Τίτλοι τέλους πέφτουν για την ιστορική εταιρεία γυναικείας ένδυσης Raxevsky μετά από περίπου 40 χρόνια. Αφού παρά τις διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου τον προηγούμενο διάστημα, απολύθηκαν και οι τελευταίοι 100 εργαζόμενοί της «χωρίς καν τις νόμιμες αποζημιώσεις» η αυλαία έπεσε, λένε εργαζόμενοι που επιρρίπτουν ευθύνες στην διοίκηση, αφού, όπως υποστηρίζουν, η εταιρεία θα μπορούσε να είναι ισχυρή.

Η κατάρρευση της άλλοτε ηγέτιδας δύναμης στο χώρο της μόδας όντως προκαλεί έκπληξη, ενώ προκαλεί και εύλογα ερωτήματα. Το ισχυρό όνομά της και το μερίδιο αγοράς που είχε κατακτήσει στα 37 χρόνια που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, την καθιστούσε σαφώς πιο ανθεκτική, εξασφαλίζοντάς της περισσότερες «άμυνες» για την αντιμετώπιση της πολυετούς κρίσης που έπληξε την Ελλάδα.

Πώς η Mis Raxevsky έχασε τη λάμψη της

Τα προβλήματα της εταιρείας, που ιδρύθηκε το 1976 από την Ελένη Raxevsky και τον Γιώργος Μουρτζούχο και έφτασε να έχει δεκάδες καταστήματα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και να απασχολεί εκατοντάδες εργαζόμενους άρχισαν να γίνονται ιδιαιτέρως αισθητά από  το 2012. Τέσσερα χρόνια μετά, το 2016, ο ιδιοκτήτης και διευθύνων σύμβουλός της, Γιώργος Μουρτζούχος, αναζήτησε στήριξη από τις τράπεζες, για να συνεχιστεί η λειτουργία της.

Στο μεταξύ τα καταστήματα της εταιρείας είχαν ήδη περιοριστεί στα 26 καταστήματα, από τα 55 που ήταν στην αρχή της κρίσης, ενώ ο αριθμός των εργαζομένων της ανερχόταν στους 170, από 290 που εργάζονταν σε αυτά, προ κρίσης.

Αποτέλεσμα να υπάρξει το 2016 Συμφωνία Εξυγίανσης, η οποία ωστόσο, όπως καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι, δεν υποστηρίχτηκε ποτέ, με αποτέλεσμα να φτάσει σήμερα στο λουκέτο.

Τα γιατί των εργαζομένων και το κατηγορώ προς τη διοίκηση

«Ένα από τα πιο δυνατά brand name στον χώρο της μόδας και της γυναικείας ένδυσης, με καταστήματα σε όλη τη χώρα, με εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες να την εμπιστεύονται όλα αυτά τα χρόνια, βάζει λουκέτο, παρά το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα η θέση της στην αγορά θα μπορούσε να είναι ισχυρή».

Οι εργαζόμενοι, όπως αναφέρει το protothema επισημαίνουν ότι, «παρά το γεγονός ότι η διοίκηση της εταιρείας μάς οδήγησε, ήδη από το 2012, αργά και σταθερά στην οικονομική ανέχεια, συνεχίσαμε να εργαζόμαστε με θέρμη και πίστη στην ανάκαμψη της εταιρείας, την οποία θεωρούσαμε δυνατή. Μέχρι και τον Ιανουάριο του 2019 συνεχίσαμε, απλήρωτοι ουσιαστικά, να προσφέρουμε αδιαλείπτως τις υπηρεσίες μας, πιστεύοντας αφενός στη «Συμφωνία Εξυγίανσης» που επιτεύχθηκε το 2016, αλλά και τις πρόσφατες διαβεβαιώσεις της διοίκησης ότι καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για τη βιωσιμότητα της εταιρείας, αφετέρου στις δυνατότητες που αποδεδειγμένα η ίδια η εταιρεία είχε στην αγορά».

Παράλληλα, τονίζουν ότι τα ερωτήματα σε σχέση με την τελική κατάληξη είναι πολλά. «Γιατί δεν υποστηρίχθηκε η «Συμφωνία Εξυγίανσης» του 2016; Γιατί δεν στηρίχθηκε εμπράκτως η λειτουργία της εταιρείας έκτοτε; Γιατί οι συνεχείς διαβεβαιώσεις περί καταβολής κάθε δυνατής προσπάθειας για την ανάκαμψη της εταιρείας, χωρίς αυτές να συνοδεύονται από αντίστοιχες πράξεις; Και, τέλος, γιατί μια τόσο μεγάλη εταιρεία, με τεράστιες δυνατότητες στην αγορά, αφέθηκε να «αργοπεθαίνει» τα τελευταία χρόνια, ώστε να φτάσουμε σήμερα στο κλείσιμο της;» διερωτώνται.

Όπως τονίζουν, «με προσωπικές θυσίες και στερήσεις, καταβάλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου η εταιρεία να σταθεί ξανά στα πόδια της δυνατή. Όμως οι προσπάθειες αυτές ήταν ξεκάθαρα μονόπλευρες, αφού η διοίκηση της άφησε την εταιρεία να αργοπεθαίνει, με τα όποια οικονομικά οφέλη υπήρχαν να μη διοχετεύονται στην εξυγίανση της εταιρείας και τους εργαζόμενους, προσβάλλοντας παράλληλα την αξιοπρέπειά μας, αφήνοντάς μας να ζούμε μέσα στην αμφιβολία, ακόμα και τις τελευταίες στιγμές της λειτουργίας της εταιρείας, ενώ οι ίδιοι είχαν ήδη αποφασίσει από καιρό ότι θα την κλείσουν, όπως τελικώς συνομολόγησαν πρόσφατα σε συνάντησή μας, με τη συμμετοχή των νομικών εκπροσώπων τους».

