπ. Πήρε τη νέα δουλειά. Μερικούς μήνες μετά, έλαβε ξαφνικά άπειρα μηνύματα. Η προηγούμενη εταιρεία στην οποία δούλευε, η οποία είχε πλέον νέα διοίκηση, πουλήθηκε. Φίλοι και συνάδελφοι του έδιναν συγχαρητήρια, καθώς δεν ήξεραν ότι, όταν έφυγε από την εταιρέια, παραχώρησε τα δικαιώματα προαίρεσης αγοράς μετοχών. Υπολόγισε ότι θα έχανε σχεδόν ένα εκατομμύριο δολάρια. Και το χειρότερο ήταν ότι η νέα θέση εργασίας του τον δυσκόλευε αρκετά.

«Για μια στιγμή, σκέφτηκα ότι πήρα τη λάθος απόφαση», συνέχισε ο ίδιος.

Τώρα, η συμβουλή του CEO της Pavilion, επαγγελματικής κοινότητας δικτύωσης (networking) και εκπαίδευσης, σε όσους δεν είναι σίγουροι για το εάν θέλουν να παραιτηθούν είναι να παραμέινουν στη θέση εργασίας που ήδη έχουν. Συνήθως, στην εταιρεία που δουλεύετε τώρα, έχετε ήδη χτίσει τη φήμη σας και έχετε αναπτύξει κάποιου είδους εμπιστοσύνη με τους συναδέλφους σας. Ξέρετε τι συμβαίνει και πώς να επιβιώσετε εκεί.

«Το να παραιτηθείτε και βρείτε μία νέα θέση εργασίας έχει πάντα κάποιο ρίσκο», αναφέρει ο ίδιος. «Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορείτε να κάνετε αν παραμείνετε στην εταιρεία που είστε.»

Ο Άντονι Γκονζάλες βρισκόταν σε δίλημμα σχετικά με το εάν θα παρατούσε τη δουλειά του στην τεχνολογική διαφημιστική εταιρεία Smartly.io, στο Σαν Φρανσίσκο, στα τέλη του 2019. Ήξερε πόσο τυχερός ήταν που είχε αναπτύξει φιλίες με τους συναδέλφους του και δεν ένιωθε καθόλου άγχος τις Κυριακές, όταν σκεφτόταν ότι θα ξαναπήγαινε στη δουλειά του τη Δευτέρα. Ωστόσο, μία νέα εταιρεία που ειδικευόταν στο ψηφιακό μάρκετινγκ για την ταξιδιωτική βιομηχανία, τον προσέγγισε με προοπτικές υψηλότερου μισθού και μεγαλύτερης ομάδας με την οποία θα συνεργαζόταν. Δέχθηκε την πρόταση. Πέντε μήνες αργότερα, με το ξέσπασμα της πανδημίας, απολύθηκε.

Αφού ξεπέρασε το πρώτο σοκ, άρχισε να σκέφτεται πολλά πράγματα για τον εαυτό του. Συνειδητοποίησε ότι ήθελε να βρίσκεται πιο κοντά στην οικογένειά του. Έτσι, μετακόμισε στο Μαϊάμι. Άρχισε να ψάχνει για νέα δουλειά, ενώ, παράλληλα, δούλευε στη Smartly.io. Οι περισσότερες εταιρείες, όμως, που του πήραν συνέντευξη, ήθελαν να κατοικεί στο Σαν Φρανσίσκο, ώστε να βρίσκεται κοντά στην έδρα της εταιρείας. Oι εργοδότες του στη Smartly.io τού προσέφεραν μία θέση εργασίας με τη δυνατότητα να δουλεύει εξ αποστάσεως. «Αν δεν είχα μετακομίσει, δεν θα είχε τεθεί κάτι τέτοιο επί τάπητος», προσθέτει ο ίδιος. Έχει μερικούς ενδοιασμούς που μετακόμισε, αναφέρει, τώρα, σε έναν παλιό του συνάδελφο. Είναι, όμως, ευχαριστημένος με τη νέα θέση εργασίας που του προσφέρθηκε στην εταιρεία, που ήδη δούλευε, και ευγνώμων για τις νέες αυτές προοπτικές.

Ορισμένες φορές, η παραίτηση είναι η μόνη λύση για να αποφύγουμε έναν τοξικό εργοδότη, ατελείωτες ώρες εργασίας ή εάν δεν θέλουμε να χάσουμε μία νέα ευκαιρία που μας δίνεται. Ακόμη κι εάν, στην τωρινή μας θέση εργασίας, αντιμετωπίζουμε πολλά προβλήματα, πολλές φορές φοβόμαστε σε τέτοιο βαθμό τις αλλαγές που δεν τολμούμε να ψάξουμε για κάτι καινούριο.

Η Κέιτι Μίλκμαν, καθηγήτρια στη Σχολή Ουάρτον του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια και συγγραφέας του βιβλίου “How to change”, αναφέρει ότι οι άνθρωποι τείνουν να μην τολμούν τις αλλαγές, είτε αυτές αφορούν τομείς όπως η δουλειά ή και οι σχέσεις τους, ακόμη κι εάν δεν τα πηγαίνουν καλά.

Με το να παραμένεις, όμως, στην ίδια κατάσταση, συνεχίζει «Δεν βελτιώνεσαι. Δεν καταφέρνεις όσα θα μπορούσες να πετύχεις.»

Όταν η Στέισι Λάιτφουρτ ξεκίνησε τη διαδικασία υποβολής αιτήσεων για να γίνει η πρώτη αντιπρύτανης για θέματα που άπτονται της ετερότητας και της πολυπολιτισμικότητας στο Πανεπιστήμιο του Τένεσι στο Τσαττανούγκα, ήταν αρκετά φοβισμένη, καθώς ήταν η πρώτη φορά που θα τολμούσε να κάνει αίτηση για να δουλέψει σε κάποιο ανώτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα.  Εκείνη την περίοδο, δούλευε σε μία μη κερδοσκοπική εταιρεία, στην οποία είχε ξεκινήσει να δουλεύει 12 χρόνια πριν και ένιωθε πολύ καλά που βρισκόταν εκεί.

Ωστόσο, η επιρροή που θα μπορούσε να ασκήσει ως η πρώτη μαύρη γυναίκα που θα κατείχε θέση σε επίπεδο διοίκησης ενός μεγάλου Πανεπιστημίου φαινόταν μεγάλη. Για τον λόγο αυτό, προετοιμαζόταν ακούραστα για όλες τις συνεντεύξεις και για τις συνεδριάσεις αυτή την άνοιξη με τα υπόλοιπα μέλη της πανεπιστημιούπολης.

Μόλις πέρασε τη συνέντευξη, συνειδητοποίησε πόσο έτοιμη ήταν για τη θέση αυτή, αν, τελικά, την έπαιρναν. «Είπα στον εαυτό μου ότι μπορούσα να τα καταφέρω». Τελικά, ξεκίνησε τη δουλειά πριν από λίγες εβδομάδες και τα πηγαίνει πάρα πολύ καλά.

Πηγή: ΟΤ