Από τη Μαντόνα μέχρι τις γυναίκες της φυλής Σιού στο Standing Rock της Νότιας Ντακότα, από την Αριάνα Χάφινγκτον μέχρι τις τρανς ακτιβίστριες του Πακιστάν και από την Ασλί Ερντογάν μέχρι τις γυναίκες ιθαγενείς του Περού που υπέστησαν αναγκαστική στείρωση επί Φουτζιμόρι, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη ενός κόσμου που διολισθαίνει στον σκοταδισμό, απειλώντας να αναποδογυρίσει το ρολόι της Ιστορίας, οι γυναίκες εισβάλλουν με ορμή και φαντασία στο προσκήνιο. Συγκροτούν το κοινωνικό υποκείμενο της αντίστασης. Ενα κοινωνικό υποκείμενο που υπήρξε για πολλά χρόνια κατακερματισμένο, υποτονικό, εσωστρεφές και τώρα ενοποιείται στην πολύχρωμη και πολυφωνική υπόσταση ενός νέου φεμινισμού, ικανού να παράγει ρωγμές στο δυστοπικό αρραγές του παγκοσμιοποιημένου πολιτικού συντηρητισμού. O «Αγγελος της Ιστορίας» που περιέγραψε ο γερμανός φιλόσοφος Βάλτερ Μπένγιαμιν στις μέρες μας έχει τη μορφή μιας γυναίκας. Μπορεί να είναι η Σαφίγια Καν που στέκεται με ένα υπερήφανο και αφοπλιστικό χαμόγελο απέναντι σε έναν φασίστα στο Μπέρμιγχαμ, η Λέσια Εβανς που μένει ατάραχη και αγέρωχη απέναντι στους πάνοπλους αστυνομικούς της Λουιζιάνα ή η Νάντια Μουράντ που δραπετεύει από τη φρίκη του ISIS και οργώνει τον κόσμο μιλώντας για την εμπορία ανθρώπων. Μια οικουμενική γυναίκα που βγάζει τη γλώσσα της και τα νύχια της σε όσους επιθυμούν να την υποτάξουν.
Ο φεμινισμός είναι της μόδας. Μέχρι και οι διεθνείς οίκοι μόδας μεγάλωσαν λίγο τα νούμερά τους για να αποτινάξουν από πάνω τους την κριτική για την αντικειμενοποίηση και την καταπίεση του γυναικείου σώματος που προέκριναν επί σειρά ετών. Ολοι δηλώνουν feminist friendly. Δεν είναι όμως μια καινούργια, πρωτόφαντη υπόθεση. Το αντίθετο. Εχει γράψει πολλά χιλιόμετρα στον δρόμο, στους χώρους δουλειάς, στα πανεπιστήμια, στα κοινοβούλια, στο αθέατο πεδίο των διαπροσωπικών σχέσεων που –όπως συμπύκνωσε η στρατευμένη Κάρολ Χάνις –παραμένει πολιτικό. Οι αγώνες των γυναικών είναι βαθιά ριζωμένοι στη συλλογική μνήμη τους και τουλάχιστον από τις αρχές του 20ού αιώνα –οπότε και υπάρχει μια συστηματική καταγραφή –επανέρχονται ανάμεσα σε διαστήματα νηνεμίας και υφέσεων για να αναμετρηθούν με το πανταχού παρόν τέρας της πατριαρχίας.
