Το στίγμα της Νέας Κίνας – με τα επιτεύγματα, τις αντιφάσεις και τις αγκυλώσεις της – έδωσε την πριν από μερικές μέρες ο πρόεδρος της χώρας Σι Τζινπίνγκ με την ευκαιρία συμπλήρωσης 40 χρόνων από την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του μεγαλύτερου (μετά τον Μάο Τσετούνγκ) ηγέτη των χρόνων της κομμουνιστικής διακυβέρνησης, Ντενγκ Χσιαοπίνγκ. «Δεν επιθυμούμε την ανάπτυξη εις βάρος άλλων εθνών. Στόχος μας δεν είναι να ηγεμονεύσουμε στον πλανήτη. Αλλά ως παγκόσμια υπερδύναμη πλέον, δεν είναι δυνατόν να μας υπαγορεύει κάποιος τι να κάνουμε, όποιος κι αν είναι αυτός» τόνισε ο Σι. Δίχως να αναφερθεί στις εμπορικές διαφορές της χώρας του με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, ο κινέζος πρόεδρος έδωσε έμφαση στο ότι «ουδέποτε η χώρα του αναζήτησε την παγκόσμια ηγεμονία». Αντίθετα, συνέβαλε στην «οικοδόμηση ενός μέλλοντος που θα μοιράζεται ολόκληρη η ανθρωπότητα». Ο Σι Τζινπίνγκ αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ομιλίας του, που διήρκεσε συνολικά 80 λεπτά, για να αναφερθεί στις προόδους που πέτυχε η Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες κατά τις οποίες «η χώρα σημείωσε επικά επιτεύγματα που κίνησαν ουρανό και γη» όπως χαρακτηριστικά τόνισε.

Το Πεκίνο

Χάρη στις επιτυχίες αυτές «ουδείς βρίσκεται σε θέση να υπαγορεύει στον κινεζικό λαό τι πρέπει να κάνει και τι όχι» είπε ο Σι που περιέγραψε το Πεκίνο ως «προαγωγό της παγκόσμιας ειρήνης», «υπερασπιστή της διεθνούς τάξης» και «πρωταγωνιστή στις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». Στις 18 Δεκεμβρίου 1978 ο τότε πρόεδρος Ντενγκ έθεσε σε εφαρμογή το πρόγραμμα που μετέτρεψε την Κίνα από ένα έωλο κομμουνιστικό κράτος με πάμπτωχους πολίτες και απαρχαιωμένη αγροτική οικονομία σε μια βιομηχανική και τεχνολογική υπερδύναμη διατηρώντας, μάλιστα, το ιδεολογικό στίγμα και εν πολλοίς, φευ, την πολιτική ανελευθερία και την ένδεια του πληθυσμού, τουλάχιστον του αγροτικού, παρά την περίφημη «αγροτική μεταρρύθμιση».

«Απελευθέρωση»

Ο Σι περιέγραψε τις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών ως «απελευθέρωση από δεσμά και από λάθη του παρελθόντος». Είπε ότι το διάστημα αυτό συντελέστηκε ένα «κβαντικό άλμα του σοσιαλισμού με κινεζικά χαρακτηριστικά», που εκτόξευσε τη χώρα στη σημερινή σύγχρονη εποχή. Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές αλλαγές, πάντως, ο κινέζος πρόεδρος εμφανίστηκε συντηρητικός και άτολμος. Δεν εξήγγειλε νέες πολιτικές για το μέλλον, αλλά επανέλαβε την πεποίθησή του για την ανάγκη ενδυνάμωσης της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος, «ώστε να εποπτεύει αποτελεσματικά την ανάπτυξη της χώρας με γνώμονα την προώθηση της μαρξιστικής ιδεολογίας».

Θα έλεγε κανείς ότι ο μονοκομματισμός δεν φαίνεται να κλονίζεται στην Κίνα. Και το αίτημα για πολιτικές μεταρρυθμίσεις παραμένει από το 1989 παγιδευμένο κάτω από τις ερπύστριες των τεθωρακισμένων της πλατείας Τιεν Αν Μεν. Ο Σι παραμένει, δηλαδή, πιστός στην πολιτική του Ντενγκ, ο οποίος είχε απορρίψει την ιδέα που είχε εφαρμόσει τη δεκαετία του 1980 ο τελευταίος σοβιετικός ηγέτης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, να συνοδεύσει το άνοιγμα της οικονομίας της χώρας με πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Τέλος, ο Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος προ ολίγων μηνών κατάφερε να εξασφαλίσει από το Κόμμα την προοπτική μιας άνευ ορίων μακροημέρευσής του στην ηγεσία της χώρας και της νομενκλατούρας, επαγγέλθηκε την πάταξη της διαφθοράς που παραδοσιακά ευδοκιμεί σε όλα τα αντιδημοκρατικά καθεστώτα. Ιδιαίτερα σε όσα επαίρονται για την οικονομική τους ελευθερία.