Το κύριο και αδιαφιλονίκητο συμπέρασμα που μπορούμε να αντλήσουμε από τη δίκη που μόλις τελείωσε είναι ότι η απόφαση απηχεί την ευρύτερη πεποίθηση πως τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί διαφορετικά. Ολοι φαίνεται πλέον να συμφωνούν ότι η δημοκρατία, με όλα όσα σημαίνει αυτή η λέξη, δεν είναι σε καμία περίπτωση σχετικοποιήσιμη ή διαπραγματεύσιμη. Δεν επιτρέπεται πλέον να υπάρχει η παραμικρή ανοχή για οποιουδήποτε τύπου «σταγονίδια». Με αυτή την έννοια, για πρώτη φορά, το λεγόμενο «δημοκρατικό τόξο» φαίνεται να αντιστοιχεί σε μίαν απτή και διαρκή ιδεολογική πραγματικότητα.

Από μίαν άποψη λοιπόν, θα μπορούσαμε ίσως να σκεφτούμε πως από μακροϊστορικη άποψη, η φρικτή πολιτεία της Χρυσής Αυγής υπήρξε θετική. Μέσα από τη δίκη, ο δήμος αναγκάστηκε να προβληματιστεί εν χορώ για τη συλλογική του συνείδηση και στάση. Τα αμείλικτα φώτα της πάνδημης δημοσιότητας δεν αφήνουν πλέον σε κανένα περιθώρια αμφιβολίας για τις αποκρουστικές πρακτικές των θιασωτών της οποιασδήποτε ολοκληρωτικής «Νέας Τάξης». Στο μέτρο λοιπόν και αν οι αντικειμενικές συνθήκες που εκτρέφουν την κοινωνική και αξιακή αποδιάρθρωση δεν έχουν εκλείψει, η δημοκρατία πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση. Οι ρευστές «φαιές ζώνες» που επέτρεπαν στους ζηλωτές του Χίτλερ να «εφάπτονται» με τους «ευπρεπέστερους» ομοϊδεάτες τους πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο. Πολλώ μάλλον που ο κτηνώδης παραλογισμός ελλοχεύει σε κάθε γωνιά.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και αν η ισχύς της ναζιστικής Γερμανίας κατέρρευσε με την εισβολή των σοβιετικών αρμάτων στο Βερολίνο, η «τελική» ιστορική καταδίκη των ιδεοληπτικών πεποιθήσεων που τη διακινούσαν δεν ενεργοποιήθηκε παρά μόνον μέσα από την παγκόσμια δημοσιοποίηση του Ολοκαυτώματος και των στρατοπέδων εξόντωσης. Για όσο καιρό η φρικτή πραγματικότητα μπορούσε να καλύπτεται από το αμφίσημο σκότος της «Νύχτας και της Καταχνιάς», για να θυμηθούμε το φιλμ του Αλέν Ρενέ, ο «Αγώνας» των απανταχού ναζιστών βρισκόταν απλώς σε χειμερία νάρκη. Η κοσμοϊστορική σημασία της δίκης της Νυρεμβέργης έγκειται στο γεγονός ότι κανείς δεν μπορούσε πια να οχυρώνεται πίσω από την άγνοιά του.

Αντίστοιχες είναι οι προεκτάσεις της δίκης της Αθήνας. Είμαστε λοιπόν όλοι ευγνώμονες σε εκείνους που συνέβαλαν στη διεκπεραίωσή της. Είμαστε όλοι ευγνώμονες στη μητέρα του Παύλου Φύσσα που μετουσίωσε το πένθος σε πάθος, την αμφιβολία σε πεποίθηση και την απελπισία σε ελπίδα. Σε μίαν εποχή μάλιστα όπου δεν μπορούμε πια να είμαστε βέβαιοι για τίποτα, η αποκάλυψη του τέρατος μας επέτρεψε ή ίσως και μας επέβαλε να χαράξουμε αυστηρότερα όρια στο συλλογικά ανεκτό. Αυτή ακριβώς είναι η πεμπτουσία της ζωντανής δημοκρατίας.

*Ο κ.  Κωνσταντίνος Τσουκαλάς είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.