Καινούργια είναι η μορφή, η ένταση και η δυναμική με την οποία εκφράζεται ο νέος φεμινισμός, όπως αυτή αποκρυσταλλώθηκε στη μεγαλειώδη Women’s March στις 21 Ιανουαρίου παγώνοντας απότομα το γέλιο στα χείλη εκείνων που βιάστηκαν να σημάνουν τη ρεβάνς έναντι των δικαιωμάτων των γυναικών. Η αλήθεια είναι ότι το φεμινιστικό κίνημα γνώρισε μια μεγάλη, αποκαλυπτική και αναγεννησιακή στιγμή στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 και κατόρθωσε να κατοχυρώσει μια σειρά από θεσμικές αλλαγές που βελτίωσαν την καθημερινότητα των γυναικών και να αφήσει το αποτύπωμά του ως νοητή πυξίδα για να ξαναβρούμε τον δρόμο μας. Στο τέλος των 80s μαράζωσε. Μπήκαμε σε μια άνυδρη εικοσαετία ενσωμάτωσης, εσωτερικών διαιρέσεων και χλευασμού της ίδιας της έννοιας του φεμινισμού η οποία αναπαραστάθηκε από την ποπ κουλτούρα ως η καρικατούρα της «αξύριστης» και «ανέραστης» γυναίκας. Διεργασίες, βέβαια, υπήρχαν πάντα σε επίπεδο διανόησης, ομάδων και συλλογικοτήτων, αλλά με περιορισμένη ισχύ και εμβέλεια. Τώρα, όμως, που η απατηλή λάμψη του λάιφσταϊλ θάμπωσε υπό το βάρος της διεθνούς οικονομικής κρίσης, που ο ακροδεξιός λαϊκισμός και ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός όλων των αποχρώσεων επελαύνουν απειλητικά σε διάφορες γωνιές του πλανήτη, διαμορφώνεται το κατάλληλο έδαφος για την ανάδυση ενός νέου φεμινισμού.
Διαφαινόταν ήδη από πέρυσι με την υπόθεση της Πολωνίας ότι αναπτύσσεται μια τάση επίθεσης στα αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών και στην αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος. Παράλληλα, διαφαινόταν και η αποφασιστικότητα των γυναικών να περιφρουρήσουν τα κεκτημένα τους. Ηταν η αντίδρασή τους που ακύρωσε τον σχεδιασμό της πολωνικής κυβέρνησης για την ποινικοποίηση των αμβλώσεων. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, όμως, ως ενσάρκωση της μάτσο κουλτούρας στην πολιτική αποτέλεσε μια παγκόσμια θρυαλλίδα που απεγκλώβισε συσσωρευμένη δυσαρέσκεια από την πλευρά των γυναικών. «Αυτό που χειραφετεί ο Τραμπ είναι το αχαλίνωτο μίσος και μορφές σεξουαλικής δραστηριότητας που δεν νοιάζονται καν για τη συναίνεση κανενός. Από πότε πρέπει να ρωτήσουμε τις γυναίκες εάν είναι σύμφωνες να τις αγγίξει κάποιος ή γιατί; Δεν λέει κάτι τέτοιο ανοιχτά, αλλά είναι ακριβώς αυτό που υπονοεί. Απελευθερώνει στους ανθρώπους την οργή και το μίσος τους. Και αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να είναι πλούσιοι, να είναι φτωχοί ή να ανήκουν στη μεσαία τάξη. Αισθάνονται ότι απωθούνται ή λογοκρίνονται από την Αριστερά, από τις φεμινίστριες, από το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα και την ισότητα, από την προεδρία του Ομπάμα, η οποία επέτρεψε σε έναν μαύρο να εκπροσωπήσει το έθνος» έγραφε η Τζούντιθ Μπάτλερ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ και θεμελιώτρια της «queer theory», σχολιάζοντας το φαινόμενο Τραμπ.
Το Women’s March της Ουάσιγκτον, η μεγαλύτερη διαδήλωση στην Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών που πυροδότησε δεκάδες παρόμοιες σε όλον τον κόσμο εμπλέκοντας περί τους 4,5 εκατομμύρια διαδηλώτριες και διαδηλωτές, αντιπαρέθεσε το ροζ μάλλινο σκουφάκι με τα αφτιά γάτας (pussyhat) στο κόκκινο καπέλο του μπέιζμπολ με σύνθημα «Make America Great Again» και σηματοδότησε την αρχή της σύγκρουσης δύο κόσμων, ενός κόσμου οπισθοδρομικού, μισαλλόδοξου, μισογυνικού, ομοφοβικού, βγαλμένου από τις ονειρώξεις των καουμπόηδων της Αγριας Δύσης, και ενός κόσμου ανοιχτού, συμπεριληπτικού, πλουραλιστικού, σαν μια ζώσα αλληγορία σκοταδιού και φωτός. Το pussyhat εμβληματοποίησε αυτή την αντίθεση και μεταπήδησε στα εξώφυλλα του «Time» και του «New Yorker». Ακολούθησε η 8η Μαρτίου που έπειτα από καιρό ξέφυγε από τα άψυχα τυποποιημένα διαγγέλματα των κυβερνητικών αξιωματούχων, απαξίωσε τον καταναλωτικό και βαθιά στερεοτυπικό βομβαρδισμό περί «θηλυκότητας» και επανοικειοποιήθηκε ως Ημέρα Αγώνα για τα Γυναικεία Δικαιώματα με μαζικές διαδηλώσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις.
