Το προσεχές διάστημα ο κ. Μητσοτάκης ετοιμάζεται να επισκεφθεί το Παρίσι, το Βερολίνο και την Ολλανδία με την ατζέντα του να έχει σαφή οικονομικό προσανατολισμό. Η πρόθεση του ειναι να εξηγήσει τι έκανε μέχρι στιγμής και τι προτίθεται να κάνει στο μέλλον και να ζητήσει τη στήριξη των συνομιλητών του στο αίτημα για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων. «Ειναι η πρώτη φορά που οι διεθνείς αγορές δείχνουν τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη σε μια κυβέρνηση. Αφού μας εμπιστεύονται οι αγορές γιατί να μην μας εμπιστευτούν οι εταίροι μας; Τα συγκεκριμένα πλεονάσματα συμφωνήθηκαν σε άλλη οικονομική συγκυρία και με επιτοκιο δανεισμού υπερδιπλάσιο του σημερινού», επισήμανε στη συνομιλία του με δημοσιογράφους στη Λευκωσία.

Το ένα επιχείρημα είναι πολιτικό και σχετίζεται με την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι αγορές στη νέα ελληνική κυβέρνηση. Το δεύτερο είναι οικονομικό. Κατά την προσέγγιση του κ. Μητσοτάκη το πλεόνασμα του 3,5% αντανακλούσε την αναξιοπιστία της προηγούμενης κυβέρνησης στα μάτια των δανειστών, οι οποιοι επέβαλλαν ένα αυστηρό πλαίσιο προκειμένου να μην εκτροχιαστεί το πρόγραμμα. Επιπλέον, η βιωσιμότητα του χρέους εκτιμήθηκε βάση του τότε επιτοκίου δανεισμού το οποίο κινούνταν στην περιοχή του 5%, ενώ πρόσφατα οι αποδόσεις υποχώρησαν ακόμα και κάτω του 2% για το δεκαετές ομόλογο.

Τι σκέφτεται να κάνει

Ο πρωθυπουργός επιδιώκει συνεννόηση και όχι ρήξη με τους εταίρους και γι’ αυτό δεν σκοπεύει να αμφισβητήσει άμεσα το δημοσιονομικό πλαίσιο που θέτει ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, δηλαδή όχι για το 2019 και το 2020. Οι διαπραγματεύσεις, σύμφωνα με συνεργάτες του πρωθυπουργού, θα διεξαχθούν σε δύο επίπεδα, ένα πολιτικό και ένα τεχνοκρατικό, οπότε έχει μεγάλη σημασία να χτίσει η κυβέρνηση την αξιοπιστία της κάνοντας πράξη τις δεσμεύσεις της.

Κυβερνητικές πηγές μιλούσαν για πιθανές εκπλήξεις από τη διαπραγματευτική στρατηγική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση το 2020, καθώς στο μέσον της ερχόμενης χρονιάς θα προωθηθεί το επόμενο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.