Σημειώνουν, τέλος, ότι οδηγούνται στην ανεργία και οι τελευταίοι 100 εργαζόμενοι, χωρίς αποζημιώσεις και με οφειλές δεδουλευμένων αποδοχών περίπου κατά μέσο όρο 14 μισθών για κάθε εργαζόμενο, ενώ την τελευταία διετία περίπου άλλοι 75 εργαζόμενοι αποχώρησαν χωρίς να τους έχουν καταβληθεί τα δεδουλευμένα.

«Καλούμαστε να δώσουμε μια σκληρή και άνιση μάχη επιβίωσης για εμάς και τις οικογένειές μας. Παράλληλα, όμως, θα καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να μας καταβληθούν όλα όσα μας οφείλονται, αλλά και για να απαντηθούν τα ανωτέρω εύλογα ερωτήματα. Στον αγώνα μας αυτό καλούμε και την Πολιτεία, με όλες τις αρμόδιες Αρχές της, να σταθεί στο πλάι μας» καταλήγουν οι εργαζόμενοι στην εταιρεία «Raxevsky».

Όταν Raxevsky σήμαινε μόνο μόδα και στυλ

Η εταιρεία που έμελλε το όνομα της να γίνει συνώνυμα της μόδας και του στυλ ιδρύθηκε το 1976 από την Ελένη Raxevsky και τον Γιώργος Μουρτζούχο, με την εμπορική ονομασία Helen’s Club Α.Ε.

Από την ίδρυση της δόθηκε έμφαση στις εξαγωγές σε χώρες όπως η Γαλλία, Αυστρία, Ολλανδία, Ισπανία και Σουηδία, ενώ έφτασε να εξάγει επίσης στις ΗΠΑ και τον Καναδά.

Το 1982, η εταιρεία παίρνει την στρατηγική απόφαση να επεκταθεί στον χώρο της λιανικής πώλησης με το άνοιγμα 2 καταστημάτων RAXEVSKY στην καρδιά της Αθήνας, στο Κολωνάκι και την Οδό Πατησίων.

1983-1990: Η εταιρία αναπτύσσεται ανοίγοντας ανοίγοντας 7 νέα καταστήματα στην Αθήνα.

1990-1999: Η ανάπτυξη συνεχίζεται με καταστήματα σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, τόσο με ιδιόκτητα καταστήματα όσο και με το σύστημα franchise.

1999: Η εταιρία έχοντας ως βάση την επιτυχημένη πορεία στην Ελλάδα, αποφασίζει την επέκτασή της στο εξωτερικό. Πρώτος σταθμός η Σόφια της Βουλγαρίας. Ακολουθούν η Γερμανία, η Ρουμανία και η Κύπρος.

2004: Επικοινωνιακή Στρατηγική της εταιρίας γίνεται η “Γυναίκα RAXEVSKY”: Η εταιρεία συνδέει το όνομά της και το στυλ των ρούχων της με μια συγκεκριμένη επώνυμη Ελληνίδα που η προσωπικότητά της και το στυλ της ταιριάζουν με την φιλοσοφία της RAXEVSKY. Η διαφημιστική καμπάνια της κάθε σαιζόν ακολουθεί το concept: “Η μόδα είναι ένα ταξίδι κάθε collection…και ένας νέος προορισμός” φωτογραφίζοντας την κάθε collection σε διαφορετικούς πολιτισμούς και φυσικές ομορφιές ανά τον κόσμο που ταιριάζουν στο ιδιαίτερο στυλ της κάθε σαιζόν.

Στο αποκορύφωμά της η εταιρεία είχε από τις πιο λαμπερές καταχωρήσεις στα περιοδικά μόδας, έκανε φωτογραφίσεις κολεξιόν της σε εξωτικά μέρη και συνεργάστηκε με τη Ζέτα Μακρυπούλια, η οποία ήταν για χρόνια η «γυναίκα Raxevsky».

φωτογράφηση για την κολεξιόν Άνοιξη/Καλοκαίρι 2013

Συγκεκριμένα το 2006, η εταιρία ξεκινάει συνεργασία με την “ Γυναίκα RAXEVSKY” – Ζέτα Μακρυπούλια. Ταυτόχρονα, όπως αναφέρεται στο site «αλλάζει και ανανεώνει την εικόνα της. Η Γυναίκα RAXEVSKY είναι μοντέρνα, έχει προσωπικότητα, είναι ανεξάρτητη, πιστεύει σε βασικές αξίες, ακολουθεί τις διεθνής τάσεις της μόδας αλλά τις θέλει προσαρμοσμένες στο δικό της στυλ, εκτιμά την ποιότητα αλλά την θέλει σε λογική τιμή, της αρέσει να είναι καλοντυμένη όλες τις ώρες».

Μούσες της Raxevsky αποτέλεσαν στη συνέχεια και άλλες γνωστές ηθοποιοί και μοντέλα, όπως η Μαρία Κορινθίου (Καλοκαίρι 2015), η Τζένη Μπαλατσινού (2014), η Κατερίνα Λέχου (2014), η Μπέσυ Μάλφα (2012-13), Τζένη Θεωνά (2012) ενώ παλαιότερα στις επώνυμες που φιλοξενήθηκαν περιοδικά της Raxevsky περιλαμβάνονται η Πέμυ Ζούνη, η Κατερίνα Στικούδη, αλλά και η νυν υπουργός Τουρισμού Έλενα Κουντουρά.