Ενα στοιχείο που διαφοροποιεί τον νέο φεμινισμό σε σχέση με τις παλαιότερες εκφάνσεις του είναι η περιεκτικότητά του. Μπορεί να συγκεράσει τη γόβα με τη μαντίλα, να συμπεριλάβει τις λευκές Δυτικές, τις μουσουλμάνες, τις γυναίκες που υπερασπίζονται την αφρικανική ή ιθαγενική τους κουλτούρα, τις τρανς γυναίκες, όσες αισθάνονται γυναίκες ή αρνούνται να κατηγοριοποιηθούν με βάση τις παραδοσιακές νόρμες της «αρρενωπότητας» και της «θηλυκότητας». Ο φεμινισμός του ’70 και του ’80 δέχτηκε κριτική επειδή ήταν κατά κύριο λόγο ένας «λευκός» φεμινισμός που δεν κατάφερε να αλληλεπιδράσει με μη δυτικές τυπολογίες γυναικείας ύπαρξης. Η συνεισφορά του ήταν τεράστια, αλλά δεν μπόρεσε να υπερβεί το σύνολο των αντιφάσεων που μας κληροδότησε ο σύγχρονος κόσμος. Στο απόσταγμα του μετανεωτερικού φεμινισμού που κατέδειξε τους όρους διαπλοκής φυλής, τάξης, φύλου, σεξουαλικότητας και συγκρότησης ταυτοτήτων αλλά και των κινηματικών εκφράσεων του μαύρου φεμινισμού, του ιθαγενικού φεμινισμού, της LGBTQI κοινότητας, η προηγούμενη συνθήκη αλλάζει και φιλοτεχνείται πλέον ένα μωσαϊκό λόγων, εκπροσωπήσεων και δράσεων.
«Τα παλαιότερα κύματα του φεμινισμού θυματοποιούσαν τις γυναίκες που δεν χωρούσαν στο καλούπι του δυτικού φεμινισμού» λέει στο BHMAgazino η Ζωή Κοκκάλου, κοινωνική λειτουργός και μέλος της Φεμινιστικής Πρωτοβουλίας για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών. Και εξηγεί: «Τώρα, στο Women’s March υπάρχει στη Συντονιστική Επιτροπή γυναίκα με μαντίλα. Γενικά, στο εξωτερικό οι διαφορετικές φωνές, π.χ. των μαύρων ή των τρανς γυναικών, έχουν βρει την υπόστασή τους. Στην Ελλάδα δεν είναι τόσο ζωντανός αυτός ο διάλογος γιατί οι γυναίκες με μαντίλα δεν είναι ακόμη αυτοοργανωμένες. Τα τελευταία χρόνια, βέβαια, έγινε μια προσπάθεια να ενταχθούν στο ελληνικό φεμινιστικό κίνημα οι γυναίκες μετανάστριες με τις δικές τους δομές, όπως συνέβη για παράδειγμα με την Ενωση Αφρικανών Γυναικών. Υπάρχουν ακόμη διαφωνίες μεταξύ παλαιών και νέων φεμινιστριών. Η πορνεία, το slut shaming, το BDSM, το ισλαμικό πέπλο, είναι τα βασικότερα πεδία αναζητήσεων και αντιπαραθέσεων. Για τις παλιές είναι αδύνατον να κατανοηθεί ότι το BDSM είναι πρακτική που μπορεί να χωρέσει ο φεμινισμός. Το πιο μεγάλο ζήτημα, βέβαια, είναι η μαντίλα. Και εγώ η ίδια, πηγαίνοντας πρόσφατα στην Τουρκία, τρόμαξα βλέποντας το 70% των γυναικών, ακόμη και σε ηλικία 4 ή 6 ετών, να φορά μαντίλα. Ακούω, όμως, προσεκτικά τις γυναίκες που δηλώνουν ότι φορούν μαντίλα από επιλογή».
«Και στην Ελλάδα είχαμε κατά βάση έναν λευκό φεμινισμό της αστικής τάξης» συνεχίζει η Ζωή Κοκκάλου. «Ο εργατικός χώρος παρέμεινε σκληρά πατριαρχικός. Η γιαγιά μου η Σιμέλα, εργάτρια σε καπνομάγαζο της Καβάλας, πολλές φορές είχε αισθανθεί ότι οι άνδρες εργάτες τις πουλούσαν. Μέχρι και απεργιακή κινητοποίηση είχε κηρυχτεί για να μη γίνουν οι γυναίκες προϊσταμένες. Η γιαγιά μου αυτό δεν το ξέχασε ποτέ». Η ίδια πιστεύει πως αυτό που ζούμε δεν είναι μια συγκυριακή εκτόνωση αλλά ένα κίνημα με βάθος και προοπτική: «Στις ΗΠΑ γίνεται δουλειά σε χώρους κρίσιμους για το φεμινιστικό κίνημα. Στην Ινδία έχουμε μια κοινωνία που βράζει από την έμφυλη βία, με πολύ μαζικές κινητοποιήσεις. Οι περιπτώσεις της Λατινικής Αμερικής είναι πολύ ενδιαφέρουσες. Στην Αφρική έχουμε αναβάθμιση των γυναικών στον πολιτικό βίο. Στην Ελλάδα έχουμε πολλές ομάδες και ηλεκτρονικά περιοδικά. Ολα συντονίζονται στο ότι αυτό που συμβαίνει δεν θα διαρκέσει μια στιγμή μόνο» συμπληρώνει.
Αυτός ο παγκόσμιος φεμινιστικός αέρας φυσάει και στη χώρα μας. Η παρατεταμένη ύφεση εντατικοποίησε τους όρους καταπίεσης των γυναικών, όπως η εργασιακή επισφάλεια, η ανεργία, η ανισότητα στους μισθούς, η σεξουαλική παρενόχληση. Ολη η στατιστικοποίηση της κρίσης έχει ένα ορατό έμφυλο πρόσημο. Ενώ παράμετροι όπως η έμφυλη βία και το trafficking προσέλαβαν ιδιαίτερα δραματικές όψεις. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει το θεσμικό υπόβαθρο για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, καθημερινά αποδεικνύεται ότι αυτό απέχει πολύ από την αντανάκλασή του στη βιωμένη πραγματικότητα. Η πρόσφατη αθώωση των βιαστών της Ξάνθης από το δικαστήριο της Καβάλας με επιχειρήματα που αναπαρήγαγαν το σύνολο των μυθοπλασιών που διέπουν το έγκλημα του βιασμού είναι μία μόνο απόληξη του εγκατεστημένου σεξισμού και της κυρίαρχης ανισότητας. Σε αυτό το πλαίσιο έχουν γεννηθεί μια σειρά φεμινιστικές συλλογικότητες που επανεφευρίσκουν τον γυναικείο ακτιβισμό και επιδιώκουν μια ριζοσπαστική παρέμβαση στο πεδίο του λόγου και των ιδεών.
Η Ειρήνη Δαφέρμου, εργαζόμενη στο διοικητικό προσωπικό του Παντείου Πανεπιστημίου και μέλος της νεοφώτιστης και δραστήριας ομάδας «Καμία Ανοχή», μιλάει στο BHMAgazino για την εμπειρία της: «Η γυναίκα στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κρίσης και της πολιτικής συντηρητικοποίησης βρέθηκε στο επίκεντρο της επίθεσης. Υπήρχε συζήτηση και ανησυχία. Υπήρχε το έδαφος. Πέρυσι τον Σεπτέμβριο, με αφορμή την υπόθεση βιασμού και εξαναγκαστικής πορνείας της 14χρονης στη Λάρισα αποφασίσαμε να φτιάξουμε μια συλλογικότητα. Το ζητούμενο ήταν να στηθεί μια πλατφόρμα όπου θα συναντώνται οι φεμινιστικές πρωτοβουλίες. Eτσι συστάθηκε η ομάδα. Πλέον λειτουργεί εδώ και έναν χρόνο και βρίσκεται σε επαφή με τις διεθνείς εξελίξεις. Απαρτίζεται από γυναίκες της προηγούμενης φεμινιστικής γενιάς, αλλά ο βασικός κορμός είναι νέες γυναίκες, πολλές 20-22 χρόνων, χωρίς προηγούμενες αναπαραστάσεις πολιτικοποίησης, οι οποίες προτάσσουν ένα βίωμα καταπίεσης και θυμού. Είναι πολύ θυμωμένες γιατί αντιμετωπίζουν ένα αδιέξοδο λόγω της κρίσης. Oταν δεν υπάρχει κανένα μέλλον, ο σεξισμός βιώνεται πιο έντονα. Ωστόσο, πρόκειται για έναν δημιουργικό θυμό. Η πορεία στις 8 Μαρτίου ήταν από τις μεγαλύτερες των τελευταίων 30 ετών. Νομίζω ότι είμαστε μπροστά σε μια εποχή που ο φεμινισμός θα παίξει τεράστιο ρόλο. Δεν πρόκειται για μια ευκαιριακή κατάσταση αλλά για την αρχή ενός νέου κινήματος, ενός φεμινισμού για το 99%. Με αυτόν τον τρόπο περιγράφεται και στην Αμερική, σε μια ευθεία αναφορά με το κίνημα Occupy. Εγώ είμαι πολύ χαρούμενη και αισιόδοξη. Αντιλαμβάνομαι τον φεμινισμό ως ένα διάβημα που αφορά όλες τις πτυχές της ζωής, από τη γέννηση έως τον θάνατο» επισημαίνει.
Ενα, επίσης, καινούργιο και πολύ καθοριστικό στοιχείο για τη φυσιογνωμία του νέου φεμινισμού είναι η διαρκής ώσμωση και ο διάλογός του με τα υπόλοιπα κινήματα. Αγκαλιάζει το Black Lives Matter, στρέφεται ενάντια στην ισλαμοφοβία, συντάσσεται με τη ριζοσπαστική οικολογία ενάντια στην κλιματική αλλαγή και την καταστροφή του πλανήτη, υποστηρίζει τους αγώνες ενάντια στην εργασιακή επισφάλεια, διεκδικεί ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος που θα ορθώνει ένα δίχτυ προστασίας απέναντι στη φτώχεια και στην εξαθλίωση.

Στον πυρήνα του εδράζεται ένα πρόταγμα χειραφέτησης που εκκινεί από τις γυναίκες αλλά εκτείνεται σε ευρύτερες κοινωνικές πλειοψηφίες. Με αυτή την έννοια, ο νέος φεμινισμός κουβαλάει εν σπέρματι το όραμα της δημοκρατικής ανασυγκρότησης των κοινωνιών μας που βάλλονται από τις δυνάμεις του αυταρχισμού και της πατριαρχίας. Κάπως έτσι το σκιαγράφησε από το βήμα του Women’s March η Αντζελα Ντέιβις, πολιτική ακτιβίστρια, εμβληματική προσωπικότητα του μαύρου φεμινισμού και διανοούμενη: «Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή, ας υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι εμείς οι εκατομμύρια γυναίκες, οι τρανς, οι άνδρες και οι νέοι που περπάτησαν δίπλα μας εκπροσωπούμε τις ισχυρές δυνάμεις της αλλαγής που είναι αποφασισμένες να αποτρέψουν τις ετοιμοθάνατες κουλτούρες του ρατσισμού και της πατριαρχίας. Είμαστε ο συλλογικός φορέας της Ιστορίας».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 29 Απριλίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